Την ανάγκη να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων και στους πολίτες και «να μπει τέλος στη συστηματική εθνικοποίηση των επιτυχιών της Ευρώπης και στη ‘Βρυξελλοποίηση’ των αποτυχιών της» υπογράμμισε ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς, μιλώντας σε εκδήλωση για την παρουσίαση του νέου συλλογικού τόμου με τίτλο «Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση: Η ιστορία μιας πολυκύμαντης σχέσης 1962-2018».
Το βιβλίο επιμελήθηκαν οι καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών Ναπολέων Μαραβέγιας και του Παντείου Πανεπιστημίου Θεόδωρος Σακελλαρόπουλος. Στην ίδια εκδήλωση ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης υπογράμμισε τους κινδύνους που προκαλεί η ενίσχυση των δυνάμεων της εθνικής αναδίπλωσης και εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για τον κατακερματισμό της Ευρώπης.
«Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα σε μια ακτίνα 500-600 χιλιομέτρων που βρίσκεται στην πρώτη ταχύτητα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Επίσης υπάρχει πλέον για πρώτη φορά ευρεία συναίνεση για τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας», τόνισε ο κ. Σχοινάς. Πρόσθεσε, όμως, ότι «δεν θα είναι εύκολο να διαφυλάξουμε αυτό τη συναίνεση, εξαιτίας της αναδυόμενης τάσης των identity politics: εκείνων, δηλαδή, που προσπαθούν να κάνουν παντιέρα το ‘εμείς’ απέναντι στους ‘διαφορετικούς’». Ο κίνδυνος από την ενίσχυση τέτοιων φωνών είναι, όπως είπε, μεγάλος και «η Ευρώπη έχει το θλιβερό προνόμιο να έχει δει δύο φορές, μία στα στρατιωτικά κοιμητήρια και μία στα κρεματόρια, πώς μπορούν να εξελιχθούν τα πράγματα αν πάρουν το πάνω χέρι τα identity politics».
Ο κ. Σχοινάς καταλόγισε ευθύνες για την κρίση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και στις εθνικές κυβερνήσεις, που τείνουν να προβάλλουν τις επιτυχίες της Ευρώπης ως δικές τους επιτυχίες, ενώ αντιθέτως τις αποτυχίες τις χρεώνουν στην Ευρώπη. Όπως είπε, χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τακτικής ήταν η Βρετανία, όπου η προσπάθεια να πειστούν οι πολίτες για τα θετικά της Ε.Ε. πριν από το δημοψήφισμα για την αποχώρηση της χώρας από την Ένωση ξεκίνησε πολύ αργά και δεν απέτρεψε την επικράτηση του Brexit.
Τον προβληματισμό του για «το φάσμα μιας γερμανικής Ευρώπης, που γίνεται πιο ορατό μετά το Brexit», εξέφρασε ο πρόεδρος της Βουλής, συμπληρώνοντας ότι «χρειάζεται να διαμορφωθούν κοινές πολιτικές ενίσχυσης της αλληλεγγύης». Ο κ. Βούτσης έκανε εκτενή αναφορά στις ευθύνες των Ευρωπαίων για εσφαλμένες πολιτικές που εφαρμόστηκαν στη διάρκεια των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Όπως ανέφερε, υπήρξαν βαρύτατες αρνητικές επιπτώσεις από πολιτικές που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο των Μνημονίων και οι οποίες δεν μπορούσαν να επιβληθούν σε άλλες χώρες με μεγαλύτερα προβλήματα, όπως η Ιταλία. «Οι μεγάλοι ασθενείς ήταν στον πυρήνα των οικονομιών της Ευρώπης», σχολίασε, ενώ διερωτήθηκε «γιατί έπρεπε να έρθει το ΔΝΤ στην Ευρώπη, γιατί εξαιρέθηκαν από την ποσοτική χαλάρωση οι χώρες σε πρόγραμμα, οι οποίες την είχαν περισσότερο ανάγκη, και γιατί έγινε ανεκτή η μείωση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 25%, οδηγώντας στη φτωχοποίηση των Ελλήνων».
Από την πλευρά της, η πρώην υπουργός και πρώην ευρωβουλευτής της ΝΔ Μαριέτα Γιαννάκου υπογράμμισε ότι «η Ευρώπη δεν μπορεί να προχωρήσει όσο αναπτύσσονται φυγόκεντρες δυνάμεις» και πρόσθεσε: «Ή θα ξεκαθαρίσουμε τι κάνουν τα κράτη και τι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ή θα μείνουμε με συγκρούσεις, κυρίως με χώρες που ανήκαν πριν σε ολοκληρωτικά καθεστώτα».
Το βιβλίο με τίτλο «Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση: Η ιστορία μιας πολυκύμαντης σχέσης 1962-2018» (εκδόσεις Διόνικος), εξετάζει, μεταξύ άλλων, μέσα από κείμενα δεκατεσσάρων ειδικών επιστημόνων, ποιες ευρωπαϊκές πολιτικές επέδρασαν περισσότερο στη χώρα μας και πόσο ουσιαστική ή/και επιφανειακή ήταν η προσαρμογή σε διάφορα πεδία πολιτικής αλλά και σε ζητήματα νοοτροπιών και συμπεριφορών….