Η κολπική μαρμαρυγή είναι από τις πιο συχνές αρρυθμίες των ενηλίκων. Οι επιπτώσεις της αρρυθμίας πέραν της επιδείνωσης της ποιότητας ζωής, σε σημαντικό ποσοστό ασθενών έχει να κάνει με:
α) την ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας ή την επιδείνωση προϋπάρχουσας
β) τα εμβολικά ισχαιμικά εγκεφαλικά επεισόδια
γ) την αύξηση της θνητότητας λόγω των ανωτέρω επιπλοκών
Τα ισχαιμικά εγκεφαλικά συσχετίζονται πολλές φορές με συνυπάρχουσες νόσους όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, η καρδιακή ανεπάρκεια ή η ύπαρξη αγγειοπάθειας. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης η ηλικία του ασθενούς (>65έτη). Η προΰπαρξη μάλιστα προηγούμενου ιστορικού εγκεφαλικού επεισοδίου αυξάνει την πιθανότητα νέου επεισοδίου.
Η χρήση αντιπηκτικών φαρμάκων και επεμβατικών τεχνικών με τις επεμβάσεις κατάλυσης φαίνεται ότι έχουν αλλάξει προς το καλύτερο την πρόγνωση αυτής της αρρυθμίας.
Η κολπική μαρμαρυγή, οφείλεται είτε σε κυκλώματα επανεισόδου (κυματίδια, που κυκλοφορούν και στους δύο κόλπους) ή εστίες, που βρίσκονται κυρίως στις πνευμονικές φλέβες, που πυροδοτούν την αρρυθμία. Το τελευταίο αποτελεί την παθοφυσιολογική βάση της απομόνωσης των πνευμονικών φλεβών για τη θεραπεία της παροξυσμικής κολπικής μαρμαρυγής.
Οι επεμβάσεις που γίνονται για την απομόνωση των πνευμονικών φλεβών σήμερα γίνονται είτε με διαδοχικές εφαρμογές υψίσυχνου ρεύματος γύρω από τις πνευμονικές φλέβες ή με τη χρήση καθετήρα μπαλονιού κρυοθεραπείας. Ο καθετήρας αυτός εφαρμόζεται για 3-4 λεπτά και αναπτύσσει θερμοκρασίες έως -40°C και -50°C. Η θερμοκρασία αυτή είναι ικανή να δημιουργήσει ομότιμη διατοιχωματική βλάβη γύρω από τις πνευμονικές φλέβες.
Τα αποτελέσματα και των δύο μεθόδων είναι συγκρίσιμα με ελαφρά υπεροχή της κρυοθερμίας κυρίως λόγω του βραχύτερου χρόνου επέμβασης. Η επιτυχία της επέμβασης φθάνει στο 70-80% τον πρώτο χρόνο από την επέμβαση.
Τελευταία, η κατάλυση της κολπικής μαρμαρυγής απέκτησε μια καινούργια ένδειξη σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια. Στη μελέτη Castle φάνηκε ότι σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και κολπική μαρμαρυγή, η ομάδα που υπεβλήθη σε κατάλυση κολπικής μαρμαρυγής είχε μικρότερη θνητότητα σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.