Στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, κράτη όπως η Ελλάς, η Τουρκία, το Ισραήλ και η Αίγυπτος διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο, όπως και το Ιράν και η ΕΕ (μέσω της Ελλάδος και της Κύπρου, αλλά και της Γαλλίας και της Ιταλίας, ενεργειακές εταιρείες των οποίων είναι παρούσες στην περιοχή).
Εμπλοκή στις υποθέσεις της περιοχής έχουν επίσης μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα.
Κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Nicolas Spykman, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Yale, διείδε τον ανταγωνισμό μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας για τον έλεγχο αυτού που ονόμασε ασιατικό «Αναχωματικό Δακτύλιο» (Rimland). Στο βιβλίο του «Η Γεωγραφία της Ειρήνης» [1], έγραψε ότι «η Κίνα θα καταστεί μια ηπειρωτική δύναμη τεράστιων διαστάσεων που θα ελέγχει ένα μεγάλο τμήματος των ακτών» μιας ομάδας περιφερειακών θαλασσών που ονόμασε «Ασιατική Μεσόγειο», «έναν κατ’ εξοχήν νησιωτικό κόσμο», αποτελούμενο από την Θάλασσα της Ιαπωνίας, την Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας και την Θάλασσα της Νότιας Κίνας.
Η «Ασιατική Μεσόγειος» ελέγχει την πρόσβαση της Κίνας στον Ειρηνικό Ωκεανό και τις θαλάσσιες οδούς επικοινωνίας (SLOCs) που συνδέουν τον Ειρηνικό με τον Ινδικό Ωκεανό. Αυτή η Ασιατική Μεσόγειος έχει πολλές ομοιότητες με την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όπου η Τουρκία λειτουργεί κατά τρόπο ανάλογο προς αυτόν της Κίνας.
Ο καθηγητής Spykman προειδοποίησε ότι «μια σύγχρονη, ενδυναμωμένη και στρατοκρατούμενη Κίνα 400 εκατομμυρίων ανθρώπων θα αποτελέσει απειλή όχι μόνο για την Ιαπωνία αλλά και για την θέση των Δυτικών δυνάμεων στην Ασιατική Μεσόγειο», τα παράλια μιας ομάδας περιφερειακών θαλασσών που στρέφουν τις σύγχρονες Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προς τον άξονα Ασίας-Ειρηνικού, με την βοήθεια ορισμένων προ πολλού εγκατεστημένων στρατιωτικών βάσεων στην Ιαπωνία και στις Φιλιππίνες. Σκοπός αυτών των βάσεων είναι η αναχαίτιση κάθε προσπάθειας της Κίνας να αναπτύξει υπερβολική ισχύ στην περιοχή, ένα γεωπολιτικό πεδίο μάχης μεταξύ Κίνας, Ηνωμένων Πολιτειών, Ιαπωνίας και μικρότερων περιφερειακών δυνάμεων, όλων εις άγραν μεριδίου ενεργειακών πόρων, οικονομικής επιρροής, ελέγχου σημαντικών θαλάσσιων οδών, πολιτικού ελέγχου της περιοχής και της συνολικής ισορροπίας ισχύος στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού [2].
Ο «Νέος Κόσμος» και η «Κεντρική Γη» αντιπαρατάσσονται για τον έλεγχο της περιοχής του «Ανασχετικού Δακτυλίου» (Rimland) του Ν. Spykman.
Η ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ SPYKMAN ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΨΥΧΡΟΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Η συγκέντρωση στην περιοχή της δυτικής Ευρασίας ποσοστού 70% των παγκόσμιων αποθεμάτων φυσικού αερίου (κύριου καυσίμου της μεταβατικής περιόδου απανθρακοποίησης προς αποτροπή πλήρους αποσταθεροποίησης του κλίματος, βλ. Χάρτη 2 κατωτέρω), απεικονίζει την γεωστρατηγική σημασία της στρατηγικής του Spykman. Κυρίως, όμως, υπογραμμίζει το βασικό συμφέρον των ΗΠΑ, δηλαδή την παρεμπόδιση όποιας δύναμης ή συνασπισμού δυνάμεων από την οριοθέτηση μεγάλων περιοχών του κόσμου και μετατροπή τους σε σφαίρες επιρροής.
Η γενεσιουργός αιτία αυτής της πολιτικής της Ουάσιγκτον έγκειται στην επιθετική προσπάθεια της Κίνας να μετατρέψει την Θάλασσα της Νότιας Κίνας σε «κινεζική λίμνη», λόγω της τεκτονικής αλλαγής στο στρατηγικό περιβάλλον του Πεκίνου που επισυνέβη κατά την επαύριο της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης το 1991.
Η Κίνα, για πρώτη φορά στη μακρά ιστορία της, δεν αντιμετωπίζει πλέον καμία απειλή στα βόρεια σύνορά της και αυτή η τεράστια γεωπολιτική εξέλιξη εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τις επεκτατικές κινήσεις του κινεζικού στρατού στην ανατολική ακτή και τα νοτιοδυτικά σύνορά της. Επιβεβαιώνει δηλαδή, την αντίληψη των ηπειρωτικών δυνάμεων όπως η Κίνα και η Ρωσία, ότι τα κράτη όταν είναι ισχυρά και ενωμένα επεκτείνονται, ενώ αντιθέτως όποτε είναι αδύναμα και διαιρεμένα ανυπερθέτως συρρικνώνονται [3].
Υπ’ αυτή την έννοια, η Κίνα, ως μέρος της στρατηγικής στροφής της προς την Δύση (Go West Strategy), χρησιμοποιεί την «Πρωτοβουλία Ζώνη και Οδός» (Belt and Road Initiative/ BRI) προκειμένου να δημιουργήσει δικό της σύστημα οικονομικών κόμβων στην ηπειρωτική Ασία, μέσω δικτύων αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου, αυτοκινητοδρόμων και σιδηροδρομικών γραμμών που θα ενώνουν το Πεκίνο με την Κεντρική, Νοτιοδυτική και Νοτιοανατολική Ασία, ώστε να εισάγει πρώτες ύλες και ενεργειακούς πόρους και να εξάγει βιομηχανικά προϊόντα κινεζικής κατασκευής στις εν λόγω περιοχές και πέραν αυτών [4]. Επιπροσθέτως, το Πεκίνο κατασκευάζει τον θαλάσσιο Δρόμο του Μεταξιού με στόχο να συνδέσει την Νότια Θάλασσα της Κίνας με τη Μεσόγειο και την Ερυθρά Θάλασσα μέσω του Ινδικού Ωκεανού, πραγματοποιώντας επενδύσεις στις υποδομές διαφόρων κρατών, επιδιώκοντας δι’ αυτού του τρόπου να κρατά ανοικτές τις θαλάσσιες οδούς επικοινωνίας (SLOCs) για την διέλευση ενεργειακών πόρων και πρώτων υλών.
Εις απάντηση των ανωτέρω, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στρέφονται προς την Ασία και ενεργοποιούν την «Στρατηγική του Αναχωματικού Δακτυλίου» (Rimland Strategy), όπου η διαίρεση του «Αναχωματικού Δακτυλίου» σε μέρη καθίσταται βασική στρατηγική αναχαίτισης και οπισθοχώρησης της κινεζικής επιρροής, ιδίως όσον αφορά τις ροές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι ΗΠΑ επικεντρώνονται στις περιοχές της Κεντρικής Ασίας και του Περσικού Κόλπου, με αδιαμφισβήτητο στόχο την υπονόμευση του ενεργειακού εφοδιασμού της Κίνας από την Ευρύτερη Μέση Ανατολή, αποπειρώμενες να ανακόψουν την ροή φυσικού αερίου από την Κεντρική Ασία και το Ιράν, τόσο στην θάλασσα όσο και στην ξηρά.
Η ασφάλεια του Ινδικού ωκεανού καθίσταται λοιπόν κομβικής σημασίας. «Χύδην φορτία μεταφέρονται μέσω κρίσιμων σημείων διόδου (chokepoints) στον Ινδικό Ωκεανό και μέσω βασικών λιμένων όπως οι Gawdar, Chabahar, Hambanthosa, Colombo, Βομβάη (Mumbai) και Chittagong. Αυτοί οι βασικοί λιμένες προσέδωσαν αυτόνομη ναυτιλιακή σημασία και επιρροή σε κράτη του Ινδικού Ωκεανού. Παραπλεύρως αυτών των λιμένων, υπάρχουν ευαίσθητα σημεία για την ασφάλεια της περιοχής τα οποία δύνανται να διαχέουν αποσταθεροποίηση στον Ινδικό Ωκεανό από χαίνουσες πληγές όπως η Σομαλία, η Υεμένη και το Ιράν. Γι’ αυτό τον λόγο, η ασφάλεια αυτής της περιοχής είναι ιδιαιτέρως σημαντική για την παγκόσμια οικονομία και πρέπει να διασφαλισθεί από τις Μεσανατολικές αναταράξεις» [5].
Σύμφωνα με τον Robert Kaplan, η Κίνα επεκτείνεται καθέτως ενώ η Ινδία οριζοντίως εν σχέσει με τον τρόπο προβολής της θαλάσσιας ισχύος τους [6]. Πράγματι, το Πεκίνο επιδιώκει θαλάσσια επέκταση μέσω της Νότιας θάλασσας της Κίνας προς τον Ινδικό Ωκεανό, με τρόπο ώστε η σφαίρα επιρροής του να συγκρούεται με αυτή των ΗΠΑ, καθώς η τελευταία εκτείνεται από τον δυτικό Ειρηνικό Ωκεανό μέχρι την ευρύτερη περιοχή της θαλάσσιας Ασίας. Η Κίνα και οι ΗΠΑ ανταγωνίζονται αλλήλοις και η Κίνα ανταγωνίζεται την Ινδία. Η θαλάσσια μεταφορά ενεργειακών πόρων από τα κράτη του Κόλπου μέσω του Στενού της Μάλακα επηρεάζει ιδιαιτέρως την Κίνα, η οποία συμμαχεί με την Μιανμάρ και το Μπαγκλαντές για την μεταφορά ενέργειας σε περίπτωση επιδείνωσης κάποιας αντιδικίας με αντίπαλη δύναμη. Ως εκ τούτου, ευκόλως γίνεται αντιληπτό ότι η ένταση που βιώνει η διεθνής κοινότητα σήμερα, σχετίζεται λιγότερο με το Ιράν και τον Περσικό Κόλπο και περισσότερο με την Κίνα και τον Ινδικό Ωκεανό [7].
Πράγματι, ο Κόλπος του Ομάν δεν χωρίζει μόνο το Ομάν από το Ιράν, αλλά επίσης το Ομάν από το Πακιστάν. Έτσι η Κίνα, ελέγχοντας το τελευταίας τεχνολογίας λιμάνι εμποροκιβωτίων του Gwadar στο Πακιστάν, μπορεί να ελέγχει τις θαλάσσιες μεταφορές μέσω του Στενού του Ορμούζ. Με άλλα λόγια, η Κίνα βρίσκεται ήδη στη Μέση Ανατολή. Οι Κινέζοι εξετάζουν τώρα πιθανή κατασκευή ναυτικής βάσης πλησίον των συνόρων του Ιράν. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι ο Κόλπος του Ομάν αντιπροσωπεύει για την Ουάσιγκτον κάτι περισσότερο από μια πετρελαϊκή οδό (την οποία χρειάζονται πλέον οι ΗΠΑ λιγότερο λόγω ίδιας παραγωγής σχιστολιθικού φυσικού αερίου), αλλά ένα συνδετικό σημείο της Μέσης Ανατολής, της ινδικής υποηπείρου και της Ανατολικής Ασίας επί τη βάση της πρωτοβουλίας BRΙ της Κίνας.
Απ’ την άλλη πλευρά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κοινά συμφέροντα με την Ινδία, η οποία εμπλέκει στη ναυτική στρατηγική της την Σρι Λάνκα και τις Μαλδίβες. Πράγματι, οι εν εξελίξει συμμαχίες στον Ινδικό Ωκεανό δύνανται να ενισχυθούν έτι περαιτέρω μέσω κατασκευής πετρελαιαγωγών για τη μεταφορά πετρελαίου στα λιμάνια ανοικτής θάλασσας, για την Ινδία στο Chabahar του Ιράν και για την Κίνα στο Gawadr του Πακιστάν. Οι λιμένες Chabahar και Gwadar παρουσιάζουν στρατηγική σημασία για την θαλάσσια επέκταση της Ινδίας και της Κίνας. Μάλιστα, η Ινδία από κοινού με την Ιαπωνία, εισήγαγαν την στρατηγική για τον «Διάδρομο Ανάπτυξης», η οποία συνδέει την Αφρική με την Ασία και την Άπω Ανατολή. Η Σρι Λάνκα, για παράδειγμα, βρίσκεται κατά μήκος των θαλάσσιων οδών επικοινωνίας (SLOCs) τόσο για τη στρατηγική του «Διαδρόμου Ανάπτυξης» της Ινδίας, όσο και της στρατηγικής «One Belt, One Road» της Κίνας [8].
ΣΥΝΔΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΚΑΙ «ΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ»
Στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου, κράτη όπως η Ελλάς, η Τουρκία, το Ισραήλ και η Αίγυπτος διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο, όπως και το Ιράν και η ΕΕ (μέσω της Ελλάδος και της Κύπρου, αλλά και της Γαλλίας και της Ιταλίας, ενεργειακές εταιρείες των οποίων είναι παρούσες στην περιοχή). Εμπλοκή στις υποθέσεις της περιοχής έχουν επίσης μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα (μέσω της πρωτοβουλίας OBOR).
Ο από έτους 2011 εν εξελίξει πόλεμος στην Συρία, επέτρεψε την ανάδειξη εντός του παγκόσμιου συστήματος καταμερισμού ισχύος της μετάβασης στην εποχή της παγκόσμιας πολυπολικότητας ή μονο-πολυπολικότητας. Σε αυτό το θέατρο πολέμου, το Ιράν και η οργάνωση Hezbollah του Λιβάνου υποστηρίζουν το καθεστώς της Δαμασκού, ενώ η στρατιωτική παρέμβαση της Ρωσίας (2015) οδήγησε σε σημαντική σμίκρυνση της επιρροής των ΗΠΑ στην περιοχή, και συνακολούθως σε σιωπηρά ανοίγματα του Κρεμλίνου στην Αίγυπτο, στο Ισραήλ, στην Σαουδική Αραβία και ευρύτερα (για περισσότερα βλ. Δρ. Θρασύβουλος Μαρκέτος, «Ανταγωνισμός ΗΠΑ/ΕΕ και Ρωσίας για τον γεωστρατηγικό έλεγχο της Δυτικής Ευρασίας με ενεργειακό πρόσημο», Foreign Affairs Hellenic Edition, https://www.foreignaffairs.gr/, 11 Ιουνίου 2019).
Η αμερικανική στρατηγική οπισθοχώρηση είχε ως συνέπεια την εκδήλωση περισσότερο ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής από μεσαίες και μικρότερες δυνάμεις (Τουρκία, Ιράν). Άλλες δυνάμεις, εκμεταλλευόμενες την ρευστότητα στην περιοχή, μετακινούνται μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, ώστε να μεγιστοποιούν το όφελος ει δυνατόν και από τις δύο χώρες (Κύπρος, Ισραήλ, Αίγυπτος και Σαουδική Αραβία) [9].
Κινούμενες στο ανωτέρω στρατηγικό περιβάλλον, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι ΝΑΤΟϊκοί σύμμαχοί τους αντιμετωπίζουν ολοένα και μεγαλύτερες προκλήσεις στην περιοχή της Μεσογείου, τόσο εκ μέρους της Ρωσίας (ανάπτυξη πολεμικών πλοίων στα ανοικτά των συριακών ακτών), όσο και από την Κίνα μέσω προσφοράς κατασκευής υποδομών και χρηματοπιστωτικής βοήθειας σε εύθραυστες ευρωπαϊκές οικονομίες. Η Ουάσιγκτον οφείλει να επανεργοποιήσει το ενδιαφέρον της για την περιοχή, καθώς η αναδυόμενη Κίνα εκτελεί σαφείς κινήσεις προβολής της ως παγκόσμιας δύναμης στην περιοχή της Μεσογείου.
Όντως, το Πεκίνο επιδιώκει απόκτηση δικαιώματος αρνησικυρίας (veto) μέσω άσκησης γεωοικονομικής επιρροής επί αποφάσεων κρατών της περιοχής, οικονομικού και διπλωματικού χαρακτήρα, αλλά και επί θεμάτων ασφαλείας, καθώς γνωρίζει ότι η πρόσβαση στην Μεσόγειο θάλασσα ισοδυναμεί με πρόσβαση στον κόσμο. Προς επίρρωση του ανωτέρω συλλογισμού, η πρόσβαση, επί παραδείγματι, στον Περσικό Κόλπο από τις ανατολικές ακτές των ΗΠΑ μέσω της Μεσογείου και της διώρυγας του Σουέζ δεν είναι συντομότερη συγκρινόμενη με αυτή από τις δυτικές ακτές μέσω του Ειρηνικού και Ινδικού ωκεανού; Εν προκειμένω, η Κίνα έχει αρχίσει να καλλιεργεί αστάθεια στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς εκτιμά ότι η Μεσόγειος είναι το ιδανικό σημείο άσκησης πίεσης στην πολιτική των ΗΠΑ, περιλαμβανόμενης της ικανότητας της Ουάσιγκτον να ανταποκρίνεται σε απειλές προερχόμενες από το Ιράν ή από βίαιες εξτρεμιστικές οργανώσεις της Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής [10].
Σημαντικές διμερείς εμπορικές ευκαιρίες και επενδυτικά σχέδια της Κίνας στην Ελλάδα, Αίγυπτο, Αλγερία, Τουρκία, Ισραήλ και Ιταλία προσδίδουν, ιδιαιτέρως στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, εναλλακτική έναντι των ΗΠΑ. Είναι πασιφανές ότι η Κίνα και η Ρωσία έχουν ήδη καταστήσει την Μεσόγειο θάλασσα και την Ευρώπη προτεραιότητα για την επίτευξη του στρατηγικού στόχου σύνδεσης της Αφρικής με την Άπω Ανατολή μέσω του Ινδικού ωκεανού, και κάνουν χρήση των θαλάσσιων οδών επικοινωνίας (SLCOs) ώστε να προβάλουν θαλάσσια ισχύ και συνακολούθως να κατισχύσουν οικονομικώς και πολιτικώς στην παγκόσμια αρένα.
Η πρόσφατη ανακάλυψη προσοδοφόρων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου στον βυθό της Ανατολικής Μεσογείου, η επιθετική στρατιωτικο-διπλωματική στάση της Τουρκίας και η αντι-τουρκική ευθυγράμμιση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και Αιγύπτου, υπογραμμίζουν τις ομοιότητες της κατάστασης σ’ αυτή την περιοχή με την πολιτική της Κίνας στη Νότια Θάλασσα της Κίνας. Και οι δύο περιοχές συνιστούν χώρο υψίστης σημασίας για το διεθνές εμπόριο, και επίσης πεδίο εικαζόμενο ως πλούσιο σε φυσικούς πόρους. Επ’ αμφοτέρων των περιοχών επίσης, προβάλλουν απαιτήσεις σημαντικά κράτη, η Κίνα στην Νότια θάλασσα της Κίνας και η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο, εξωθώντας γειτονικά κράτη να αντιδρούν μέσω ενδυνάμωσης της αμοιβαίας συνεργασίας τους. Παρομοίως των ενεργειών της Κίνας στη Νότια Θάλασσα της Κίνας, η Τουρκία αναπτύσσει ήδη μονάδες επιβολής ναυτικής ισχύος, διεξάγει υβριδικό πόλεμο, σχηματίζει ναυτική πολιτοφυλακή, ενεργοποιεί στρατιωτικές υλικοτεχνικές υποδομές και εκτελεί κινήσεις εκφοβισμού, αυξάνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τον κίνδυνο επεισοδίου που μπορεί να μετεξελιχθεί σε ευρύτερη ένοπλη σύγκρουση [11].
ΤΟ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ 21ΟΥ ΑΙΩΝΑ
Αφενός, μέσω του ανοίγματος της πρώτης υπερπόντιας στρατιωτικής βάσης της Κίνας στο Djibouti, τον κρίσιμο κόμβο στην Ερυθρά θάλασσα, και αφετέρου, μέσω της ενεργούς στρατιωτικής εμπλοκής της Ρωσίας στην Συρία, αμφότερες αυτές οι δυνάμεις θέτουν τις προϋποθέσεις πιθανής ανάσχεσης της αμερικανικής επιρροής στην Μεσόγειο και τον Περσικό Κόλπο. Δεδομένου ότι σύμφωνα με δημοσίευση του World Energy Outlook (Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας), στην Κίνα αναλογεί το 40% αύξηση κατανάλωσης ενέργειας, και ότι η περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού θα καθίσταται ολοένα περισσότερο εξαρτώμενη από την Μέση Ανατολή (έως το 2030, 80% για την Κίνα και 90% για την Ινδία), η εξάρτηση του Πεκίνου από τη Μέση Ανατολή θα συγκρίνεται μόνο με την εξάρτησή του σε ενέργεια από την πρώην σοβιετική Κεντρική Ασία.
Τα ανωτέρω συγκλίνουν στην θέση ότι, προφανώς η Βορειοατλαντική Συμμαχία (ΝΑΤΟ), επί τη βάσει της γεωπολιτικής σχολής του καθηγητή Spykman, απαιτείται να αναπτύξει ισχυρές ναυτικές δυνάμεις και να διατηρεί ισχυρή παρουσία στον «Αναχωματικό Δακτύλιο» (Rimland) από την Θάλασσα της Νότιας Κίνας και κατά μήκος του Ινδικού ωκεανού στην Μεσόγειο θάλασσα, είτε μέσω στρατιωτικών βάσεων είτε φιλοαμερικανικών συμμαχικών κυβερνήσεων στη Μέση Ανατολή και το νότιο μέρος της Κεντρικής Ασίας, ώστε να ανασχεθεί η άνοδος της Κίνας ως παγκόσμιας δύναμης.
Το Πεκίνο στοιχηματίζει στο Ιράν το οποίο καθίσταται το απόλυτο επίκεντρο των γεωπολιτικών εξελίξεων του 21ου αιώνα, καθώς κυριαρχεί στις εμπορικές οδούς της Κεντρικής Ασίας και αποτελεί κόμβο υδρογονανθράκων για όλη την περιοχή του Ινδικού ωκεανού, διαθέτοντας ακτογραμμή 1.500 χιλ. από το Ιράκ μέχρι το Πακιστάν. Η Τεχεράνη είναι το κλειδί για τον σχεδιασμό της Κίνας και το κλειδί για το μέλλον της Ευρασίας. Συνεπώς, ο ευρω-κεντρικός κόσμος της παρελθούσης χιλιετίας ίσως τελικώς παρέλθει, καθώς η Βόρειος Αμερική και ο ευρύτερος Ινδικός ωκεανός έρχονται στο προσκήνιο [12].
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
1.Nicholas Spykman, ‘The Geography of Peace’, New York: Harcourt, Brace and Company, 1944
2.Sempa P. Francis, ‘Nicholas Spykman and the Struggle for the Asiatic Mediterranean’, The Diplomat, 9 Ιανουαρίου 2015, σελ. 3
3.Malik Mohan, ‘Geopolitics: Asia’s Out of Balance?’, σελ. 31
4.ibid, σελ. 33
5.Kulatunga Roshan, ‘Geopolitical Competition and Economics in the Indian Ocean Region’, ciep.org, 25 Σεπτεμβρίου 2018, σελ. 3
6.Kaplan Robert, ‘Monsoon’, New York: Random House Trade Paperbacks, 2011
7.Kaplan Robert, ‘This isn’t About Iran. It’s About China’, The New
York Times, 26 Ιουνίου 2019.
8.Kulatunga Roshan, ibid, σελ. 4
9.Tziarras Zenonas, ‘Cyprus’s Foreign Policy in the Eastern Mediterranean and the Trilateral Partnerships: a Neoclassical Realist Approach’, στον τόμο ‘The New Geopolitics of the Eastern Mediterranean: Trilateral Partnerships and Regional Security’ εκδ. Tziarras Z., Friedrich Ebert Stiftung-PRIO Cyprus Centre, Report 3/2019, σελ. 58
10.Chavez Tony, ‘Russia and China Have Made the Mediterranean a Priority, Will the United States Rise to the Challenge?, The National Interest, 14 Νοεμβρίου 2018, σελ.2
11.Gagaridis Alessandro, ‘Rising Tensions in the Eastern Mediterranean: Another South China Sea?’, Geopolitical Monitor, Situation Reports, 20 Μαρτίου 2018, σελ. 6
12.Kaplan Robert, ‘The Geopolitics of Energy’, Stratfor, 2018, σελ. 2
Ο Δρ ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ Ν. ΜΑΡΚΕΤΟΣ είναι αναλυτής Γεωστρατηγικής της Ενέργειας, Επιστημονικός Συνεργάτης/Διδάσκων στο Ινστιτούτο Διαρκούς Επιμόρφωσης (ΙΔΕ), ΓΕΕΘΑ, βοηθός καθηγητή στο Μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Οικονομία, Άμυνα, Ασφάλεια» στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, και Μέλος της Επιτροπής «Γεωπολιτική-Ενέργεια» στο Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ).