Δραματικές διαστάσεις προσλαμβάνει η επιδημία του νέου κορωνοϊού με τους ειδικούς να εκτιμούν μάλιστα ότι δεν έχει φτάσει καν στην κορύφωσή της που αναμένεται στα μέσα Φεβρουαρίου. Στην εστία του νέου ιού πάντως, στη Γουχάν, πάνω από 45 εκατομμύρια άνθρωποι είναι ουσιαστικά αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο. Για να περιορίσει την περαιτέρω εξάπλωση του ιού η κινεζική πολιτική ηγεσία παρέτεινε τις διακοπές της Πρωτοχρονιάς. Παράλληλα αναβλήθηκε και η έναρξη της συνεδρίασης του χρηματιστηρίου. Με το άνοιγμα οι τιμές σημείωσαν καταρχήν βουτιά τη Δευτέρα, ωστόσο την Τρίτη σταθεροποιήθηκαν.
Προληπτικά το Πεκίνο προχώρησε και σε μια ασυνήθιστη και αιφνιδιαστική ένεση ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος συνολικού ύψους 1,2 τρις γουάν (156 δις ευρώ) προκειμένου το τραπεζικό σύστημα και η εγχώρια χρηματαγορά να συνεχίσουν την απρόσκοπτη λειτουργία τους. Πέραν αυτού οι αρχές χαλάρωσαν το πλαίσιο των δασμών σε εισαγόμενα προϊόντα που θεωρούνται ζωτικής σημασίας στη μάχη κατά του νέου κορωνοϊού.
Πλήγμα για τουρισμό και λιανικό εμπόριο
Ανησυχία δεν επικρατεί όμως μόνον στο χρηματιστήριο. Σημαντική πτώση καταγράφει τις τελευταίες μέρες και η κατανάλωση στην Κίνα. Μεγάλες εκδηλώσεις για την κινεζική Πρωτοχρονιά έχουν ακυρωθεί, τουριστικά αξιοθέατα και κινηματογράφοι παραμένουν κλειστοί. Κλειστά επίσης 2.000 καταστήματα Starbucks, εκατοντάδες McDonald´s αλλά και 30 καταστήματα Ikea.
Ισχυρό πλήγμα δέχεται την ίδια ώρα ο τουρισμός. Πολλές χώρες έχουν εκδώσει έκτακτες ταξιδιωτικές οδηγίες για την Κίνα ενώ αεροπορικές εταιρίες ακυρώνουν τις πτήσεις τους προς την ασιατική χώρα. Η Lufthansa και οι θυγατρικές της Swiss και Austrian Airlines έχουν ακυρώσει όλα τα δρομολόγια από και προς Πεκίνο καταρχήν μέχρι και τις 29 Φεβρουαρίου. Οι κινεζικές αρχές από την πλευρά τους καλούν τους πολίτες να αναβάλουν προγραμματισμένα ταξίδια για το εξωτερικό αλλά και να αποφεύγουν ομαδικά ταξίδια στο εσωτερικό.
Κλειστά παραμένουν αυτή την εβδομάδα και μεγάλα εργοστάσια και γραφεία, όπως της Volkswagen, της BMW, της Toyota και της Tesla ενώ λόγω της περιορισμένης ζήτησης το μεγαλύτερο διυλιστήριο της Κίνας μείωσε την ημερήσια παραγωγή κατά 600.000 βαρέλια.
Η προ 17ετίας επιδημία του SARS είχε προκαλέσει επίσης μεγάλες οικονομικές αναταράξεις. Εντούτοις η διαφορά με εκείνη την εποχή είναι ότι σήμερα η παγκόσμια οικονομία είναι ακόμη πιο δικτυωμένη ενώ η κινεζική οικονομία έχει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα. Ενώ στις αρχές του αιώνα η συνεισφορά της Κίνας στο παγκόσμιο ΑΕΠ δεν ξεπερνούσε το 5%, σήμερα βρίσκεται στο 16%.
Η Κίνα είναι στο μεταξύ η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Επίσης είναι πολύ σημαντική αγορά για εξαγόμενα γερμανικά προϊόντα ενώ είναι κομβικής σημασίας παραγωγική μονάδα για τη γερμανική βιομηχανία.
Καθησυχαστικοί οι περισσότεροι ειδικοί
Σε αυτά τα συμφραζόμενα ο αναλυτής του οικονομικού Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου Τίμο Βολμερσχόιζερ εκτιμά ότι «οι οικονομικές συνέπειες θα είναι μάλλον πιο δραματικές απ΄ότι κατά την επιδημία του SARS». Η εξάμηνη τότε κρίση είχε στοιχίσει στην Κίνα το 1% περίπου των οικονομικών της επιδόσεων. Οι γερμανικοί δείκτες δεν είχαν καταγράψει τότε καν αξιοσημείωτες μεταβολές. «Έκτοτε όμως έχει αυξηθεί η οικονομική βαρύτητα της χώρας, ο αριθμός των μολύνσεων έχει αυξηθεί ενώ η αντίδραση της κινεζικής ηγεσίας είναι πιο σκληρή», όπως λέει.
Άλλοι ειδικοί εκτιμούν ότι οποιαδήποτε πρόβλεψη για τις συνέπειες του κορωνοϊού είναι πρόωρη και επισφαλής. Όπως είπε προς τη DW ο διευθυντής του γερμανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου στο Πεκίνο Γενς Χίλντεμπραντ: «Η Κίνα είχε τύχη μέσα στην ατυχία της διότι κατά τη διάρκεια των γιορτών δεν κινείται ούτως ή άλλως τίποτα στη χώρα. Όλα τα εργοστάσια κλείνουν για τρεις έως τέσσερις εβδομάδες». Ο ίδιος εκτιμά ότι το ερώτημα εάν και σε ποιό βαθμό θα επηρεάσει η νέα επιδημία την απασχόληση και την παραγωγή θα μπορεί να απαντηθεί την επόμενη ή μεθεπόμενη εβδομάδα όταν οι εργαζόμενοι θα πρέπει να επιστρέψουν στις δουλειές τους. Τότε θα φανεί πόσοι θα γυρίσουν και κατά πόσον θα επηρεαστεί η παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού.
Με αυτή την ανάγνωση συμφωνεί και το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών που επισημαίνει ότι «είναι πολύ νωρίς για να γίνουν αξιόπιστες αναλύσεις για τις οικονομικές επιπτώσεις του κορωνοϊού». Όπως σημειώνει ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Μαρσέλ Φράτσερ, «εάν συγκρατηθεί η εξάπλωση του ιού, τότε οι οικονομικές συνέπειες θα είναι μικρές και θα περιοριστούν σε βραχύβια μείωση της παραγωγής στην Κίνα». Σε περίπτωση όμως που η διάρκειά της είναι μεγαλύτερη, θα υπάρξουν άμεσες επιπτώσεις και στη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού. Ενδεικτική των κινδύνων που ελλοχεύουν είναι η περίπτωση της Hyundai Motor. Ελλείψει εξαρτημάτων που προμηθεύεται υπό κανομικές συνθήκεςαπό την Κίνα προανήγγειλε τη συνολική διακοπή της παραγωγής στη Νότια Κορέα.
Ίνζα Βρέντε