του Κώστα Παπαϊωάννου
Μακαρέζος, Παπαδόπουλος, Παττακός
Από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης απαντήθηκαν δύο βασικά ερωτήματα: Επανάσταση ή πραξικόπημα; Διαρκές ή στιγμιαίο το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας; Οι απαντήσεις είναι γνωστές. Ήταν πραξικόπημα… γι’ αυτό και δικάστηκαν 21 επίορκοι αξιωματικοί, που τα κατάφεραν (μόνοι τους!) να πάρουν την εξουσία. Και ήταν στιγμιαίο, γι’ αυτό και δεν δικάστηκαν 139 ευυπόληπτοι πολίτες οι οποίοι επάνδρωσαν τις χουντικές «κυβερνήσεις». Αναπάντητο έμενε το κύριο ερώτημα: Ήταν καθαρά ελληνική υπόθεση ή μια δικτατορία made in USA — η πρώτη σε ευρωπαϊκή χώρα; Τα όσα είχαν προηγηθεί είναι γνωστά:
1964. Φεβρουάριος. Εκλογές. Η Ένωσις Κέντρου (ΕΚ) με τον Γ. Παπανδρέου θριαμβεύει: 52,72% και 171 βουλευτές.
1964. Μάρτιος. Ο εικοσιτετράχρονος Κωνσταντίνος διαδέχεται στο θρόνο τον εκλιπόντα πατέρα του Παύλο.
1965. Ιούλιος. Ο Κωνσταντίνος ανατρέπει την κυβέρνηση Παπανδρέου. Οι αποστάτες στην εξουσία.
1966. Δεκέμβριος. Ο Κωνσταντίνος «τελειώνει» την κυβέρνηση των αποστατών, σχηματίζοντας ακόμη μια βασιλική κυβέρνηση με εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα υπό τον τραπεζίτη Ι. Παρασκευόπουλο. Σ’ αυτή τη λύση είχαν συμφωνήσει η ΕΚ (Γ. Παπανδρέου) και η ΕΡΕ (Π. Κανελλόπουλος), αφού στόχος ήταν οι εκλογές σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Το πρώτο κρίσιμο τετράμηνο του 1967
Το πρώτο τετράμηνο του 1967, η κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα ήταν εντελώς ασυνήθιστη:
* Ενώ βαδίζαμε προς τις κάλπες, η «εκτροπή» συζητιόταν ευρύτατα και ανοικτά: από τον βασιλιά ως τον Καραμανλή (στο Παρίσι) και από τον «θεωρητικό της δικτατορίας» Σάββα Κωνσταντόπουλο ως μια σειρά βασικών στελεχών της ΕΡΕ, συζητούσαν –μήνες τώρα– για μια δικτατορία, λες και ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο!
* Ειδικά ο βασιλιάς ετοιμαζόταν για μια νομότυπη λύση (αναστολή ορισμένων άρθρων του Συντάγματος, όπως προβλεπόταν σε περίπτωση «εσωτερικού κινδύνου» που προϋπέθετε συγκατάθεση του πρωθυπουργού) ή για ένα κανονικό στρατιωτικό πραξικόπημα.
* Ο στρατός έβλεπε ότι είχε έρθει η ώρα του να παρέμβει στις πολιτικές εξελίξεις — και… πολύ είχε αργήσει! Από τη μια ήταν ο αρχηγός ΓΕΣ Γρ. Σπαντιδάκης που με τους βασιλικούς στρατηγούς είχε έτοιμα τα σχέδια επέμβασης, από την άλλη μια ομάδα συνταγματαρχών-λοχαγών με έδρα την ΚΥΠ, ετοίμαζε τη δική της δικτατορία τουλάχιστον για μια δεκαετία.
* Οι Αμερικανοί παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ανάλογη προσοχή τις εξελίξεις. Η όποια παρέμβαση, του βασιλιά, του στρατού, περνούσε υποχρεωτικά από τη δική τους έγκριση, αφού είχαν αναλάβει την κηδεμονία της χώρας από τους Άγγλους ακριβώς είκοσι χρόνια πριν. Όλο το δυναμικό είχε δραστηριοποιηθεί:
Πρεσβεία: Πρέσβης Φ. Τάλμποτ, επιτετραμμένος Ν. Άνσουτζ· άλλα σημαντικά πρόσωπα: Κέυ Μπράκεν, Ρ. Μακλέλαν, Μ. Τόμπσον, γραμματέας Ρόμπερτ (Μπομπ) Κήλυ (μετέπειτα πρέσβης επί ΠΑΣΟΚ: 1985-89), β΄ γραμματέας Τζ. Ντέυ, ακόλουθος Άμυνας Μάρσαλ, στρατιωτικός ακόλουθος Κ. Γουίλιαμς (βοηθός: Τζ. Λίπστικ), ναυτικός ακόλουθος Α. Σίνγκλερ, αεροπορικός ακόλουθος Ρ. Γουέστεμπυ. «Σταθμός» της CIA: «σταθμάρχης» Τζακ Μώρυ, υπαρχηγός Χ. Γκρην. Αποστολή: υποστράτηγος Σ. Ήτον.
Μέσα στο κλίμα της αντικομουνιστικής υστερίας που επικρατούσε, ένα «πρόβλημα» προβαλλόταν για να δικαιολογηθεί η προετοιμαζόμενη «εκτροπή»: η επάνοδος «των Παπανδρέου» στην εξουσία! Όλες οι προβλέψεις έδειχναν ότι η ΕΚ θα θριάμβευε στις εκλογές, όποτε κι αν γίνονταν, κάτι που… κανένας δεν ήθελε! Και το πρόβλημα δεν ήταν ο ογδοντάχρονος Γ. Παπανδρέου αλλά ο γιος του, Ανδρέας, επικεφαλής της αριστερής πτέρυγας της ΕΚ που έδειχνε τάσεις αυτονομίας, έντονο αντιαμερικανισμό και θα μπορούσε –έλεγαν– ακόμα και να συγκυβερνήσει με την ΕΔΑ! Ανάκτορα και Αμερικανοί δικαιολογημένα αγανακτούσαν: Είδαμε και πάθαμε (και… ακριβοπληρώσαμε) για να τους ξεφορτωθούμε, τώρα θα τους ξαναβρούμε μπροστά μας; έλεγαν. Δύο λύσεις συζητιόνταν και εξετάστηκαν προσεκτικά. Η πρώτη ήταν η παρέμβαση στις εκλογές, με χρηματοδότηση προεκλογικά βουλευτών ή κομμάτων.
Λύση πρώτη: παρέμβαση στις εκλογές με χρηματοδότηση βουλευτών ή κομμάτων
11.2. Ο «σταθμάρχης» Μώρυ έπεισε τον πρέσβη Τάλμποτ να προτείνει στην Ουάσιγκτον μια τέτοια παρέμβαση. «Σε αντίθεση με προηγούμενες επιχειρήσεις του παρελθόντος που επικεντρώθηκαν στην ΕΔΑ», τώρα στόχος ήταν «να περιοριστεί η επιρροή και η ισχύς που προσπαθεί να αποκτήσει ο Α. Παπανδρέου με την υποστήριξη ορισμένων ανταγωνιστικών στοιχείων της ΕΚ, της ΦΙΔΗΚ (το κόμμα των “αποστατών”), της ΕΡΕ και των Ανεξάρτητων». Τις λεπτομέρειες θα ετοίμαζε ο «σταθμός». Η «επιχείρηση» θα στοίχιζε 100.000 δολάρια που θα χειριζόταν ο Τζ. Ντέυ από την πρεσβεία και ο Τζωρτζ Ιωαννίδης από το «σταθμό».
28.2. Ο Τάλμποτ ενημέρωσε το Στ. Ντηπάρτμεντ ότι ο Κωνσταντίνος τον ρώτησε, για πρώτη φορά ευθέως, ποια θα ήταν η αντίδραση των ΗΠΑ σε περίπτωση πραξικοπήματος.
8.3. και 13.3. Η αρμόδια για τέτοιες «επιχειρήσεις» «Επιτροπή 303» του Λευκού Οίκου μετά από δυο συνεδριάσεις απορρίπτει την πρόταση Τάλμποτ-Μώρυ.
16.3. Ο Τάλμποτ παίρνει και εγγράφως την απάντηση της Ουάσιγκτον. Μαζί και την απάντηση στην απορία του βασιλιά για τα σχέδιά του, «τον κίνδυνο μιας στρατιωτικής δικτατορίας, εάν η τάση του Ανδρέα φαινόταν μη αναστρέψιμη». Η απάντηση ήταν σαφέστατη: «Η πρόληψη μιας τέτοιας εξέλιξης θα έπρεπε να γίνει μέσω διπλωματικής πειθούς και όχι με κάποια μυστική επιχείρηση».
Λύση δεύτερη: στρατιωτικό πραξικόπημα πριν από τις εκλογές.
Η δεύτερη λύση ήταν η ρεαλιστική παρέμβαση με στρατιωτικό πραξικόπημα πριν από τις εκλογές.
29.3.Ο Κωνσταντίνος λέει ξεκάθαρα στον Τάλμποτ ότι βρισκόταν σε δίλημμα «ανάμεσα στην παράδοση της χώρας στους Παπανδρέου και την επιβολή δικτατορίας πριν ή αμέσως μετά τις εκλογές», και τον ρωτούσε αν «θα μπορούσε να υπολογίζει στην βοήθεια των ΗΠΑ σε περίπτωση που αναγκαζόταν να προχωρήσει σε εκτροπή» — για την ακρίβεια, αν θα είχε «σαφή αμερικανική υποστήριξη για την επιβολή δικτατορίας».
30-31.3. Βλέποντας ότι αγριεύουν τα πράγματα, ο αμερικανός πρέσβης απέφυγε ν’ απαντήσει στο βασιλιά αλλά έστειλε δύο επιστολές στο Στέητ Ντηπάρτμεντ, περιγράφοντας αναλυτικά την κατάσταση και ζητώντας συγκεκριμένες οδηγίες. Μαζί με τη δεύτερη επιστολή έστειλε και δύο υπομνήματα που είχε ετοιμάσει ο Ντέυ (υπό την καθοδήγηση του Άνσουτζ) με αντικείμενο «το πρόβλημα Α. Παπανδρέου». Η άποψη που διατυπωνόταν ήταν ότι… δεν υπάρχει λύση. «Εν κατακλείδι», έλεγε το υπόμνημα, «δεν βλέπουμε κάποιο πραγματικά αξιόπιστο τρόπο ανάσχεσης του Ανδρέα».
3.4. απάντηση του Στ. Ντηπάρτμεντ έφτασε στην πρεσβεία την ίδια μέρα που ορκιζόταν νέα κυβέρνηση (της ΕΡΕ με πρωθυπουργό τον Π. Κανελλόπουλο) και ήταν θετική: άναβε το «πράσινο φως» των Αμερικανών για το πραξικόπημα του βασιλιά! Συγκεκριμένα:
* Στην Αθήνα, ο Π. Κανελλόπουλος ανέτρεψε την κυβέρνηση Παρασκευόπουλου, όπως ακριβώς είχε κάνει με την κυβέρνηση των αποστατών: αποσύροντας τη στήριξη της ΕΡΕ. Εδώ, αφορμή ήταν μια τροπολογία την οποία κατέθεσε η ΕΚ στη Βουλή για να καλυφθεί προεκλογικά ο Α. Παπανδρέου (όταν δεν θα ήταν βουλευτής) και να μη συλληφθεί. Ύστερα από συσκέψεις με τους πολιτικούς αρχηγούς (30.3-1.4) και με δικούς του ανθρώπους (2.4), ο βασιλιάς όρκισε κυβέρνηση Κανελλόπουλου (3.4), δυναμιτίζοντας ακόμα περισσότερο το πολιτικό κλίμα.
* Στην Ουάσιγκτον δεν χρειάστηκαν και πολύ για να μελετήσουν επιστολές και υπομνήματα. Οι αξιωματούχοι του Στ. Ντηπάρτμεντ Σ. Ρόκγουελ και Ντ. Μπρούστερ, υπεύθυνοι «για την πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ελλάδος», συνεργάστηκαν με έναν ακόμη αρμόδιο, τον Τζ. Όουενς, για να συντάξουν την απάντηση στον Τάλμποτ. Το προσχέδιο ετοίμασε ο Μπρούστερ και ήταν πάνω-κάτω σύμφωνο με τα ως τότε γνωστά. Στην παράγραφο 2, ο Μπρούστερ σημείωνε: «Θα τείναμε να προειδοποιήσουμε πιο έντονα εναντίον πιθανής συνταγματικής εκτροπής. Βάθος ελληνικού αισθήματος ενάντια σε τέτοια κίνηση, θα έπρεπε να ζυγιστεί πιο προσεκτικά από βασιλιά. Ανδρέας ως “μάρτυρας”, με μηχανισμό Λαμπράκη να τον στηρίζει πλήρως, θα ήταν πολύ δύσκολος αντίπαλος. Ως θέμα αρχής, ασφαλώς, ΗΠΑ θα ήταν αντίθετες σε εξωκοινοβουλευτική κίνηση».
* Ο Ρόκγουελ προσέθεσε στο σημείο αυτό, με τη δική του γραφομηχανή, μια φράση-κλειδί: «Πρέπει να τονίσετε θέση ότι αντίδραση ΗΠΑ σε τέτοια περίπτωση δεν μπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων, αλλά θα εξαρτηθεί από συνθήκες εκείνης της στιγμής».
Όπως έλεγε ο Κήλυ, «αυτή η πρόταση “μ’ έκανε να βγω από τα ρούχα μου”», γιατί «στην ουσία ακύρωνε όλη την υπόλοιπη θέση του Yπουργείου Εξωτερικών και αδιαφορούσε πλήρως στο αίτημα του βασιλιά για συμβουλή». Άλλωστε, «ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν πολύ πιο έξυπνος απ’ όσο θεωρούνταν» και «αντιλήφθηκε ότι του είχαν δώσει μια μη απάντηση». Στην πραγματικότητα ήταν –με τα δεδομένα της στιγμής– το πιο καθαρό o.k. των Αμερικανών για τη δικτατορία του βασιλιά. Του έλεγαν ότι δεν μπορούν προκαταβολικά να του πουν το ναι, δεν του έλεγαν όχι (όπως έκαναν ως τότε) και τον συμβούλευαν να κινηθεί στις κατάλληλες συνθήκες, αφήνοντας ίσως ανοιχτό μόνο το ενδεχόμενο να βγάλουν την ουρά τους απέξω σε περίπτωση αποτυχίας…
8.4. Ο Τάλμποτ ενημέρωσε τον βασιλιά για την απάντηση της Ουάσιγκτον κι αυτός (λιγότερο ή περισσότερο ή καθόλου έξυπνος) «απάντησε με ευχαριστίες» (!) και –πολύ φυσιολογικά, μετά τη συγκατάθεση– ζήτησε «αμερικανικές διαβεβαιώσεις» πριν κινηθεί. Δηλαδή, προστασία της Ελλάδος «από τους βόρειους γείτονές της», «παρεμπόδιση της Τουρκίας να εκμεταλλευτεί στην Κύπρο της δυσκολίες της Ελλάδος» και προστασία «από τη διείσδυση των κομμουνιστών, σαν κι εκείνη που παραλίγο να πετύχει τη δεκαετία του ’40»! Στοιχειωδώς απαραίτητα όλα αυτά πριν από ένα πραξικόπημα…
13.4. Βλέποντας να σφίγγουν τα πράγματα, ο Τάλμποτ έστειλε προσωπική επιστολή στον υπουργό Εξωτερικών Ντιν Ρασκ κάνοντας μια ολοκληρωμένη παρουσίαση της κατάστασης, όπως εκείνος την έβλεπε, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Με θλίψη σας αναφέρω πως ήλθεν η ώρα να υψώσω προειδοποιητικά σήματα από την Ελλάδα για επικείμενη θύελλα»! Αισθανόταν ότι «έρχεται το χάος» και η χώρα «οδηγείται σε μια άγρια επιλογή ανάμεσα στη δικτατορία και στις επιθέσεις υπό την καθοδήγηση του Α. Παπανδρέου εναντίον της μοναρχίας και των συμμαχιών της Ελλάδος με ξένες δυνάμεις». «Πώς να ξεφύγουμε από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη;» διερωτάτο και, για να δώσει μεγαλύτερη έμφαση, ζήτησε να πάει ο ίδιος στην Ουάσιγκτον για προσωπική ενημέρωση «προτού φτάσουμε στο σημείο των αποφάσεων» που, όπως έλεγε, έπρεπε να είναι άμεσες. Το Στ. Ντηπάρτμεντ απάντησε αρνητικά στην επίσκεψη (!), λέγοντας στον κατάπληκτο πρέσβη ότι ο Ρασκ δεν ευκαιρούσε να τον δει λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων! Θα του έστελναν γραπτή απάντηση…
14.4.Αιφνιδιαστικά, ο Κανελόπουλος διαλύει τη Βουλή και προκηρύσσει εκλογές για τις 28 Μαΐου. Η αντίστροφη μέτρηση για το πραξικόπημα αρχίζει…
20.4.Ο Τάλμποτ λαμβάνει επιτέλους την απάντηση που περιμένει. Ο υφυπουργός Εξωτερικών Λ. Μπατλ του έλεγε να επικοινωνήσει αμέσως με τον Γ. Παπανδρέου και να του προτείνει έναν συμβιβασμό με τα ανάκτορα: ο Κωνσταντίνος θα εγγυάτο ότι δεν επρόκειτο να συλληφθεί ο Ανδρέας, και ο Γ. Παπανδρέου θα δεσμευόταν ότι αν κέρδιζε τις εκλογές θα έβαζε υπουργούς Άμυνας και Εξωτερικών πρόσωπα κοινής εμπιστοσύνης με τα ανάκτορα και δεν θα έκανε μεγάλες αλλαγές στο στράτευμα. Το μήνυμα έφτασε τη νύχτα και διαβάστηκε το πρωί της 21ης Απριλίου· ήταν πια αργά: τα τανκς είχαν βγει — μόνο που δεν ήταν του βασιλιά! Ήταν των «μικρών» αξιωματικών,με μια τρόικα επικεφαλής: Γ. Παπαδόπουλος (ο ιθύνων νους) και Ν. Μακαρέζος, συνταγματάρχες, Στ. Παττακός, ταξίαρχος.
***
Η μοιραία 20ή Απριλίου: στρατηγοί και συνταγματάρχες
Η 20ή Απριλίου ήταν η μοιραία μέρα. Στρατηγοί και συνταγματάρχες, συνεδρίασαν και πήραν τις οριστικές αποφάσεις τους, λες και κάποιο αόρατο χέρι τους καθοδηγούσε…
* Τo πρωί, οι στρατηγοί: Μετά τη συνεδρίαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου (9 π.μ.-12 μ.), παρέμειναν τέσσερις από τους δέκα αντιστράτηγους και ύστερα από πεντάωρη (παράνομη) σύσκεψη, αποφάσισαν ο Α/ΓΕΣ να ενημερώσει τον βασιλιά για την απόφαση «να κινηθεί ο στρατός» μόλις έδινε εκείνος την εντολή. Πρώτη ημερομηνία η Μ. Τρίτη (25.4.. Ήταν οι Γρ. Σπαντιδάκης, Οδ. Αγγελής, Γ. Ζωιτάκης, Κ. Κόλλιας, Β. Μαράντος, Χ. Παπαδάτος.
* Το απόγευμα, οι συνταγματάρχες: Συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Μ. Μπαλόπουλου, στη Ν. Σμύρνη (Γ. και Κ. Παπαδόπουλος, Παττακός, Μακαρέζος, Ιωαννίδης, Λαδάς, Ρουφογάλης, Ασλανίδης, Λέκκας, Σταματελόπουλος, Γκαντώντας, Καραμπέρης, Μέξης, Αναστασόπουλος), ειδοποιήθηκαν για την απόφαση των στρατηγών από τον Ζωιτάκη και αποφάσισαν να κινηθούν αμέσως. Μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα άρχισαν να βγαίνουν τα τανκς. Η πολυσυζητημένη δικτατορία ήταν γεγονός…
* Τα πράγματα ξεκαθάρισαν γρήγορα. Ο Α/ΓΕΣ προσχώρησε αμέσως, ο βασιλιάς τους αναγνώρισε και τους όρκισε (η πρώτη «κυβέρνηση» ήταν βασιλοχουντική, με «πρωθυπουργό» τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κ. Κόλλια και πέντε αεροπαγίτες!), οι Αμερικανοί έδωσαν τις ευλογίες τους… Σε ένα υπόμνημα που συνέταξε ο Κήλυ, λίγα εικοσιτετράωρα μετά το πραξικόπημα, έλεγε ότι θα μπορούσαν άμεσα να διώξουν τη χούντα. «Θα μπορούσαμε να ανατρέψουμε το καθεστώς απλώς και μόνο κουνώντας το δάκτυλό μας», έγραψε, κι ο Τάλμποτ που το διάβασε είχε μια απορία: «Εδώ λέτε κουνώντας το δάχτυλό μας. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό;».
Ο αιφνιδιασμός των Αμερικανών
Το εντυπωσιακό είναι ότι ο Αμερικανοί που περίμεναν το πραξικόπημα του βασιλιά, το οποίο επίσημα είχαν εγκρίνει, έδειξαν να αιφνιδιάζονται από τη χούντα των συνταγματαρχών — κυριολεκτικά πιάστηκαν στον ύπνο!
* Τον Τάλμποτ τον ξύπνησε στις 3 το πρωί ο ανιψιός του Π. Κανελλόπουλου, Δ. Λιβανός, χτυπώντας την πόρτα της πρεσβευτικής κατοικίας για να του πει ότι ο πρωθυπουργός είχε συλληφθεί από στρατιωτικούς.
* Τον Κήλυ τον πληροφόρησε ο γιος του, την ώρα που έκανε ντους, για να του πει ότι δεν είχε σχολείο και ότι τανκς κυκλοφορούσαν στην Κηφισίας. φυγε τρέχοντας για την πρεσβεία αλλά στο μπλόκο των Αμπελοκήπων τον σταμάτησαν: δεν τον άφησαν, όπως και άλλους ξένους διπλωμάτες, να περάσει…
*Τον Μώρυ δεν ξέρουμε ποιος τον ξύπνησε και ποια ώρα ακριβώς, αλλά βρέθηκε στο ίδιο μπλόκο με τον Κήλυ. Βλέποντας ότι Αμερικανοί με στολή περνούσαν από το μπλόκο, γύρισε σπίτι του έβαλε (με δυσκολία είναι η αλήθεια) μια παλιά στολή αξιωματικού που είχε και πέρασε μια χαρά. (Εδώ που τα λέμε, τι να έλεγε στον επικεφαλής λοχαγό, ότι είναι ο «σταθμάρχης της CIA»; Θα τον μπαγλάρωναν!..)
* Στην Ουάσινγκτον, ο διευθυντής της CIA Ρ. Χελμς ήταν έξαλλος: Μα, να γίνει πραξικόπημα στην Ελλάδα και να μην το πάρουν χαμπάρι;
Για τους στρατηγούς ήξεραν τα πάντα: «Ήμασταν πλήρως ενημερωμένοι, μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια: τα κωδικά ονόματα, τους στόχους της επιχείρησης, τους επικεφαλής, τα μέσα που διέθεταν κτλ» σημείωνε ο Κήλυ.
Για τους συνταγματάρχες; Φαίνεται ότι θα μπορούσε να πει κανείς το ίδιο: ήξεραν ονόματα, βαθμούς, θέσεις όπου υπηρετούσαν, ποιοι συμμετείχαν στις συσκέψεις, τι λεγόταν σ’ αυτές, ότι ο Γ. Παπαδόπουλος ήταν επικεφαλής κλπ. Με κάθε λεπτομέρεια. Ο αρμόδιος στο Στ. Ντηπάρτμεντ για τη λήψη και ανάλυση των πληροφοριών που έφταναν από την Ελλάδα, Χ. Λαγουδάκης, έλεγε ότι «από τις 19 Ιουνίου 1965 είχε λάβει περίπου δεκαπέντε αναφορές της CIA από διάφορες πηγές» για την «συνωμοτική ομάδα» Παπαδόπουλου που ήταν έτοιμη να κάνει πραξικόπημα. Τελευταία αναφορά: 23.1.67.
Ο Λαγουδάκης βλέπει, από κει και πέρα, να περνάνε οι μέρες χωρίς ενημέρωση και στις 6 Φεβρουαρίου κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στους ανωτέρους του, τον γνώριμό μας Ντ. Μπρούστερ και τον Φ. Στόνταρντ: Σταμάτησαν οι πληροφορίες, τι συμβαίνει; «Επειδή οι κύκλοι των Ανακτόρων και του Στρατού ανησυχούν για το ενδεχόμενο νίκης του Παπανδρέου στις εκλογές του Μαΐου», τους γράφει, «θα ήταν χρήσιμο να έχουμε περισσότερες πληροφορίες για αυτή την ομάδα, που μπορεί ενδεχομένως να ετοιμάζει πραξικόπημα. Ίσως θα ήταν φρόνιμο να γίνουν διακριτικές έρευνες από την CIA και το Πολιτικό Τμήμα» (της πρεσβείας). Τι άλλο να πει, δηλαδή;
Η σαφής αυτή προειδοποίηση φαίνεται να αγνοήθηκε. Άλλη αναφορά, επίσημα τουλάχιστον, δεν στάλθηκε (και κανένας δεν νοιάστηκε γι’ αυτό, καμία έρευνα δεν έγινε, κανένας δεν διερωτήθηκε τι έγιναν εκείνοι οι δραστήριοι συνταγματάρχες), ή στάλθηκε και απεκρύβη, αφού μια σειρά εγγράφων της CIA αυτής της περιόδου παραμένουν στο σκοτάδι: δεν αποχαρακτηρίστηκαν ακόμα. Ο Κήλυ είναι σαφής: «Δεν πιστεύω ότι οι πραγματικές εκθέσεις της CIA θα αποκαλυφθούν ποτέ», ενώ ο επιμελητής των Αμερικανικών Αρχείων Τζιμ Μίλερ, ο οποίος μελέτησε την περίοδο 1964-68, ταξινόμησε τα έγγραφα και ετοίμασε για έκδοση έναν τόμο που την έκδοσή του την είχε μπλοκάρει αρχικά η CIA (τίτλος: Εξωτερικές σχέσεις των ΗΠΑ: 1964-68, τόμος ΧVI: Κύπρος, Ελλάδα, Τουρκία), είναι πιο αισιόδοξος: θα βγουν αλλά μετά από πενήντα χρόνια!
Η ουσία είναι ότι οι Αμερικανοί που παρακολουθούσαν και κατεύθυναν τη χούντα των στρατηγών, δεν μπορεί, για ένα δίμηνο, να αγνόησαν τους –το ίδιο έτοιμους για πραξικόπημα– συνταγματάρχες και να κάνουν ότι δεν τους ξέρουν. Αν δεν τους γνώριζαν, δεν θα τους αναγνώριζαν — και μάλιστα αμέσως! Στην Ελλάδα του ’67, χωρίς την έγκριση των Αμερικανών δεν μπορούσε να κινηθεί ούτε πατίνι, όχι τανκς. Όπως δεν μπορούσε να γίνει πραξικόπημα σε χώρα του ΝΑΤΟ, με νατοϊκό Σχέδιο («Προμηθεύς»-«Ιέραξ ΙΙ») και να το αγνοεί η Ατλαντική Συμμαχία ή να κάνει πραξικόπημα ο Γ. Παπαδόπουλος, σύνδεσμος για χρόνια της ΚΥΠ με την CIA, εν αγνοία της Υπηρεσίας.
***
O ρόλος των ελληνοαμερικανών πρακτόρων της CIA
Με την πάροδο του χρόνου, το ζητούμενο δεν ήταν αν οι Αμερικανοί βρίσκονταν πίσω από το πραξικόπημα του ’67, αλλά ποιοι Αμερικανοί; Η πρεσβεία; Η CIA; Η Στρατιωτική Αποστολή; Σ’ αυτό τον προβληματισμό, ήρθε να προστεθεί και μια υποκατηγορία: οι ελληνοαμερικανοί πράκτορες της CIA.
Ο Τάλμποτ λέει: «Υπήρχαν ορισμένοι Ελληνοαμερικανοί στον “σταθμό” του Μώρυ για τους οποίους δεν μπορώ να είμαι βέβαιος ότι δεν είχαν καμία ανάμειξη. Τόσο ο Μώρυ, όσο και η γυναίκα του (!) ήταν πολύ αντίθετοι στον Ανδρέα και σε κάθε κρίσιμο επεισόδιο τάσσονταν υπέρ μιας δυναμικής αμερικανικής παρέμβασης στην Ελλάδα. Δεν μπορώ να ξέρω το έκαναν χωρίς να το γνωρίζω».
Ο Κήλυ αναρωτιέται μήπως «κάποια χαμηλόβαθμα στελέχη της CIA στην Αθήνα είχαν πληροφορηθεί εκ των προτέρων για το πραξικόπημα Παπαδόπουλου και δεν είπαν τίποτε στους ανωτέρους τους» και απαντά ξεκάθαρα: «Ναι, θα ήταν δυνατό… Η CIA είχε πολύ στενή σχέση συνεργασίας με την ελληνική ΚΥΠ, και οι πρωτεργάτες του “πραξικοπήματος των συνταγματαρχών”, είχαν υπηρετήσει στην ΚΥΠ, είχαν συνεργαστεί με τους Αμερικανούς συναδέλφους τους μέσα στα χρόνια, συγκεκριμένα ο ίδιος ο Παπαδόπουλος, ο Μακαρέζος, ο Ρουφογάλης, ο Χατζηπέτρος, ο Ιωαννίδης και άλλοι. Η ελληνική ΚΥΠ ήταν κατά κύριο λόγο στρατιωτικής φύσης υπηρεσία και οι σχεδιαστές του πραξικοπήματος ήταν αξιωματικοί που ο κύριος προσανατολισμός τους ήταν στον τομέα των πληροφοριών […]. Ο σταθμός της αμερικανικής CIA ήταν γεμάτος με Ελληνοαμερικανούς υπαλλήλους που συμμερίζονταν ένα μίσος για τον Α. Παπανδρέου και για όλα όσα εκπροσωπούσε, που ήταν ακροδεξιού προσανατολισμού και ολόψυχα υπέρ του πραξικοπήματος του Παπαδόπουλου όταν συνέβη και που έχουν παραμείνει ένθερμοι απολογητές του από τότε και μετά».
Όπως άρχισε να αποκαλύπτεται μετά τις έρευνες για τη δολοφονία του Κέννεντυ, στους κόλπους της CIA λειτουργούσε μια «ελληνική μαφία» από ελληνοαμερικανούς πράκτορες, μεγάλη και τρανή! Την εποχή του πραξικοπήματος:* Επικεφαλής ήταν ο Τομ Καραμεσίνης, γνωστός και ως «Το Μεγάλο Μαχαίρι», πρώτος «σταθμάρχης» της CIA στην Αθήνα (1950-53). Είχε ανέβει τα σκαλιά της ιεραρχίας και ήταν υπαρχηγός της CIA, υπεύθυνος για τη «Συγκαλυμμένη Δράση», δηλαδή για επεμβάσεις (πραξικοπήματα) σε ξένες χώρες. Ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Στο Στ. Ντηπάρτμεντ υπεύθυνος Ελληνικών Υποθέσεων ήταν ο Πητ Κορομηλάς και αναλυτής ο Χ. Λαγουδάκης.
* Στην Αθήνα, «δεξί χέρι» του Μώρυ ήταν ο Τζωρτζ Ιωαννίδης (που ήρθε εδώ από το Μαϊάμι μετά τη δολοφονία του Κέννεντυ), ιδιαίτερα δραστήριος, ο Γκας Αβράκωτος ή «Δρ Βρώμικος», υπεύθυνος επιχειρήσεων ο Στ. Μίλτον, υπεύθυνος ηλεκτρονικών παρακολουθήσεων ο Τζων Φατσέας (ως το 1966 σίγουρα) και σε άλλα καίρια πόστα ο Τζ. Στήβενς, ο Γ. Κάλαρης και άλλοι, όχι λίγοι. Θα άφηναν να κάνουν άλλοι δικτατορία στην πατρίδα τους;
Επίλογος (που θα μπορούσε να είναι και πρόλογος): ένας διάλογος Τζόνσον και έλληνα πρέσβη
Το 1967 είχε έρθει η ώρα της δικτατορίας στη χώρα μας. Δύο χούντες έδιναν αγώνα δρόμου ποια θα πρωτοπρολάβει, με κριτές τους Αμερικανούς που είχαν πάρει έγκαιρα τις αποφάσεις τους. Ο πρόεδρος Τζόνσον, άλλωστε, έβλεπε από νωρίς πού πάνε τα πράγματα. Έγινε έξαλλος με τον Γ. Παπανδρέου όταν τον κάλεσε στην Ουάσιγκτον τον Ιούνιο του ’64 για μια συνάντηση-παγίδα με τον τούρκο ομόλογό του Ινονού και δεν υπέκυψε στους πρωτοφανείς εκβιασμούς και τις άθλιες απειλές του. Όταν, μάλιστα, φεύγοντας ο Γ. Παπανδρέου πέρασε από το Παρίσι και είδε τον Ντε Γκωλ, ο Τζόνσον κάλεσε τον πρεσβευτή μας στην Ουάσιγκτον Αλ. Μάτσα και του επανέλαβε τις απειλές για μιας μορφής διχοτόμηση στην Κύπρο (Σχέδιο Άτσεσον), παραχώρηση του Καστελόριζου στους Τούρκους κ.ά. Ο Μάτσας του υπενθύμισε την απάντηση Παπανδρέου («καμιά Ελληνική Βουλή δεν θα μπορούσε να δεχτεί ένα τέτοιο Σχέδιο […] και το Ελληνικό Σύνταγμα δεν επέτρεπε σε μια ελληνική κυβέρνηση να παραχωρήσει ένα Ελληνικό νησί»), οπότε ακολούθησε ένας απίστευτος διάλογος:
Τζόνσον: «Τότε ακούστε με, κύριε πρέσβη. Γαμώ τη Βουλή σας και το Σύνταγμά σας! Η Αμερική είναι ελέφαντας. Η Κύπρος είναι ψύλλος. Και η Ελλάδα είναι ψύλλος. Αν αυτοί οι δύο ψύλλοι εξακολουθούν να φέρνουν φαγούρα στον ελέφαντα, μπορεί ο ελέφαντας να τους ρουφήξει μια και καλή με την προβοσκίδα του»!
Μάτσας: «Θα διαβιβάσω τις απόψεις σας στον πρωθυπουργό κ. Παπανδρέου, αλλά είμαι βέβαιος για την ελληνική απάντηση: “Η Ελλάδα είναι δημοκρατία. Ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να εναντιωθεί στις επιθυμίες της Βουλής”».
Τζόνσον: «Θα σας πω ποια απάντηση θα δώσω αν πάρω τέτοιου είδους απάντηση από τον πρωθυπουργό σας. Ποιος νομίζει ότι είναι; Δεν μπορώ να έχω και δεύτερο Ντε Γκωλ στα πόδια μου. Πληρώνουμε πολλά αμερικανικά δολάρια στους Έλληνες, κύριε πρέσβη. Αν ο πρωθυπουργός σας μου μιλήσει για Δημοκρατία, Βουλή και Σύνταγμα, τότε εκείνος, η Βουλή και το Σύνταγμά του μπορεί να μην κρατήσουν για πολύ»!
Αν τα έλεγε άλλος αυτά, θα ήταν πρόβλεψη, όταν τα λέει ο πρόεδρος των ΗΠΑ είναι μια σαφέστατη και άθλια απειλή: Τον Ιούλιο του ’65, με την αποστασία, ο Γ. Παπανδρέου έχασε την εξουσία: η πρωθυπουργία του κράτησε κάτι παραπάνω από ένα χρόνο. Τον Απρίλιο του ’67 έγινε δικτατορία: «Η Δημοκρατία, η Βουλή, το Σύνταγμα» κράτησε κάτι λιγότερο από τρία χρόνια. Τουλάχιστον ο Τζόνσον ήταν συνεπής.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τα τελευταία χρόνια πολλά και αποκαλυπτικά έγγραφα έχουν δοθεί στη δημοσιότητα γύρω από τη δικτατορία. Σημειώστε τα βιβλία του Μπομπ Κήλυ Η αμερικανική πρεσβεία και η κατάρρευση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, 1966-1969 (Πατάκης), του Αλέξη Παπαχελά Ο βιασμός της ελληνικής δημοκρατίας. Ο αμερικανικός παράγων 1947-1967 (Εστία), της Αριστοτελίας Πελώνη Ιδεολογία κατά ρεαλισμού. Αμερικανική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα, 1963-1967 (Πόλις), Κ. Παπαιωάννου Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει… Μια πολιτική ανασκο(λό)πηση της Ιστορίας, 1944-2007 (Καστανιώτης). Ακόμα, τα αφιερώματα των Ιστορικών της Ελευθεροτυπίας (20.4.2000 και 19.4.2001), της Καθημερινής («Ανατομία της δικτατορίας», 20.4.2007) και των Νέων («40 χρόνια από το πραξικόπημα»). Ο διάλογος Τζόνσον-Μάτσα δημοσιεύεται στο βιβλίο του Γεράσιμου Τσιγάντε I should have Died: A Terrifying Indictment of the Methods Employed by the Russian Secret Service in Korea and the American CIA in Greece (Atheneum), αναδημοσιεύτηκε στην Ελλάδα (στο Βήμα) και δεν διαψεύστηκε ποτέ.
ΣΕ ΠΛΑΙΣΙΟ
Ένας μύθος που καταρρίπτεται από τον Κήλυ είναι αυτός που θέλει τους Αμερικανούς να αναστέλλουν την αμερικανική βοήθεια σε ένδειξη δυσφορίας προς το στρατιωτικό καθεστώς. Αμ’ δε! Όλα έγιναν συμπτωματικά· ο Κήλυ τα λέει πολύ ωραία:
«Ο Στρατηγός Ήτον συναντήθηκε με τον πρέσβη τη μέρα του πραξικοπήματος, στις 21 Απριλίου, και εξέφρασε κάποιες ανησυχίες, επειδή ένα πλοίο που μετέφερε τανκς θα έφτανε σύντομα στο λιμάνι του Πειραιά και το φορτίο επρόκειτο να παραδοθεί στον ελληνικό στρατό ως μέρος του προγράμματός μας στρατιωτικής βοήθειας. Αφού είχαν μόλις χρησιμοποιηθεί τανκς και άλλα όπλα της αμερικανικής βοήθειας για την ανατροπή της συνταγματικής κυβέρνησης της συμμάχου μας, ο Ίτον και ο Τάλμποτ συμφώνησαν ότι δεν θα βοηθούσε τη δημόσια εικόνα της κυβέρνησης των ΗΠΑ στην Ελλάδα και στην πατρίδα (ιδίως στην πατρίδα) να έχουμε άλλη μια παρτίδα τανκς αμερικανικής προέλευσης να παρελαύνουν μέσα από τους δρόμους της Αθήνας σε αυτή τη συγκυρία. Ο Τάλμποτ πρότεινε να κατευθυνθεί το εν λόγω πλοίο προς την Τουρκία, ενώ ένα ακόμη φορτηγό πλοίο με τανκς και άλλο βαρύ οπλισμό που προοριζόταν για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις να ξεφορτώσει στην Ιταλία και το φορτίο να αποθηκευτεί εκεί, μέχρι να ξεκαθαρίσει περαιτέρω η κατάσταση στην Ελλάδα.
Έτσι λοιπόν ξεκίνησε, ως μέτρο ανάγκης και με μόνη μας έγνοια τη δική μας δημόσια εικόνα, η πολιτική της μερικής αναστολής της στρατιωτικής βοήθειας, που παρέμενε σε ισχύ από τη μέρα του πραξικοπήματος μέχρι να αρθεί τελικά στο σύνολό της το Σεπτέμβριο του 1970 […] Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια με ανταλλαγές τηλεγραφημάτων, υπομνήματα, υπηρεσιακές μελέτες, προεδρική εξέταση, επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα, και τελικά μία απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας για να μεταστραφεί μια «πολιτική» η οποία είχε ξεκινήσει από τον Τάλμποτ και τον Ίτον με πολύ πρόχειρο τρόπο σε μία σύσκεψη που είχε διάρκεια μόλις λίγα λεπτά, αφού η ενδεδειγμένη πορεία δράσης εκείνο τον καιρό ήταν προφανής στον καθένα: “Δε θέλουμε εκείνα τα τανκς από τις ΗΠΑ να παρελαύνουν μέσα στους δρόμους της Αθήνας αυτήν τη στιγμή”»!