Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ: ΤΑ Νοεμβριανά του 1916

Στο https://www.in.gr διαβάσαμε:

Την 1η Δεκεμβρίου 1916, και με την Ελλάδα διχασμένη από το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους (επίσημη κυβέρνηση Αθηνών υπό τον έλεγχο του βασιλιά Κωνσταντίνου και κυβέρνηση Θεσσαλονίκης υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο), έλαβαν χώρα βίαιες συγκρούσεις στην Αθήνα και δευτερευόντως στην επαρχία. Οι συγκρούσεις αυτές, στις οποίες ενεπλάκησαν και για τις οποίες είχαν το δικό τους μερίδιο ευθύνης βενιζελικοί, αντιβενιζελικοί και ασφαλώς οι Σύμμαχοι, κατεγράφησαν στην ελληνική ιστοριογραφία ως Νοεμβριανά, καθώς στην Ελλάδα εκείνης της εποχής ήταν ακόμη σε χρήση το Ιουλιανό ημερολόγιο.

Στα τέλη Νοεμβρίου του 1916, λοιπόν, ο γάλλος ναύαρχος Louis Dartige du Fournet έδωσε εντολή στις Συμμαχικές δυνάμεις που βρίσκονταν στην Ελλάδα να προβούν σε μια επίδειξη στρατιωτικής ισχύος. Προς τούτο, προέβη στη συγκρότηση ενός αποβατικού σώματος 3.000 ανδρών, που προέρχονταν από τις γαλλικές, τις αγγλικές και τις ιταλικές ένοπλες δυνάμεις. Οι εν λόγω άνδρες ήταν εφοδιασμένοι με τρόφιμα και πυρομαχικά για μάχες δύο ημερών.

Η διαταγή του du Fournet προέβλεπε το βομβαρδισμό της Αθήνας από τα πυροβόλα των σκαφών του. Οι Συμμαχικές δυνάμεις θα έπρεπε να καταλάβουν τους λόφους Πνύκας και Φιλοπάππου, θέσεις στρατηγικής σημασίας, το Ζάππειο και τη γύρω περιοχή, καθώς και ορισμένους στρατιωτικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένων και στρατιωτικών αποθηκών. Επιπροσθέτως, ο Πειραιάς θα έπρεπε να τεθεί υπό τον έλεγχο των Συμμάχων.

Στην Αθήνα, στις 29 Νοεμβρίου, συνήλθαν σε κοινή σύσκεψη τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου και της στρατιωτικής ηγεσίας. Αποφασίστηκε να ενισχυθεί η φρουρά της Αθήνας με στρατεύματα από την Κόρινθο, τη Χαλκίδα και τη Θήβα. Ο αντιστράτηγος Καλλάρης, διοικητής του Α’ Σώματος Στρατού, ορίστηκε ανώτατος διοικητής των ελληνικών δυνάμεων.

Στις 30 Νοεμβρίου αφίχθησαν στην Αθήνα τόσο πολλοί βασιλόφρονες επίστρατοι, που η φρουρά της πόλης αριθμούσε πλέον 20.000 άνδρες. Με τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης, ο Καλλάρης έδωσε εντολή να καταληφθούν όλες οι νευραλγικές τοποθεσίες με στρατηγική σημασία και τα δημόσια κτίρια. Οποιαδήποτε απόπειρα των Συμμαχικών στρατευμάτων να καταλάβουν στρατιωτικές αποθήκες θα έπρεπε να εμποδιστεί. Εντούτοις, οι ελληνικές δυνάμεις δε θα έπρεπε να αρχίσουν να βάλλουν πρώτες εναντίον των αντιπάλων τους.

Ο Κωνσταντίνος έδωσε εντολή σε έναν προσωπικό απεσταλμένο του να συναντηθεί με τον du Fournet και να του διαμηνύσει ότι οποιαδήποτε απόπειρα να αποκτήσει τα ελληνικά όπλα διά της βίας θα είχε καταστροφικά αποτελέσματα. Ο du Fournet δεν πήρε στα σοβαρά την απειλητική προειδοποίηση του βασιλιά, καθώς ήταν της γνώμης ότι οι Έλληνες απλώς μπλοφάριζαν και ότι θα υποχωρούσαν όταν θα έσφιγγαν τα πράγματα, όπως είχε συμβεί πολλές φορές κατά το παρελθόν.

Όταν ο Κωνσταντίνος αντιλήφθηκε, τις πρώτες πρωινές ώρες της 1ης Δεκεμβρίου 1916, ότι δεν ήταν εφικτή η ειρηνική διευθέτηση των ελληνογαλλικών διαφορών, εξέδωσε τις ακόλουθες σαφείς διαταγές: οι Έλληνες δε θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να αρχίσουν να βάλλουν πρώτοι εναντίον των αντιπάλων τους. Εάν δέχονταν επίθεση, θα έπρεπε να προβάλουν αντίσταση με τα κοντάκια των τυφεκίων τους. Η χρήση πυροβόλων θα ήταν επιτρεπτή μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Οι Έλληνες θα έπρεπε να προβάλουν παθητική αντίσταση όπου αυτό θα ήταν εφικτό.

Την 1η Δεκεμβρίου 1916 ο ναύαρχος du Fournet έδωσε εντολή να αρχίσουν οι πολεμικές επιχειρήσεις. Στο μεταξύ, κατόπιν διαταγής του αντιστρατήγου Καλλάρη τέσσερα τάγματα του Ελληνικού Στρατού είχαν καταλάβει τις στρατιωτικές αποθήκες και ορισμένες νευραλγικές θέσεις της Αθήνας. Οι υπόλοιπες δυνάμεις του είχαν συγκεντρωθεί εν είδει εφεδρικής δύναμης στα περίχωρα της πόλης. Οι κύριοι χώροι συγκέντρωσης των ελληνικών δυνάμεων ήταν το πυριτιδοποιείο στην Ιερά Οδό, ο Βοτανικός Κήπος πλησίον της μονής Δαφνίου, το στρατόπεδο του Ρουφ, το Αστεροσκοπείο, καθώς και οι λόφοι Φιλοπάππου και Αρδηττού.

Γύρω στις 3:00 τρία Συμμαχικά τάγματα, που αριθμούσαν εν συνόλω 3.000 άνδρες και είχαν σχηματίσει τρεις φάλαγγες, άρχισαν να προωθούνται προς την κατεύθυνση της Αθήνας. Οι ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας υποχώρησαν. Καθώς οι άνδρες που συγκροτούσαν τις Συμμαχικές φάλαγγες έφθαναν στις θέσεις εκείνες που έπρεπε να καταληφθούν σύμφωνα με τον επιχειρησιακό σχεδιασμό, διαπίστωναν ότι οι εν λόγω θέσεις τελούσαν υπό τον έλεγχο ελληνικών στρατευμάτων, που αρνούνταν να τις εγκαταλείψουν.

Επί δύο ώρες τα ελληνικά στρατεύματα βρίσκονταν αντιμέτωπα με τα Συμμαχικά χωρίς να συμβεί το παραμικρό. Όμως, στις 10:00 έπεσαν οι πρώτοι πυροβολισμοί στην περιοχή του στρατοπέδου του Ρουφ. Δεν υπήρξε κάποιος ιδιαίτερος λόγος γι’ αυτό, και μέχρι σήμερα παραμένει ασαφές ποιος ήταν εκείνος που άνοιξε πυρ. Βεβαίως, οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές στη συνέχεια αλληλοκατηγορήθηκαν. Δεν μπορεί να αποκλειστεί ούτε καν το ενδεχόμενο να άνοιξε πυρ μια ομάδα φανατικών βενιζελικών ή βασιλοφρόνων επιστράτων.

Η ανταλλαγή πυροβολισμών επεκτάθηκε στο(Πηγή)

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.