Νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό British Medical Journal, δείχνει πως η αυξημένη κατανάλωση τεσσάρων τύπων κορεσμένων λιπαρών οξέων, που περιέχονται κυρίως στο βούτυρο, το λαρδί, το κόκκινο κρέας, το λίπος των γαλακτοκομικών προϊόντων και το φοινικέλαιο, συνδέεται με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου.
Όπως αναφέρει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, αν και υπάρχουν αρκετά δεδομένα για την επίδραση μεμονωμένων λιπαρών οξέων στα επίπεδα λιπιδίων στο αίμα, η επίδρασή τους στην πιθανότητα εμφάνισης στεφανιαίας νόσου είναι λιγότερο γνωστή.
Για τους σκοπούς της μελέτης, οι ερευνητές συγκέντρωσαν και ανέλυσαν δεδομένα από περίπου 116.000 γυναίκες και άνδρες, από τους οποίους ζητήθηκε να συμπληρώνουν ερωτηματολόγια σχετικά με τις διατροφικές συνήθειες και την κατάσταση υγείας, κάθε τέσσερα χρόνια. Συνολικά, η αύξηση της πρόσληψης κορεσμένων λιπαρών οξέων από πηγές όπως τα σκληρά τυριά, το πλήρες γάλα, το βούτυρο, το βοδινό κρέας και η σοκολάτα κατά 5%, φάνηκε να σχετίζεται με 25% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης στεφανιαίας νόσου σε διάστημα 24-28 ετών παρακολούθησης. Από την άλλη, περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων έδειξε πως η αντικατάσταση ακόμη και 1% των εν λόγω κορεσμένων λιπαρών από πολυακόρεστα, σύνθετους υδατάνθρακες ή φυτικής προέλευσης πρωτεΐνες, θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου κατά 4-8%.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της μελέτης, οι ερευνητές αναφέρουν πως η αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών της διατροφής με ακόρεστα φαίνεται πως αποτελεί έναν απλό τρόπο για τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. Ωστόσο, τονίζουν πως είναι σημαντικό να στοχεύει κανείς σε ένα συνολικά υγιεινό και ισορροπημένο διατροφικό πρότυπο και όχι σε μεμονωμένα θρεπτικά συστατικά.