Η αστυνομία χρησιμοποίησε πλαστικές σφαίρες σήμερα στο κέντρο του Γιοχάνεσμπουργκ για να διαλύσει τους εκατοντάδες ταραξίες, ορισμένοι εκ των οποίων ήταν οπλισμένοι με ματσέτες και με αξίνες.
Οι αστυνομικοί απώθησαν επίσης μικρές ομάδες που είχαν συγκεντρωθεί στην Αλεξάντρια, η οποία γειτονεύει με την οικονομική συνοικία Σάντον, ώστε να αποτρέψουν νέες λεηλασίες εμπορικών καταστημάτων που ανήκουν σε ξένους.
Από την Κυριακή, πέντε άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στο Γιοχάνεσμπουργκ, ανακοίνωσε σήμερα η αστυνομία, κάνοντας επίσης λόγο για 189 συλλήψεις. Οι αρχές έχουν στείλει ενισχύσεις στην οικονομική πρωτεύουσα της χώρας για να ελέγξουν την κατάσταση.
“Τα περισσότερα από τα θύματα είναι Νοτιοαφρικανοί”, είπε ο υπουργός Ασφάλειας, Μπέκι Σέλε.
Οι ταραξίες “έφτασαν σαν σίφουνας και βανδάλισαν τα μαγαζιά”, εξήγησε ένας αυτόπτης μάρτυρας, ο Γκάβιν Μπούλντσαντ από το Κορονέισονβιλ, ένα φτωχό προάστιο του Γιοχάνεσμπουργκ όπου βρήκαν τον θάνατο δύο άνθρωποι σήμερα. “Ο ιδιοκτήτης ενός καταστήματος βγήκε έξω και πυροβόλησε το πλήθος (…) Πυροβόλησε έναν μαύρο στο πρόσωπο”, συνέχισε, κατηγορώντας τους ξένους ότι “παίρνουν” τις δουλειές από τους Νοτιοαφρικανούς.
Ο πρόεδρος Σίριλ Ραμαφόζα έσπασε τη σιωπή του σήμερα για να καταδικάσει “με τον εντονότερο τρόπο” την ξενοφοβική βία. “Οι επιθέσεις που στοχεύουν τους ξένους εμπόρους είναι παντελώς απαράδεκτες. Θέλω να σταματήσουν αμέσως”, είπε σε ένα βίντεο που αναρτήθηκε στο Twitter. “Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία ένας Νοτιοαφρικανός να τα βάζει με ανθρώπους από άλλες χώρες”, επέμεινε ο πρόεδρος του “έθνους ουράνιο τόξο”, όπως το οραματίστηκε ο προκάτοχος και μέντοράς του, ο Νέλσον Μαντέλα. Ο Ραμαφόζα συγκάλεσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο για να συζητηθεί η κατάσταση.
Εκτός από τις ανθρώπινες απώλειες, στις τριήμερες ταραχές προκλήθηκαν επίσης σημαντικές υλικές ζημιές. Δεκάδες καταστήματα βανδαλίστηκαν στο Γιοχάνεσμπουργκ και την πρωτεύουσα Πρετόρια ενώ νταλίκες πυρπολήθηκαν στην επαρχία Κουαζούλου-Νατάλ, επειδή οι οδηγοί τους θεωρήθηκαν “ξένοι”.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής της Αφρικανικής Ένωσης, Μούσα Φάκι Μαχάματ, κατήγγειλε τις επιθέσεις ενώ ο πρόεδρος της Νιγηρίας Μουχαμαντού Μπουχάρι δήλωσε “ανήσυχος” για τη βία εναντίον Αφρικανών μεταναστών, ιδίως των συμπατριωτών του. Ανακοίνωσε επίσης ότι στέλνει έναν “ειδικό απεσταλμένο” στη Νότια Αφρική.
Πολλοί επιφανείς Νιγηριανοί ζήτησαν να κηρυχθεί μποϊκοτάζ στις εταιρείες της Νότιας Αφρικής, όπως στον κολοσσό των τηλεπικοινωνιών MTN ή στον πάροχο τηλεοπτικών προγραμμάτων DSTV.
Η Νότια Αφρική, η ισχυρότερη οικονομία της υποσαχάριας Αφρικής, γίνεται συχνά θέατρο ξενοφοβικής βίας, η οποία υποκινείται από την υψηλή ανεργία και τη φτώχεια. Οι ταραχές των τελευταίων ημερών προκάλεσαν έντονη ανησυχία στις κοινότητες των μεταναστών του Γιοχάνεσμπουργκ.
“Έκαψαν τα πάντα”, είπε ένας έμπορος από το Μπαγκλαντές, ο Καμρούλ Χασάν, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο μπροστά στο πυρπολημένο μαγαζί του, στην Αλεξάντρια. “Κάθε έξι μήνες, γίνεται το ίδιο πράγμα. Γιατί λοιπόν να μείνω εδώ; Έχασα τα πάντα. Αν η κυβέρνηση μου πληρώσει το αεροπορικό εισιτήριο, θα επιστρέψω στο Μπαγκλαντές”, είπε.
Η αστυνομία δεν έχει ακόμη καταφέρει να εντοπίσει τι ήταν αυτό που προκάλεσε το νέο κύμα βίας, το οποίο ξεκίνησε την Κυριακή, όταν διαδηλωτές οπλισμένοι με αυτοσχέδια όπλα επιτέθηκαν με βόμβες μολότοφ και πέτρες σε καταστήματα στην Πρετόρια και τα λεηλάτησαν. Ορισμένοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι οι ταραχές ήταν έργο εγκληματικών οργανώσεων. “Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα οι εγκληματίες να χρησιμοποιούν μια ευαίσθητη κατάσταση, τη δυσαρέσκεια που υπάρχει για την ανεργία και τους ξένους υπηκόους”, σχολίασε ο υπουργός Ασφάλειας Μπέκι Σέλε.
Το 2015, επτά άνθρωποι σκοτώθηκαν σε παρόμοια επεισόδια εναντίον ξένων εμπόρων στο Γιοχάνεσμπουργκ και το Ντέρμπαν ενώ το 2008 η ξενοφοβική βία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 62 ανθρώπων σε όλη τη χώρα.