Για «πολύ πραγματική απειλή» πανδημίας πλανητικών διαστάσεων προειδοποιεί έκθεση που συντάχθηκε μετά από αίτημα του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η οποία κάνει λόγο για εξόντωση έως ακόμη και 80 εκατομμυρίων ανθρώπων και καταστροφή σχεδόν του 5% της παγκόσμιας οικονομίας. Υπάρχουν και χειρότερα; Ναι: Είμαστε απροετοίμαστοι.
Αυτή η δυσοίωνη ανάλυση ξεκίνησε να καταρτίζεται πέρυσι από μια ανεξάρτητη ομάδα, το Συμβούλιο Παγκόσμιας Παρακολούθησης και Πρόληψης (GPMB), σε απάντηση σχετικού αιτήματος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, από κοινού με την Παγκόσμια Τράπεζα και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Το GPMB, του οποίου ηγούνται η πρώην επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και πρώην πρωθυπουργός της Νορβηγίας, Γκρο Χάρλεμ Μπρούντλαντ και ο επικεφαλής του διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, Ελχάτζ Ας Σάι, ανέθεσε τη μελέτη σε εμπειρογνώμονες, καταλήγοντας σε μια σφοδρή επίθεση στην πολιτική, χρηματοοικονομική και υλικοτεχνική κατάσταση του επιπέδου πρόληψης έναντι της απειλής της πανδημίας.
«Η πρόληψη παρεμποδίζεται από την συνεχιζόμενη έλλειψη πολιτικής βούλησης σε όλα τα επίπεδα» σημειώνει η έκθεση. Ειδικότερα αναφέρει, πως ενώ τα κράτη ανταποκρίνονται σε κρίσεις που αφορούν στην δημόσια υγεία μόνο όταν ξεκινά ο πανικός, δεν δαπανούν τους πόρους που απαιτούνται για να μην εξελιχθούν τα επιδημικά ξεσπάσματα σε πραγματικές καταστροφές. Είναι γεγονός, σχολιάζει το Foreign Policy, ότι το παραπάνω μήνυμα έχει σταλθεί πολλές φορές στο παρελθόν, με αμελητέες επιπτώσεις στις πολιτικές ηγεσίες, τους χρηματοοικονομικούς και τους πολυεθνικούς οργανισμούς. Συνεπώς, «δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι αυτή η φορά θα είναι διαφορετική».
Το επιδημικό «πάρτι» σε πλήρη εξέλιξη
Τον Μάιο του 1989, ο νομπελίστας μοριακός βιολόγος, Τζόσουα Λέντερμπεργκ, συγκέντρωσε συνάδελφούς του, επίσης νομπελίστες καθώς και μια ομάδα εξαιρετικών «κυνηγών» ιών, σε μια τριήμερη συνάντηση στην Ουάσιγκτον, για να εξετάσει μια, τολμηρή τότε, υπόθεση: ‘Οτι οι ιοί, μακράν μη εξαφανισμένοι από τη σύγχρονη ιατρική, στην πραγματικότητα επεκτείνονταν παγκοσμίως σε ζώα και ανθρώπους, συχνά σε μορφές που δεν είχαν εμφανιστεί ποτέ πριν. Και ότι τα αεροπορικά ταξίδια σήμαιναν όλο και περισσότερο, ότι μια εστία σε μια «σκοτεινή» τοποθεσία, θα μπορούσε να εξαπλωθεί σε μεγάλες πόλεις, ακόμη και να κάνει το γύρο της σε όλον τον κόσμο. Ήταν η εποχή που η εκρηκτική επιδημία του AIDS συγκέντρωσε όλη την προσοχή της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας, αναδεικνύοντας ένα εύλογο ερώτημα: Εάν ένας ανίατος ιός μπορούσε να αφαιρέσει εκατομμύρια ζωές, ποιες άλλες απειλές μπορεί να κρύβονται ακόμη;
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο όγκος των αποδεικτικών στοιχείων προς το χειρότερο σενάριο, μεγάλωνε συνεχώς.
Το Ινστιτούτο Ιατρικής της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ κλονίστηκε τόσο από τα συμπεράσματα της συνάντησης που άρχισε να μελετά, όχι μόνο τους ιούς, αλλά όλες τις μικροβιακές απειλές και το 1992 δημοσίευσε μια έκθεση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως… «κάλεσμα στα όπλα», προκαλώντας την προσοχή του Λευκού Οίκου. Ο οποίος, το 1996, ταξινόμησε τις εν δυνάμει πανδημίες ως απειλές για την εθνική ασφάλεια.
Έκτοτε, η κατάσταση άλλαξε προς το χειρότερο. Ένας τεράστιος αριθμός μέχρι πρότινος άγνωστων ιών, όπως αυτός που προκάλεσε την επιδημία του Σοβαρού Οξέος Αναπνευστικού Συνδρόμου (SARS) το 2003, έχουν κοστίσει τη ζωή ανθρώπων και ζώων σε όλο τον κόσμο. Σε μόλις επτά χρόνια (από το 2011 έως το 2018), για παράδειγμα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έδωσε μάχες εναντίον 1.483 επιδημιών.
Αντίστοιχα, το κόστος αυτού του πολέμου, σε συνδυασμό με τις γενικότερες οικονομικές επιπτώσεις των επιδημιών, έχει επιδεινωθεί, σύμφωνα με μελέτη του GPMB που ανατέθηκε από την Παγκόσμια Τράπεζα. Η επιδημία του SARS του 2003 κόστισε 40 δισεκατομμύρια δολάρια στην παγκόσμια οικονομία, η επιδημία της γρίπης των χοίρων το 2009 έφτασε τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια και η επιδημία του Έμπολα στη Δυτική Αφρική από το 2014 έως το 2016 κόστισε σχεδόν 53 δισεκατομμύρια δολάρια. Μια πανδημία γρίπης παρόμοια με τη γρίπη του 1918 θα κοστίσει σήμερα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια στην παγκόσμια οικονομία, ή το 4,8% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Βέβαια, ως είθισται, ακόμη και οι πανδημίες δεν έχουν τις ίδιες συνέπειες σε όλους. ‘Ετσι, οι πλούσιες χώρες έχουν αποδειχθεί πιο ανθεκτικές σε πρόσφατα κρούσματα και το GPMB προβλέπει, ότι χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γερμανία θα μπορούσαν να περάσουν μια καταστροφική επιδημία με οικονομική απώλεια λιγότερη του 0,5% του ΑΕΠ τους. Χώρες από την Ινδία μέχρι την Κεντρική Αφρική θα μπορούσαν να χάσουν έως και το 2% του ΑΕΠ. Ο Έμπολα κοστίζει άμεσα στις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο – Λιβερία, Σιέρα Λεόνε και Γουινέα – 2,8 δισεκατομμύρια δολάρια, κατακρημνίζοντας το ΑΕΠ της Σιέρα Λεόνε κατά ένα εντυπωσιακό ποσοστό του 20% το 2015.
Και οι κίνδυνοι αυξάνονται. Η αλλαγή του κλίματος ευνοεί την εμφάνιση κρουσμάτων, καθώς η αύξηση της θερμοκρασίας και της υγρασίας προκαλεί αναπαραγωγικό «τσουνάμι» στους πληθυσμούς των κουνουπιών που μεταφέρουν ασθένειες, πνίγει την επιφάνεια του νερού με τοξικούς μύκητες και αλλάζει τα μεταναστευτικά μοντέλα πτηνών και ζώων που με τη σειρά τους, μεταφέρουν τα μικρόβια σε νέες γεωγραφικές περιοχές.
Χαρακτηριστικά είναι τα συμβάντα των δύο πρώτων εβδομάδων του Σεπτεμβρίου. Μια μυστηριώδης έκρηξη σε εργαστηριακό συγκρότημα της Σοβιετικής περιόδου έξω από το Νοβοσιμπίρσκ της Ρωσίας, προκάλεσε ανησυχία σε ό,τι αφορά στην ασφάλεια από την ευλογιά και από εκατοντάδες άλλους ιούς που φυλάσσονταν στους καταψύκτες της εγκατάστασης.
Το ρωσικό εργαστήριο, γνωστό ως Vector, κάποτε συμπεριλαμβανόταν μεταξύ ενός πολύ μικρού αριθμού κορυφαίων ερευνητικών κέντρων υψηλών προδιαγραφών ασφαλείας επικίνδυνων παθογόνων στον κόσμο, αλλά σήμερα υπάρχουν πάνω από 1.000 τέτοια αποκαλούμενα «εργαστήρια βιοασφάλειας» επιπέδου 3 και 4, όπου τα θανατηφόρα μικρόβια αποθηκεύονται και μελετώνται. Πολλές από τις εγκαταστάσεις αυτές είχαν διαρροές ασφαλείας.
Η γρίπη H3N2 της Αυστραλίας εξακολουθεί να εξαπλώνεται καθώς η χώρα μπαίνει στην Άνοιξη. Αν και φαινομενικά τα κρούσματα και ο αριθμός νοσηλειών δεν παραπέμπουν σε κάποια χρονιά ρεκόρ – έχουν νοσήσει 279.326 Αυστραλοί μέχρι στιγμής – ωστόσο είναι ένας πιθανός προάγγελος του τι μπορούμε να περιμένουμε σε λίγες εβδομάδες για τη Βόρεια Αμερική.
Σύμφωνα με την Παναμερικανική Οργάνωση Υγείας, περισσότεροι από 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική έχουν προσβληθεί από ιό δάγκειου πυρετού, μόνο την περασμένη εβδομάδα.
Ο λεγόμενος μύκητας TR4 χτυπά ξαφνικά τις μπανάνες στην Κεντρική Αμερική και πρόσφατα εμφανίστηκε στην Αυστραλία, αυξάνοντας το φόβο της εξαφάνισης των φρούτων.
Η επιδημία αφρικανικής πανώλης των χοίρων που ξεκίνησε στην Κίνα στα τέλη του 2018 έχει εξαπλωθεί στην Ασία και μόλις εμφανίστηκε στις Φιλιππίνες: Δεκάδες χιλιάδες χοίροι στην περιοχή έχουν πεθάνει από την ανίατη και συνήθως θανατηφόρα ασθένεια.
Υπάρχει λύση… αν θέλουμε
Το GPMB λέει ότι η σημερινή επιδημία Έμπολα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό αποτελεί παράδειγμα για την έλλειψη επιδημιολογικής ετοιμότητας. Όταν πρωτοεμφανίστηκε την 1η Αυγούστου 2018, οι στοιχειώδεις αρχές μιας αποτελεσματικής απάντησης τέθηκαν σε εφαρμογή μέσα σε λίγες ημέρες από την έκρηξη της επιδημίας. Η αντίδραση στις πρώτες εβδομάδες του Αυγούστου ήταν η ταχύτερη, καλύτερα εξοπλισμένη και καλύτερα χρηματοδοτούμενη στην ιστορία της αντιμετώπισης του Έμπολα. Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες αυτές, η επιδημία στο Βόρειο Κίβου και το Ιτούρι επέμεινε και εξαπλώθηκε, διασχίζοντας τα εθνικά σύνορα με την Ουγκάντα τον Ιούνιο του 2019 και φτάνοντας στο Γκόμα, την πρωτεύουσα του Βόρειου Κίβου τον Ιούλιο του 2019. Εδώ και ένα χρόνο από την έναρξή της μετρά 3.000 κρούσματα και 2.000 θανάτους.
Αυτό συνέβη διότι τα κατασταλτικά μέτρα, όσο και αν λειτούργησαν στην αρχή, δεν βασίζονταν σε σταθερές και επαρκείς δομές πρόληψης. Το σύστημα υγείας στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι διαλυμένο. Η επιδημία ξέσπασε σε ενεργή πολεμική ζώνη, ο τοπικός πληθυσμός έχει βαθιά ριζωμένες υποψίες – όχι αναγκαστικά άδικα – για την αποτελεσματικότητα των υγειονομικών αρχών, γι’ αυτό και δεν είναι συνεργάσιμος μαζί τους, οι διεθνείς χορηγοί έχουν εγκαταλείψει τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και οι ανθρωπιστικές ανάγκες είναι σκανδαλωδώς υποχρηματοδοτημένες, σε μια μάχη με έναν ιό που δεν μπορεί να κερδηθεί δίχως δολάρια και ευρώ.
Οι δυσμενείς προοπτικές για ακόμα πιο θανατηφόρα, αερομεταφερόμενα μικρόβια έχουν επίσης αυξηθεί από την επιστημονική σύναξη της Ουάσιγκτον το 1989, επειδή η τεχνολογία για την τροποποίηση των ιογενών και βακτηριακών γονιδίων είναι πλέον γρήγορη, εύκολη, φτηνή και νοσηρά ακριβής. Εάν ένας ανθρωπογενής μικροβιακός ή ιογενής δολοφόνος διαρρεύσει τυχαία ή εξαπλωθεί σκόπιμα, κανένα κράτος δεν διαθέτει την υποδομή και την τεχνολογία για να σταματήσει ένα επιδημικό ξέσπασμα μόλις τα μικρόβια ξεφύγουν από τις εργαστηριακές «φυλακές» τους.
Η έκθεση του GPMB περιέχει μια λίστα πολιτικών πρωτοβουλιών που πρέπει να εφαρμοστούν σε όλο τον κόσμο για να βελτιώσουν τις πιθανότητες της ανθρωπότητας έναντι των μικροβίων. Όλες αυτές οι προτάσεις, με κάποια μορφή, βρίσκονται στο τραπέζι για χρόνια, ακόμα και δεκαετίες.
«Τα συστήματα πρόληψης και αντίδρασης στην εμφάνιση ασθενειών δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση του τεράστιου αντίκτυπου, της ταχείας εξάπλωσης και του σοκ για την υγεία, τα κοινωνικά και οικονομικά συστήματα, από μια εξαιρετικά θανατηφόρα πανδημία, φυσική, τυχαία ή σκόπιμη. Δεν υπάρχουν επαρκείς επενδύσεις και προγραμματισμός για έρευνα και ανάπτυξη εμβολίων, αντιβιοτικών ευρέος φάσματος και κατάλληλων, μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων» αναφέρει η έκθεση. «Το κόστος επιδημιολογικού περιορισμού θα πνίξει εντελώς τις τρέχουσες προβλέψεις χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης».
Η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών που συγκαλείται στη Νέα Υόρκη θα έρθει αντιμέτωπη με παρόμοιες ζοφερές αναφορές σχετικά με την αλλαγή του κλίματος, τις ανθρωπιστικές κρίσεις, τους πρόσφυγες, τις πολεμικές συγκρούσεις, τη μείωση της πρόσβασης μεγάλων πληθυσμών σε πόσιμο νερό και πολλές ακόμη κρίσεις, με την κάθε μία από αυτές να απαιτεί την προσοχή, τη χρηματοδότηση και την παγκόσμια συνεργασία. Το GPMB επιμένει ότι είναι δυνατόν να περιοριστούν τα μικροβιακά κρούσματα σε μια ελεγχόμενη κλίμακα εάν η ανθρωπότητα έχει την πολιτική και οικονομική βούληση να το πράξει.
Μέχρι στιγμής, όμως, η ανθρωπότητα επιλέγει μια ψυχολογικού τύπου αντιμετώπιση της απειλής: Ωθεί τις οδυνηρές συνέπειες και την ανάγκη πρόληψης στο υποσυνείδητο κάθε φορά που μια επιδημία ολοκληρώνει τον θανατηφόρο κύκλο της. Η πανδημία γρίπης του 1918 σκότωσε περίπου 50 με 100 εκατομμύρια άτομα – οι εκτιμήσεις ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό. Η πανούκλα του 14ου αιώνα εξόντωσε το 60% του ευρωπαϊκού πληθυσμού: Περίπου 50 εκατομμύρια ψυχές. Έχουμε ήδη αποτύχει να σταματήσουμε τον ιό HIV, ο οποίος, από την εμφάνισή του στην παγκόσμια σκηνή το 1981, έχει χτυπήσει 75 εκατομμύρια ανθρώπους, σκοτώνοντας περίπου 32 εκατομμύρια από αυτούς.
Γνωρίζουμε ότι θα υπάρξει μια άλλη τρομερή επιδημία, ίσως όχι τόσο μεγάλη όσο η γρίπη του 1918 ή η πανώλη, αλλά εντούτοις το ίδιο εφιαλτική. Και θα χρειαστεί κάτι πολύ περισσότερα από τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων για να υπάρξουν σοβαρές συλλογικές προσπάθειες για την πρόληψη και την προετοιμασία έναντι της επερχόμενης καταστροφικής απειλής.