Του ΝΙΚΟΥ ΜΕΛΕΤΗ
Ο «Μεγάλος Ασθενής» έναν αιώνα μετά επιστρέφει, απειλεί, εκβιάζει την διεθνή κοινότητα, περιφρονεί το διεθνές δίκαιο και βασικούς κανόνες συμβίωσης κρατών και σύντομα πλέον το ερώτημα θα είναι πώς θα πεισθεί και πώς θα υποχρεωθεί ο Ταγίπ Ερντογάν να παραδώσει τα Συριακά εδάφη που θα βρίσκονται υπό τουρκική κατοχή, στον έλεγχο της Συριακής κυβέρνησης.
Ο ίδιος ο τούρκος ηγέτης δεν κρύβει πια τις προθέσεις του και μιλώντας χθες στην 7η Σύνοδο Κορυφής του Τουρκικού Συμβουλίου στο Αζερμπαϊτζάν, έστειλε μήνυμα ότι όπου υψώνεται τουρκική σημαία δεν κατεβαίνει ποτέ.
«Η επιχείρηση Πηγή της Ειρήνης είναι για την Τουρκία τέτοιας ζωτικής σημασίας, όπως και η Ειρηνευτική Επιχείρηση στην Κύπρο το 1974. Είμαστε αποφασισμένοι να φτάσουμε μέχρι τέλους χωρίς να λάβουμε υπόψη απειλές και πιέσεις. Το λέω ξεκάθαρα. Θα ολοκληρώσουμε οπωσδήποτε αυτό που έχουμε ξεκινήσει… Όπου υψώσαμε τη σημαία μας μια φορά, μετά δεν κατέβηκε ξανά».
Ο Σχεδιασμός της Τουρκίας είναι σαφές ότι δεν περιορίζεται μόνο στην εξουδετέρωση του YPG και απώθηση των Κούρδων σε απόσταση ασφάλειας από τα Τουρκοσυριακά σύνορα. Ούτε φυσικά η Τουρκία κόπτεται για την μετεγκατάσταση στην Ζώνη της τουρκικής κατοχής μερικών δεκάδων η και εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων όπως υποστηρίζει.
Το «δόλωμα» των σχεδίων μετέγκαταστασης προσφύγων είναι και πάλι το όχημα για την νομιμοποίηση και συντήρηση της τουρκικής Κατοχής στην Βόρειο Συρία, καθώς είναι προφανές ότι εάν γίνει δεκτό το τουρκικό σχέδιο θα χρειαστούν μερικοί μήνες για την αποκατάσταση συνθηκών ασφάλειας σε αυτή την εκτεταμένη ζώνη και ακόμη μεγαλύτερο διάστημα για την δημιουργία των υποδομών και των μικρών πόλεων που θέλει να κτίσει η Τουρκία προκειμένου να στεγασθούν οι πρόσφυγες. Και αμέσως μετά θα χρειασθούν αρκετά χρόνια μέχρις ότου προχωρήσει η ανοικοδόμηση της Συρίας και καταστεί δυνατή η επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους.
Με τον τρόπο αυτό η Τουρκία επιδιώκει η προσωρινή παρουσία της στην Βόρειο Συρία να εξελιχθεί σε μόνιμη Κατοχή και 80 χρόνια μετά την κατάκτηση της Αλεξανδρέττας να προβάλει ο κ.Ερντογάν τη πρώτη εδαφική επέκταση της Τουρκίας.
Αυτός είναι ο μαξιμαλιστικός στόχος του κ.Ερντογάν, που όμως κάθε άλλο παρά είναι ρεαλιστικός.
Ο Μπασάρ Αλ Άσαντ μετά από σχεδόν 9 χρόνια σκληρού πολέμου που έχει διαλύσει την Συρία φαίνεται να έχει κερδίσει με την στήριξη της Μόσχας και της Τεχεράνης, το στοίχημα της πολιτικής επιβίωσης και μάλιστα δεν αμφισβητείται ο κεντρικός ρόλος του στην διαμόρφωση του μεταπολεμικού σκηνικού στην Συρία. Εάν άντεξε 9 χρόνια τον πόλεμο με το ISIS, την εσωτερική εξέγερση, τις εξωτερικές παρεμβάσεις, την αποσχιστική αρχικά τουλάχιστον δράση των Κούρδων, θεωρείται εντελώς απίθανο να αποδεχθεί αυτόν τον ακρωτηριασμό της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας και μάλιστα από την Τουρκία.
Αυτή την υπονόμευση της Συριακής κυβέρνησης δεν είναι δυνατόν να την αποδεχθούν οι δυο βασικοί υποστηρικτές της η Ρωσία και το Ιράν. Ούτε όμως η διεθνής κοινότητα μπορεί να ανεχθεί αυτή την μονομερή στρατιωτική παρέμβαση της Τουρκίας που παραπέμπει σε «σπάσιμο» της Συνθήκης της Λωζάνης και θα είχε επιπτώσεις ντόμινο για ολόκληρη την περιοχή.
Όμως ούτε ο Αραβικός κόσμος θα ήταν διατεθειμένος να ανεχθεί αυτή την «εισπήδηση» της Τουρκίας σε μια αραβική χώρα και με τρόπο που θυμίζει το ιδεολόγημα του Νεοοθωμανισμού και η αντίδραση του Αραβικού Συνδέσμου στην οποία πρωτοστάτησαν η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος, ήταν ιδιαίτερα σκληρή.
Η Ρωσία που φαίνεται να έχει το πάνω χέρι στις εξελίξεις στην Συρία μετά τις παλινωδίες Τραμπ, θα πρέπει τώρα να αναλάβει την διαχείριση αυτής της δύσκολης κατάστασης. Με την επιστροφή των Κούρδων στις «αγκάλες» του Άσαντ η συριακή κυβέρνηση κερδίζει ένα μεγάλο μέρος εδαφών τα οποία ελέγχουν μέχρι τώρα οι Κούρδοι αποκαθιστώντας έτσι σε ένα μεγάλο μέρος της βορειοανατολικής Συρίας την εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Όμως προκύπτει τώρα το πρόβλημα με την Τουρκία.
Ο Τ.Ερντογάν και για λόγους γοήτρου και για να κάνει το παζάρι του όπως ο ίδιος θέλει, δεν πρόκειται να ανακόψει την εισβολή ούτε πολύ περισσότερο να υπαναχωρήσει από το Σχέδιο του, ερμηνεύοντας κατά το δοκούν και παρερμηνεύοντας μερικές φορές τα αντιφατικά μηνύματα που στέλνει η Ουάσιγκτον και η Μόσχα.
Οι καταδικαστικές δηλώσεις της Ε.Ε., η συγκεχυμένη απειλή περί κυρώσεων από τον Πρόεδρο Τραμπ, δεν φαίνεται να μπορούν να κάμψουν την ορμή του προέδρου Ερντογάν και ο ρόλος αυτός ανήκει στην Μόσχα.
Όμως είναι άγνωστο το πως θα πεισθεί και με ποιο αντάλλαγμα ο κ.Ερντογάν να αποχωρήσει από το συριακό έδαφος. Πιθανόν το μοναδικό αντάλλαγμα το οποίο μπορεί να δοθεί είναι η υπόσχεση ότι δεν θα επιτραπεί στους Κούρδους πλέον να κυριαρχούν στην μεθοριακή ζώνη, ο αφοπλισμός του YPG και ότι δεν θα τεθεί στην συζήτηση του Συνταγματικού μοντέλου της μεταπολεμικής Συρίας το αίτημα για κάποιας μορφής αυτονομίας στις κουρδικές περιοχές.
Με τα σημερινά δεδομένα δεν φαίνεται πιθανό να υπάρξει μετωπική σύγκρουση των Συριακών και των Τουρκικών δυνάμεων, κάτι που δεν το επιθυμεί κανείς.
Η δήλωση του κορυφαίου συμβούλου του Ρώσου προέδρου Γιούρι Ουσακόφ ότι η Ρωσία ζήτησε από την Τουρκία, η «στρατιωτική παρέμβαση της στην Συρία να είναι αναλογική με την κατάσταση» και οι τηλεφωνικές επικοινωνίες των υπουργών Άμυνας της Ρωσίας με τον Τούρκο και τον Αμερικανό ομόλογο του επιβεβαιώνουν ότι γίνεται προσπάθεια ώστε να μην κλιμακωθεί η στρατιωτική σύγκρουση και να χαλιναγωγηθεί η τουρκική εισβολή. Με τρόπο που και η εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας θα διασφαλισθεί και ο Ερντογάν δεν θα ταπεινωθεί.
Χαλαρές κυρώσεις από τον Τραμπ στην Τουρκία: Δεν τόλμησε να ενοχλήσει τον Ερντογάν