Η πανδημία της νόσου Covid-19 οδήγησε την παγκόσμια οικονομία στη χειρότερη ύφεση όλων των εποχών, την ώρα που η επαναφορά του lockdown στην Ευρώπη και σε άλλες γωνιές του κόσμου εξαιτίας του δεύτερου κύματος κρουσμάτων θολώνει το τοπίο ως προς τη δυναμική της ανάκαμψης που αναμένεται το 2021.

Η πρόσφατη πρόοδος στο «μέτωπο» των εμβολίων καθιστά πιο ευοίωνες τις προοπτικές ανάκαμψης, αν και ορισμένοι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι αργεί ακόμη η επιστροφή της οικονομικής δραστηριότητας σε επίπεδα προ πανδημίας.

Ακόμη και μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών, η αυστηροποίηση των περιοριστικών μέτρων στην Ευρώπη εν μέσω του δεύτερου κύματος θα μπορούσε να εξελιχθεί σε τροχοπέδη για την οικονομική ανάκαμψη, επισημαίνουν οικονομολόγοι σε ανάλυση του CNBC.

«Η ανακάλυψη του εμβολίου αποτελεί “τονωτική ένεση” όχι όμως μέχρι το 2022», αναφέρουν σε πρόσφατη έκθεσή τους οικονομολόγοι της Citi. Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι θα υπάρξει σαφής βελτίωση της παγκόσμιας οικονομίας το 2021, εν μέρει διότι «δεν είναι και τόσο δύσκολο να αποτελέσει μια χρονιά, καλύτερη από το 2021», αναφέρουν στην έκθεση.

Απότομη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας

Η ταχεία εξάπλωση της νόσου Covid-19 -που εντοπίσθηκε για πρώτη φορά στην Κίνα- ανάγκασε πολλές χώρες ανά τον κόσμο σε πολύμηνο lockdown το 2020, προσγειώνοντας απότομα την οικονομική δραστηριότητα.

Ως αποτέλεσμα, η ύφεση ήταν ιστορικών διαστάσεων για πολλές οικονομίες. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει συρρίκνωση του παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 4,4% φέτος και επιστροφή στην ανάπτυξη με ρυθμούς 5,2% το 2021. Το ΔΝΤ στην έκθεση του Οκτωβρίου είχε διαπιστώσει ότι η παγκόσμια οικονομία αρχίζει και ανακάμπτει, προειδοποίησε όμως ότι η πορεία επιστροφής σε επίπεδα προ πανδημίας θα είναι «μακρά, άνιση και αβέβαιη».

Οι περιορισμοί στα ταξίδια παραμένουν

Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των περιοριστικών μέτρων ανά τον κόσμο ήταν το μερικό ή ολικό κλείσιμο των συνόρων, αναστέλλοντας τη διεθνή αεροπορική κίνηση και καθηλώνοντας τον παγκόσμιο τουρισμό.

Από την 1η Ιανουαρίου, περισσότερες από 150 χώρες και περιοχές προχώρησαν σε χαλάρωση των ταξιδιωτικών περιορισμών που είχαν θέσει σε εφαρμογή λόγω της πανδημίας, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού των Ηνωμένων Εθνών.

Πολλοί όμως περιορισμοί παραμένουν σε ισχύ, όπως διαπιστώνει ο UNWTO. Για παράδειγμα, τα σύνορα έχουν ανοίξει για ταξιδιώτες συγκεκριμένων εθνικοτήτων ή από ορισμένους προορισμούς. Οι ταξιδιώτες είναι υποχρεωμένοι να κάνουν τεστ Covid προτού εισέλθουν σε μια χώρα. Σε άλλες περιπτώσεις, οι επισκέπτες πρέπει να τεθούν σε καραντίνα κάποιων ημερών κατά την άφιξή τους.

Αυξάνονται οι χαμένες θέσεις εργασίας

Μια από τις μεγαλύτερες συνέπειες της οικονομικής ύφεσης εξαιτίας της πανδημίας είναι η απώλεια θέσεων εργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο.

O Oργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης εκτιμά ότι οι επιπτώσεις του κορωνοϊού στην απασχόληση είναι «δέκα φορές μεγαλύτερη από ό,τι οι αντίστοιχες επιπτώσεις στους πρώτους μήνες της παγκόσμιας πιστωτικής κρίσης του 2008».

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το μεγαλύτερο βάρος επωμίζονται οι ευάλωτοι εργαζόμενοι, όπως οι χαμηλά αμειβόμενοι, που συχνά εκτίθενται στον κορωνοϊό εν ώρα εργασίας.

Εκτόξευση του κρατικού χρέους

Οι κυβερνήσεις αύξησαν τις δαπάνες, ώστε να προστατεύσουν θέσεις εργασίας και να στηρίξουν εργαζομένους. Τα έως τώρα μέτρα που έχουν λάβει οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο υπερβαίνουν τα 12 τρισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ.

Ο «πακτωλός» μέτρων στήριξης εκτόξευσε το δημόσιο χρέος σε νέα ιστορικά υψηλά, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να αποσύρουν πρόωρα τα μέτρα στήριξης, υπογραμμίζει το ΔΝΤ.

«Με μεγάλο αριθμό εργαζομένων χωρί δουλειά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να δίνουν μάχη επιβίωσης και 80 με 90 εκατ. ανθρώπους να κινδυνεύουν να βρεθούν σε ακραία φτώχεια φέτος εξαιτίας της πανδημίας, είναι πολύ νωρίς για τις κυβερνήσεις να αποσύρουν τα μέτρα στήριξης», αναφέρει το ΔΝΤ σε έκθεσή του.

Παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών

Στη μάχη για τη στήριξη της παγκόσμιας οικονομίας συμμετείχαν και οι κεντρικές τράπεζες μειώνοντας τα επιτόκια σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και παρέχοντας ρευστότητα πολλών τρισ. δολαρίων μέσω των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ(FED), η πολιτική της οποίας επηρεάζει τις οικονομίες ανά τον κόσμο, μείωσε τα επιτόκια κοντά στο μηδέν, ενώ δεσμεύθηκε να μην τα αυξήσει μέχρις ότου επιτύχει το στόχο για πληθωρισμό στο 2%. Αλλά και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε τον Δεκέμβριο το έκτακτο πρόγραμμα διαχείρισης της πανδημίας(PEPP) κατά 500 δισ. ευρώ, στο 1,85 τρισ. ευρώ.

Πηγή: moneyreview.gr