«Τύπωμα» χρήματος και αύξηση δημόσιου χρέους για να στηριχθούν οι οικονομίες εν μέσω πανδημίας είναι η συνταγή που ακολουθούν οι μεγάλες οικονομίες.
Μπορούν οι κεντρικές τράπεζες να διαγράψουν με μια κίνηση το πρόσθετο βουνό χρέους που θα προκύψει;
H ΕΚΤ θα «τυπώνει» χρήμα αγοράζοντας κρατικά ομόλογα, τα οποία θα εκδίδουν οι κυβερνήσεις για να δανειστούν και να συνεχίσουν να ξοδεύουν από τους κρατικούς προϋπολογισμούς για να στηρίξουν τις οικονομίες στο δεύτερο κύμα του κορωνοϊού.
Αυτό είναι το σχέδιο που φαίνεται να ακολουθούν οι χώρες της Ευρωζώνης και η πρόεδρος της ΕΚΤ, η Κριστίν Λαγκάρντ το υπέδειξε εμμέσως όταν δήλωσε ότι η κεντρική τράπεζα θα προχωρήσει σε νέα μέτρα νομισματικής στήριξης της ευρωπαϊκής οικονομίας τον Δεκέμβριο.
Θα συνεχίσει δηλαδή να να δημιουργεί νέο χρήμα με το οποίο θα αγοράζει κρατικά ομόλογα (ποσοτική χαλάρωση ή «τύπωμα» χρήματος).
Αυτό σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης θα μπορέσουν να δανειστούν πουλώντας ομόλογα τα οποία σε κάθε περίπτωση μπορεί να απορροφήσει η ΕΚΤ.
Σύμφωνα με υπολογισμούς της Citigroup που δημοσίευσαν οι Financial Times η EKT έχει προγραμματίσει να αγοράσει μέσα στο 2021 περισσότερα ομόλογα από εκείνα που θα εκδώσουν οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης για να χρηματοδοτήσουν την άμυνα απέναντι στην ύφεση που προκαλεί η πανδημία.
Η Citi υπολογίζει ότι το 2021 οι χώρες της Ευρωζώνης θα εκδώσουν ομόλογα αξίας περίπου 1,2 τρισ. ευρώ, ενώ η ΕΚΤ υλοποιεί ήδη αγορές ομολόγων που θα φτάσουν συνολικά το 1,35 τρισ. ευρώ και αναμένεται ότι το Δεκέμβριο θα επεκτείνει το πρόγραμμα με άλλα 500 δισ. ευρώ.
Το συμπέρασμα είναι ότι οι κυβερνήσεις μπορούν πρακτικά να δανειστούν όσο θέλουν, καθώς η αγορά των ομολόγων είναι εγγυημένη από την ΕΚΤ και μάλιστα με πολύ χαμηλά επιτόκια.
Το κόστος του δανεισμού θα είναι πρακτικά μηδέν, αφού οι τόκοι για τα ομόλογα αυτά τους οποίους θα εισπράττει η ΕΚΤ θα επιστρέφονται στα κράτη μέλη μέσα από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες.
Ο νέος δανεισμός, όμως, σημαίνει ότι θα αυξηθεί το δημόσιο χρέος των χωρών της Ευρωζώνης και οι πιο μετριοπαθείς εκτιμήσεις «δείχνουν» ότι θα φτάσει στο 103% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη (και στο 131% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ).
Η δραματική αύξηση του δημοσίου χρέους είναι ένα πρόβλημα το οποίο προς το παρόν ουδένα δείχνει να απασχολεί, ούτε τις κυβερνήσεις, ούτε τις κεντρικές τράπεζες, ούτε τους επενδυτές που αξιοποιούν την πρόσθετη ρευστότητα για να αγοράσουν μετοχές και ομόλογα σαν να μην υπάρχει αύριο.
Όλοι καταλαβαίνουν, πάντως, ότι σήμερα με τα επιτόκια κοντά στο μηδέν τα χρέη είναι βιώσιμα, αλλά εάν τα επιτόκια αυξηθούν στο 2,5% ή 3% τότε θα εμφανιστεί ένα «τσουνάμι» χρεοκοπιών στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα παγκοσμίως.
Επομένως οι «ασκήσεις επί χάρτου» για την επόμενη μέρα έχουν ήδη ξεκινήσει και αρκετοί αναλυτές εξετάζουν τα σενάρια διαγραφής χρέους που μπορεί να εμφανιστούν.
Ένα βασικό σενάριο αφορά στη διαγραφή των κρατικών χρεών προς τις κεντρικές τράπεζες, αφού πρόκειται για χρέη που αντιστοιχούν στις δύο τσέπες της ίδιας οντότητας.
Η κεντρική τράπεζα έχει στη μια τσέπη, στο ενεργητικό της, τα κρατικά ομόλογα που έχει αγοράσει και στην άλλη τσέπη, στο παθητικό της, το χρήμα που έχει δημιουργήσει για να τα αγοράσει.
Αρκεί, λοιπόν, η κεντρική τράπεζα με μια απλή λογιστική κίνηση να διαγράψει το ίδιο ποσό και από τις δύο «τσέπες» για να εξαφανιστεί και το αντίστοιχο χρέος.
Πρόκειται για τη λεγόμενη νομισματική χρηματοδότηση η οποία μέχρι τώρα θεωρείται το απόλυτο κακό και απαγορεύεται δια ροπάλου από τη συνθήκη της Ε.Ε. -όχι όμως και στις ΗΠΑ όπου οι οπαδοί της θεωρίας αυτής θεωρούν ότι πρόκειται να εφαρμοστεί πρώτα.
Το βασικό μειονέκτημα μιας τέτοιας ενέργειας είναι ο πληθωρισμός που σημαίνει ότι το χρήμα χάνει την αξία του.
Ωστόσο εδώ και περίπου δέκα χρόνια ο πληθωρισμός έχει εξαφανιστεί από το προσκήνιο και έχει εμφανιστεί το αντίθετο, ο αποπληθωρισμός (μείωση τιμών) που ευνοεί την ύφεση και τον οποίο οι κεντρικές τράπεζες επιδιώκουν να καταπολεμήσουν… δημιουργώντας πληθωρισμό.
Η δεύτερη παρενέργεια θα είναι πιθανόν η μείωση της ισοτιμίας του νομίσματος, κάτι που όμως δεν θα ενοχλούσε κανέναν σε μια φάση που η οικονομία θα αναζητούσε μοχλό ανάπτυξης.
Πηγή: NewMoney