Η τουρκική στρατιωτική επιχείρηση κατά των Κούρδων της Συρίας, που είχε ανακοινωθεί εδώ και τουλάχιστον 6 μήνες, ξεκίνησε την περασμένη Τετάρτη.
Παρά τις διαμαρτυρίες της διεθνούς κοινότητας, ο Ερντογάν φαίνεται αποφασισμένος να αποκτηνωθεί (δηλαδή να εξαφανίσει τους κουρδικούς και χριστιανικούς πληθυσμούς) από τη βόρεια και τη βορειοανατολική Συρία, προκειμένου να καταλάβει αυτό το έδαφος και να εγκαταστήσει εκεί τον πληθυσμό των Σουνιτών Αράβων, ιδίως οικογένειες των ισλαμιστών μαχητών υπό την ηγεσία της τουρκικής στρατιωτικής – πολιτικής διοίκησης.
Ας αναλύσουμε αυτή τη διαδικασία ανά σημείο:
Τα δύο επιχειρήματα της Άγκυρας για την επιχείρηση δεν είναι έγκυρα: «Πρέπει να καθαρίσουμε αυτή την περιοχή των τρομοκρατών», «Πρέπει να εγκαταστήσουμε εκεί τους Σύρους πρόσφυγες που ζουν σήμερα στην Τουρκία και στην Ευρώπη». Κατ ‘αρχάς, οι FDS (Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις) ποτέ δεν επιτέθηκαν εναντίον της Τουρκίας ή εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων εκτός από το Αφρίν που καταλήφθηκε από την Τουρκία τον Ιανουάριο του 2018. Δεν έχει σημειωθεί καμία τρομοκρατική ενέργεια στην περιοχή αυτή, η οποία είναι ίσως η πιο ειρηνική από την αρχή του εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Δεύτερον, οι Σύροι πρόσφυγες που εγκατέλειψαν τον εμφύλιο πόλεμο δεν είναι εμπορεύματα. Κανείς δεν μπορεί να τους εγκαταστήσει όπου θέλει. Επιπλέον, αυτοί οι πρόσφυγες δεν προέρχονται από τη βόρεια Συρία. Καταστράφηκαν τα σπίτια τους, αλλωνών κάηκαν και δεν ζήτησαν να εγκατασταθούν στην περιοχή των συνόρων, η οποία ενδέχεται να ερημώσει στο τέλος της τουρκικής εισβολής.
Αυτό που ο Ερντογάν δεν τολμά να εξομολογηθεί είναι η φοβία του για τους Κούρδους. Η Άγκυρα από το 1925 δεν έχει μπορέσει να λύσει το δικό της κουρδικό πρόβλημα. Και τώρα που οι Κούρδοι της Συρίας προτείνουν ένα νέο πολιτικο – κοινωνικό καθεστώς (δημοκρατική αυτονομία), το οποίο καλωσορίζουν οι Κούρδοι της Τουρκίας, ο Ερντογάν φοβάται ότι οι δεύτεροι θα εμπνευστούν από αυτό το μοντέλο. «Οι Κούρδοι είναι αυτονομιστές τρομοκράτες» σύμφωνα με την επίσημη τουρκική ιδεολογία. Πρέπει επομένως να προληφθεί με όλα τα μέσα, κυρίως με τη βία, η αναγέννηση και το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση των Κούρδων στην περιοχή.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τουρκίας, ο οποίος είναι και Πρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος (AKP), βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση στις δημοσκοπήσεις μετά από τις εκλογικές ήττες της 31ης Μαρτίου και της 23ης Ιουνίου. Το κόμμα του Ερντογάν θα έχει μόνο την υποστήριξη του 30% των ψηφοφόρων σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Το δε ΑΚΡ έχει διασπαστεί θεωρητικά σε 3, αλλά ουσιαστικά σε 5 κομμάτια.
Δύο ιδρυτικά μέλη του κόμματος, ο πρώην πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου και ο πρώην υπουργός Οικονομικών Αλί Μπαμπατζάν, έχουν ήδη ανακοινώσει ότι δημιουργούν νέα κόμματα. Μεταξύ εκείνων που εξακολουθούν να παραμένουν στο AKP υπάρχουν σημαντικές συγκρούσεις, για τις οποίες γράφει ακόμα και ο κυβερνητικός Τύπος. Επιπλέον, η τουρκική οικονομία πάει όλο και χειρότερα. Τέλος, ο μικρός σύμμαχος του AKP, οι εθνικιστές του MHP (Γκρίζοι Λύκοι), περνούν επίσης από μια βαθιά κρίση λόγω της ασθένειας και της απουσίας του αρχηγού τους, Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η μόνη διέξοδος για τον Ερντογάν ώστε να παραμείνει στην εξουσία είναι ένας πόλεμος εναντίον των Κούρδων για τη συσπείρωση όλων των εθνικιστικών δυνάμεων. Έτσι, η κυβέρνηση ελπίζει να σπάσει τον μεγάλο αντι-Ερντογάν συνασπισμό που σχηματίζεται από τους σοσιαλδημοκράτες Κεμαλίστες, τους αριστερούς, τους Κούρδους, τους φιλελεύθερους και ακόμη και τους αντιπάλους των Γκρίζων Λύκων. Αλλά ο εθνικισμός, ο κρατισμός και ο μιλιταρισμός είναι τόσο ισχυροί στην Τουρκία που όλα τα πολιτικά κόμματα, εκτός από το κουρδικό Κόμμα της Ελευθερίας HDP που είναι εναντίον του Ερντογάν, έχουν ήδη δηλώσει δημοσίως ότι υποστηρίζουν την επιχείρηση κατά των Κούρδων της Συρίας. Αυτά τα κόμματα έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στο Κοινοβούλιο που επιτρέπει στον Πρόεδρο να αποστέλλει στρατιωτικά στρατεύματα στο εξωτερικό.
Αυτή η στρατιωτική πρωτοβουλία υποστηρίζεται μόνο από το Κατάρ, τον μοναδικό σύμμαχο της Άγκυρας στη διεθνή σκηνή. Ακόμη και το Αζερμπαϊτζάν, ένας άλλος «φίλος» της Τουρκίας δεν φαίνεται να είναι αλληλέγγυο με τον Ερντογάν. Από την άλλη πλευρά, οι θέσεις του Τραμπ και εκείνες του Πούτιν δεν είναι σαφείς. Ο πρώτος δεν θέλει να χάσει έναν σύμμαχο στο ΝΑΤΟ και στρατηγικό εταίρο της Ουάσιγκτον και ο δεύτερος θέλει να ενισχύσει περαιτέρω τις αντιφάσεις μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Πολιτειών.
Όσο για τους Κούρδους της Συρίας, που ήδη εγκαταλείφθηκαν από τους Ρώσους τον Ιανουάριο του 2018, όταν η Μόσχα βοήθησε την Τουρκία να εισβάλει και να καταλάβει την πόλη της Αφρίν στη βορειοδυτική Συρία, χάνουν τώρα και τον άλλο στρατιωτικό-πολιτικό σύμμαχό τους, την Ουάσιγκτον. Αν τα αμερικανικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από την περιοχή που ο τουρκικός στρατός θέλει να εγκατασταθεί, ο Τραμπ συνεχίζει να απειλεί τον Ερντογάν «σε περίπτωση που υπερβεί τα όρια», μια πολύ αόριστη έκφραση ωστόσο.
Η Μόσχα είναι έτοιμη να ανανεώσει τις σχέσεις της με τις FDS και να ενεργήσει ως διαμεσολαβητής μεταξύ αυτών και της Δαμασκού κι έτσι ο Πούτιν θα καταφέρει άλλο ένα πλήγμα στην Ουάσιγκτον, αλλά οι σχέσεις μεταξύ της Δαμασκού και των Κούρδων της Συρίας δεν είναι πολύ καλές. Το καθεστώς Άσαντ, το οποίο είχε χαρακτηρίσει τις FDS ως τους «υπηρέτες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού» και ως «αυτονομιστές» αρνείται τις διεκδικήσεις της δημοκρατικής και περιφερειακής αυτονομίας των Κούρδων. Ωστόσο, ορισμένες περιοχές της βόρειας και βορειοανατολικής Συρίας εξακολουθούν να υπόκεινται στον σχετικό έλεγχο του καθεστώτος Άσαντ, υπό τη σύμφωνη γνώμη των FDS.
Η κατοχή της κουρδικής περιοχής της Συρίας από τον τουρκικό στρατό δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα της Τουρκίας. Αντίθετα, ο πόλεμος θα καταστρέψει ακόμη περισσότερο την οικονομία. Επιπλέον, νέες πολιτικές και οικονομικές κυρώσεις κατά της Άγκυρας θα επιβληθούν από την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες. Η ενέργεια αυτή θα έχει επίσης αρνητικές επιπτώσεις στις θεμελιώδεις ελευθερίες και τη δημοκρατία στην Τουρκία, οι οποίες βρίσκονται ήδη στο πιο αδύναμο σημείο τους. Το εθνικιστικό και μιλιταριστικό παραλήρημα που προκλήθηκε από τον Ερντογάν και διαδόθηκε από τα κυβερνητικά μέσα ενημέρωσης θα προκαλέσει πολλά πολιτικά, ιδεολογικά, κοινωνικά και οικονομικά δεινά, πιστεύουν όλοι οι αντίπαλοί του.
* Ο Τούρκος δημοσιογράφος Ραγκίπ Ντουράν, με ρεπορτάζ και αναλύσεις, καταγράφει κάθε Σαββατοκύριακο στο Tvxs.gr, τις εξελίξεις στην Τουρκία.