Ο Ντόναλντ Τραμπ αφίχθη στο Λονδίνο για την σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ ως ταύρος εν υαλοπωλείο.
Κατακεραύνωσε ξανά τον Εμμανουέλ Μακρόν για την γνωστή του προειδοποίηση περί «εγκεφαλικού θανάτου» της βορειοατλαντικής συμμαχίας, έστελνε εν πτήσει οργισμένα tweets για την απροθυμία των ευρωπαίων, και δη της Γερμανίας, να ανεβάσουν τον οικονομικό τους οβολό για το ταμείο του ΝΑΤΟ – «δεν είναι σωστό να μας εκμεταλλεύονται οι ευρωπαίοι» διαμήνυσε – , έβαλε φρένο στις, όποιες, προσδοκίες για αναχαίτηση του Ερντογάν στην πολεμική επιχείρηση της Συρίας δηλώνοντας «μου αρέσει η Τουρκία και τα πάω πολύ καλά με τον τούρκο πρόεδρο», και είχε καλά λόγια μόνον για τον Μπόρις Τζόνσον.
Οι νέες εκρήξεις Τραμπ έρχονται την ώρα που το ΝΑΤΟ τιμά την επέτειο των 70 χρόνων του σε σκηνικό που παραπέμπει σε παγκόσμια Βαβέλ: Ο αμερικανός πρόεδρος πιέζει τους ευρωπαίους να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, η βασική πηγή της οργής του όμως απέναντι στον Μακρόν είναι οι φόροι που επέβαλε η Γαλλία σε επιχειρηματικούς κολοσσούς των ΗΠΑ όπως η Google, η Amazon και το Facebook.
Ο Μακρόν, από την πλευρά του, δεν πιέζει μόνον για εκείνο που αποκαλεί «αφύπνιση» του ΝΑΤΟ και επαναπροσδιορισμό του στρατηγικού ρόλου της συμμαχίας, αλλά και για μια νέα πιο δυναμική αντιμετώπιση του πιο απρόβλεπτου και ατίθασου συμμάχου, της Τουρκίας. Απέναντί του εδώ δεν βρίσκεται μόνον ο Τραμπ, αλλά και η Ανγκελα Μέρκελ που καμία διάθεση δεν δείχνει να ανακαλέσει στην τάξη των Ερντογάν – είτε διότι προτάσσει το προσφυγικό και τα συμφέροντα των γερμανικών επιχειρήσεων στην Τουρκία, είτε και διότι πλέον απλώς δεν μπορεί.
Οντας η ίδια σε πολιτική αποδρομή, μάλλον ασχολείται περισσότερο με τις – κλονισμένες – πιθανότητες επιβίωσης του κυβερνητικού της συνασπισμού μετά την αριστερόστροφη αλλαγή ηγεσίας στο SPD παρά με τον καυγά Μακρόν και Τραμπ. Και ο, οικοδεσπότης, Μπόρις Τζόνσον απλώς… προεδρεύει, κάνει προεκλογική εκστρατεία και επιδιώκει να κατευνάσει το «αντι-τραμπικό» κλίμα στη Βρετανία καθότι, πλην των άλλων, έχει εφεύρει ως νέο όραμα να πουλήσει το βρετανικό σύστημα υγείας στους αμερικανούς μετά το Brexit.
Ενώπιον αυτής της ευρωπαϊκής αποσύνθεσης το βασικό ερώτημα που βάζουν οι αναλυτές είναι που στοχεύει – εάν υπάρχει – το στρατηγικό γεωπολιτικό σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ. Και, κυρίως, τι μπορεί να σημαίνει για το ΝΑΤΟ και την Ευρώπη μια ενδεχόμενη επανεκλογή και ενίσχυσή του στις αμερικανικές προεδρικές κάλπες του 2020.
Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες ή, στην πραγματικότητα, είναι διαμετρικά αντίθετες. Κατά τους πλέον αισιόδοξους μια επανεκλογή Τραμπ θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα, αμερικανική Ostpolitik και σε μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Είναι το σενάριο που θέλει τον ενισχυμένο Τραμπ να ηγείται της επανίδρυσης, ουσιαστικά, του ΝΑΤΟ με απώτερο και στρατηγικό στόχο τη συμμετοχή και της Ρωσίας στη συμμαχία, καθώς και μια παγκόσμια συνθήκη αφοπλισμού που θα εμπλέκει και την Κίνα.
Είναι το σενάριο που βασίζεται στην, κυνική, λογική ότι ένας ενισχυμένος Τραμπ, χωρίς ιδεολογικούς φραγμούς και λειτουργώντας ως businessman θα μπει στον πειρασμό να αφήσει ως παρακαταθήκη ένα πιο ισορροπημένο παγκόσμιο σύστημα ασφάλειας με τα, προφανή, οικονομικά οφέλη που θα είχε αυτό για την Αμερική.
«Too good to be true» αντιτείνουν όσοι έχουν πειστεί ότι ο Τραμπ όχι μόνον δεν μπορεί να λειτουργήσει ως σταθεροποιητής αλλά είναι ο υπ’ αριθμόν ένα παγκόσμιος αποσταθεροποιητικός παράγοντας.
Σ’ αυτούς συγκαταλέγεται πλέον και ο Τζον Μπόλτον, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας της κυβέρνησης Τραμπ έως τον περασμένο Σεπτέμβριο. Πολύ πρόσφατα το NBC αποκάλυψε ότι σε μια κλειστή ομιλία τον περασμένο μήνα ο Μπόλτον προειδοποίησε πως ο Τραμπ εάν επανεκλεγεί θα στρέψει την Αμερική «σε πλήρη απομονωτισμό» φθάνοντας ακόμη και να την αποσύρει από το ΝΑΤΟ. Και οι New York Times επίσης αναφέρουν πως ο Τραμπ έχει επανειλημμένα απειλήσει σε ιδιωτικές συναντήσεις πως δεν θα διστάσει ακόμη και να βγάλει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ – και, σύμφωνα τουλάχιστον, με τη Σούζαν Ράις , σύμβουλο εθνικής ασφάλειας επί προεδρίας Ομπάμα, δείχνει να το εννοεί.
Στην ίδια γραμμή ανησυχίας, ο Guardian επικαλείται σήμερα υψηλόβαθμο ευρωπαίο διπλωμάτη στην Ουάσιγκτον ο οποίος θεωρεί πως η έως τώρα δέσμευση Τραμπ στο ΝΑΤΟ οφείλεται σε άλλους ισχυρούς παράγοντες της αμερικανικής διοίκησης που αναχαιτίζουν την προσωπική του σχέση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την απέχθειά του προς τους ευρωπαίους.
«Ο μεγάλος φόβος», φέρεται να λέει ο εν λόγω διπλωμάτης, «είναι τι μπορεί να κάνει σε μια δεύτερη θητεία. Εκεί, θα αποδεσμευτεί πλήρως από τις πιέσεις του αμερικανικού κατεστημένου και θα είναι εντελώς απρόβλεπτος».