του Κώστα Μπετινάκη
Στο Αφγανιστάν, οι ΗΠΑ έχουν εμπλακεί στον πλέον μακροχρόνιο πόλεμο. Το τέλος της εμπλοκής δεν φαίνεται επειδή ούτε η σκιά της πανωλεθρίας στο Βιετνάμ δεν έχει γίνει μάθημα γοήτρου.
Η κατάσταση της αμερικάνικης πολεμικής εμπλοκής είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για το αμερικάνικο γόητρο και ο πρόεδρος Τραμπ, που την κληρονόμησε δεν φαίνεται διατεθειμένος να διαπραγματευθεί επίλυση με τους Ταλιμπάν.
Επιδιώκοντας μάλιστα πιο επιθετική πολιτική στο Αφγανιστάν, ο πρόεδρος Τραμπ ζήτησε μετασχηματισμούς στην ομάδα εθνικής ασφάλειας και να απολυθεί ο στρατηγός John Nicholson, από επικεφαλής των αμερικάνικων στρατευμάτων εδώ και 16 χρόνια.
Σύμφωνα με όσα διέρρευσαν από την πολύκροτη σύσκεψη με την στρατιωτική ηγεσία στα μέσα Ιουλίου, ο Τραμπ επανειλημμένα είπε πως «οι ΗΠΑ πρέπει να αλλάξουν σχέδια προκειμένου να κερδίσουν επιτέλους αυτό τον πόλεμο», όπως μετέδωσε το ΝΒC.
Λάβρος ήταν στη σύσκεψη εκείνη ο Ντ. Τραμπ που κατηγόρησε πως το σύνολο του Πενταγώνου ευθύνεται επειδή «χάνεται συνεχώς έδαφος στο Αφγανιστάν. Δεν κερδίζουμε μάχες, αλλά συνεχώς χάνουμε», διέρρευσε πως είπε ο Αμερικάνος πρόεδρος.
Φέρεται να εξέφρασε ακόμη πολλά παράπονα για τις στρατηγικές προοπτικές που του παρουσιάστηκαν – ανάμεσά τους κι η πλήρης αποχώρηση- τις οποίες χαρακτήρισε «εξωπραγματικές».
Παρομοίασε την πολιτική που εφαρμόζεται στο Αφγανιστάν, με εκείνη του φημισμένου ρεστοράν «21 Club» που επισκέπτεται συχνά στο Μανχάταν: «Το ρεστοράν είχε κλείσει για ένα χρόνο και είχαν προσλάβει έναν πανάκριβο σύμβουλο για την γενική αναμόρφωσή του. Κι εκείνος είχε προτείνει την επέκταση της κουζίνας. Κάτι που είχαν προτείνει και τα γκαρσόνια, χωρίς να πάρουν την υπέρογκη έξτρα αμοιβή».
Δηλαδή εξήγησε ο Τραμπ, «δεν χρειάζονταν τόσα έξοδα για μια απλή συμβουλή».
Αλλά ο Τραμπ δεν βγήκε σοφότερος από εκείνη την σύσκεψη. Ούτε όμως οι αμυντικοί παράγοντες συμφώνησαν με την απόλυση του στρατηγού Νίκολσον. O αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Dunford προσφέρθηκε να κανονίσει συνάντηση του Τραμπ με τον Νίκολσον. Όπως δήλωσε στο MSNBC o σύμβουλος εθνικής ασφάλειας H.R. McMaster «δεν μπορώ να φανταστώ πιο ικανό διοικητή σε οποιαδήποτε αποστολή από το Νίκολσον».
Κι όπως δήλωσαν αξιωματούχοι του Πενταγώνου στο NBC, εκείνη την ημέρα ο υπουργός Άμυνας Μάτις είχε επιστρέψει στο υπουργείο «Φανερά αναστατωμένος».
Ακολούθησαν ποικίλα σχόλια στον αμερικάνικο Τύπο, με πιο αξιοπερίεργο του Erik Prince (πρώην μέλους των ειδικών δυνάμεων του Ναυτικού SEAL και υπέρμαχου του θεσμού των μισθοφόρων) στην Wall Street Journal, στις 31 Μαΐου, ότι ο Τραμπ θα πρέπει να εφαρμόσει την μέθοδο της αποικιοκρατικής εποχής της Μεγάλης Βρετανίας, «διορίζοντας Αμερικάνο αντιβασιλέα στο Αφγανιστάν».
Μετά από 16 χρόνια πόλεμο και κατοχή από δυτικές δυνάμεις, το Αφγανιστάν είναι εντελώς κατεστραμμένο. Όχι μόνο οι βασικές δομές της χώρας, αλλά ακόμη και το προσδόκιμο ζωής (15ο χαμηλότερο στον κόσμο σύμφωνα με τον ΠΟΥ) ή το επίπεδο μόρφωσης. Είναι κι η καταστροφή που υφίσταται ένας παλιός πολιτισμός.
Κι όμως η μόνη αντίσταση που συναντά η Δύση προέρχεται από εξτρεμιστικές ομάδες όπως οι Ταλιμπάν ή οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Χαλιφάτου, που επίσης βρήκε πρόσφορο έδαφος με την κατοχή.
Είναι κι εκείνοι που δείχνουν ικανοποιημένοι από την κατάσταση που επικρατεί, μια και απασχολούνται σε δουλειές που έχουν δημιουργηθεί από τις ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις κατοχής. Οι ξένοι προσφέρουν καλοπληρωμένους μισθούς κι αν φύγουν όσοι εργάζονται στις υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να εγκαταλείψουν τη χώρα για να μεταναστεύσουν σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις που είχε κάνει τον Ιούνιο ο επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου Joseph Dunford καταθέτοντας σε επιτροπή στρατιωτικών υποθέσεων της Γερουσίας για την διάθεση των αμυντικών κονδυλίων.
Ο Dunford ζήτησε περισσότερα χρήματα για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν, τη Συρία και την αντιπαράθεση του κυβερνοπόλεμου με τη Ρωσία. «Οι στρατιωτικές προοπτικές των ΗΠΑ μειώνονται όσο περιορίζονται τα αμυντικά κονδύλια, την ώρα που καταπολεμούμε την τρομοκρατία και πρέπει να ανανεώνουμε συνεχώς τις τεχνολογικές μας ικανότητες».
Σε ερώτηση του γερουσιαστή Τζον Μακέιν «αν με την παρούσα στρατηγική χάνουμε χρόνο το Αφγανιστάν», ο Αμερικάνος υπουργός Άμυνας Jim Mattis απάντησε: «Δεν κερδίζουμε στο Αφγανιστάν προς το παρόν. Αλλά θα διορθώσουμε τα πράγματα όσο πιο σύντομα γίνεται» και χαρακτήρισε αυτή την εποχή ως «στρατηγική ελεύθερου χρόνου». «Αυτή η χρονιά πήγε καλά για τους Ταλιμπάν, αλλά από εδώ και πέρα θα γνωρίσουν δυσκολίες» πρόσθεσε ο Μάτις. Για να καταλήξει: Το Αφγανιστάν βρίσκεται στο επίκεντρο της διεθνούς τρομοκρατίας. Και πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε εκεί . Οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή διαθέτουν 8.500 στρατιώτες στο Αφγανιστάν και περί τις 5.000 από σύμμαχες χώρες. Μερικά από τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ υποσχέθηκαν να στείλουν κι άλλες ενισχύσεις».
Αλλοπρόσαλλη πολιτική
Το επιστέγασμα της μπερδεμένης πολιτικής που εφαρμόζεται από τη νέα διακυβέρνηση στον βαλτωμένο πόλεμο, είναι η πρόταση για πρόσληψη από τους συμβούλους του προέδρου, δύο επιχειρηματιών οι οποίοι έχουν κερδίσει εκατομμύρια $ από στρατιωτικά συμβόλαια με το Πεντάγωνο για να προτείνουν «εναλλακτικές λύσεις» από την αποστολή και άλλων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν.
Πρόκειται για τους Erik D. Prince, ιδρυτή της εταιρίας παροχής υπηρεσιών ιδιωτικής ασφάλειας Blackwater Worldwide και τον δισεκατομμυριούχο Stephen A. Feinberg, ιδιοκτήτη τεράστιων στρατιωτικών συμβολαίων μέσω της DynCorp International, οι οποίοι υποστηρίζουν πως «με τα συμβόλαια θα κατορθώσει το Πεντάγωνο περισσότερα από όσο με τα στρατεύματα στο Αφγανιστάν». Και οι δυό τους είναι επιλογές του υπεύθυνου για θέματα στρατηγικής του προέδρου Τραμπ Stephen K. Bannon και του προεδρικού συμβούλου Jared Kushner, γαμπρού του προέδρου.
Την πολιτική αυτή δεν φαίνεται να ασπάζεται ο υπουργός Άμυνας Μάτις, ο οποίος συναντήθηκε μεν με τον Μπάνον για το ζήτημα αυτό, τον άκουσε ευγενικά αλλά επέμεινε στην στρατηγική που εφαρμόζεται και στην οποία συμφωνεί και ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας υποστράτηγος H. R. McMaster.