Με την Τουρκία να έχει παραλάβει το δεύτερό της φορτίο στο πλαίσιο της προμήθειας του ρωσικού συστήματος αεράμυνας S-400, η αντίδραση από πλευράς των ΗΠΑ αναμένεται ακόμα: Παρά τις προειδοποιήσεις των ΗΠΑ για πιθανές κυρώσεις και για «εξοστρακισμό» της Τουρκίας από το πρόγραμμα των μαχητικών F-35, η Άγκυρα συνέχισε στον δρόμο της συμφωνίας που είχε κλείσει με τη Ρωσία, αψηφώντας τους Αμερικανούς και φέρνοντας τις σχέσεις των δύο χωρών σε μια άνευ προηγουμένου κρίση, το επόμενο «επεισόδιο» της οποίας μένει να φανεί.
Η Ουάσινγκτον προσπαθεί εδώ και μήνες να ματαιώσει τη συμφωνία, υποστηρίζοντας πως το ρωσικό σύστημα αεράμυνας είναι ασύμβατο με τα συστήματα του ΝΑΤΟ. Επίσης, οι ΗΠΑ υπογραμμίζουν πως, εάν οι S-400 αναπτυχθούν κοντά στα προηγμένα μαχητικά F-35, τα οποία η Τουρκία σκοπεύει να αγοράσει (συμμετέχει και στο πρόγραμμα παραγωγής τους), τα τεχνολογικά μυστικά των αεροσκαφών θα διέτρεχαν κίνδυνο.
Η θέση της Τουρκίας είναι πως η προμήθεια των S-400 είναι επιλογή στρατηγικής σημασίας, με σκοπό την προστασία των συνόρων της με τη Συρία και το Ιράκ και υποστηρίζει πως οι ΗΠΑ και η Ευρώπη δεν είχαν να κάνουν κάποια καλή εναλλακτική πρόταση.
Πώς λειτουργούν οι S-400
Μεμονωμένα, οι S-400 λειτουργούν ως εξής: Το ραντάρ μακράς εμβέλειας εντοπίζει τους στόχους και αποστέλλει τα δεδομένα στο όχημα διοικήσεως, που τους αξιολογεί. Οι στόχοι επιλέγονται, υποδεικνύονται και το όχημα διοίκησης δίνει εντολή εκτόξευσης πυραύλων. Τα δεδομένα στόχευσης αποστέλλονται στον εκτοξευτή που βρίσκεται στην καλύτερη θέση, που προβαίνει στην εκτόξευση των πυραύλων, τους οποίους κατευθύνει προς τους στόχους τους το ραντάρ εμπλοκής.
Ωστόσο, για να γίνει αντιληπτή η φύση του ζητήματος, πρέπει πρώτα να γίνει κατανοητό πώς λειτουργεί ένα δίκτυο αεράμυνας: Κανένα σύστημα δεν λειτουργεί αποτελεσματικά μόνο του- ένα σύγχρονο δίκτυο αεράμυνας αποτελεί ένα πλέγμα από διάφορα ραντάρ, πυραύλους κ.α., έτσι ώστε να μπορεί να εντοπίζει και να πλήττει εχθρικά αεροσκάφη και πυραύλους σε διάφορα ύψη και αποστάσεις. Οπότε, τα συστήματα που απαρτίζουν ένα δίκτυο αεράμυνας πρέπει να είναι συμβατά μεταξύ τους, έτσι ώστε να μπορούν να συνεργάζονται, καθώς η αεράμυνα, γενικά μιλώντας, είναι «ομαδικό παιχνίδι».
Η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, και ως εκ τούτου το πλέγμα αεράμυνάς της είναι σχεδιασμένο με βάση τα ΝΑΤΟϊκά πρότυπα. Σε αυτό το πλέγμα οι S-400– ένα σύστημα αεράμυνας μεγάλης εμβέλειας- δεν μπορούν να ενταχθούν (εύκολα), καθώς πρόκειται για ρωσική (ασύμβατη) τεχνολογία.
Οι S-400 θεωρούνται ένα από τα καλύτερα συστήματα SAM (Surface to Air Missiles- αντιαεροπορικοί πύραυλοι) που βρίσκονται σε υπηρεσία σήμερα, και αναπτύσσεται ήδη ο διάδοχός του, οι S-500. Μεταξύ των πλεονεκτημάτων των S-400 (και, γενικότερα, και της προηγούμενης έκδοσης, S-300, που είχαν αγοραστεί από την Κύπρο και κατέληξαν στην Ελλάδα λόγω αντιδράσεων της Τουρκίας) είναι η μεγάλη τους εμβέλεια, η δυνατότητα εμπλοκής διαφορετικών στόχων και οι εξελιγμένοι τους αισθητήρες, που, σύμφωνα με τη Ρωσία, έχουν anti-stealth δυνατότητες. Στα χέρια έμπειρων χειριστών, θα μπορούσαν να επιφέρουν σημαντικά πλήγματα, καταρρίπτοντας εχθρικά αεροσκάφη σε μεγάλες αποστάσεις, αλλά και στοχοποιώντας βοηθητικά αεροσκάφη που κανονικά δεν θα απειλούνταν, όπως αεροσκάφη ανεφοδιασμού, ιπτάμενα ραντάρ κλπ.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίστηκε, ένα δίκτυο αεράμυνας είναι «πλέγμα» και δεν μπορεί να βασίζεται μόνο σε ένα σύστημα- επίσης, από ένα σημείο και μετά είναι και θέμα αριθμών: Ακόμα και μια πλήρης πυροβολαρχία S-400 έχει περίπου οκτώ εκτοξευτές, με τέσσερις πυραύλους στον καθένα. Εάν αυτοί δεν προστατεύονται/ συνεργάζονται με άλλα συστήματα, τότε η απόκρουση μιας συντονισμένης, επικεντρωμένης επίθεσης είναι δύσκολη. Παράλληλα, ακόμα και αν ένα από τα πιο «πολυδιαφημισμένα» χαρακτηριστικά των S-400 είναι η μεγάλη τους θεωρητική εμβέλεια (ο προηγμένος ρωσικός πύραυλος 40Ν6Ε έχει θεωρητική εμβέλεια 400 χλμ), οι αντιαεροπορικοί πύραυλοι μεγάλης εμβέλειας είναι και αυτοί ευάλωτοι σε πυραυλικές επιθέσεις από μεγάλες αποστάσεις (standoff). Παράλληλα, στην αεράμυνα σημαντικό ρόλο παίζει και ο γεωγραφικός παράγοντας- δηλαδή η μορφολογία του θεάτρου επιχειρήσεων, που μπορεί να επιτρέπει στα εχθρικά αεροσκάφη ή τους πυραύλους να πλησιάσουν χρησιμοποιώντας πχ ορεινούς όγκους ως κάλυψη από τα ραντάρ αεράμυνας. Επίσης, σε κάθε περίπτωση, μια πυροβολαρχία S-400 είναι ευάλωτη σε επιθέσεις κορεσμού, με εκτόξευση μεγάλου αριθμού πυραύλων εναντίον της, έτσι ώστε απλά να μην είναι σε θέση να αντιμετωπίσει όλες τις εισερχόμενες απειλές. Για αυτό και πρέπει να συνεργάζεται με μικρότερης εμβέλειας αντιαεροπορικά συστήματα, τα οποία θα λειτουργούν, τρόπον τινά, και ως «σωματοφύλακες».
Οι πιο αποτελεσματικοί χρήστες των S-400 και S-300 είναι η Ρωσία και η Κίνα, όπου ενσωματώνονται σε ευρύτερα, ιδιαίτερα πυκνά πλαίσια αεράμυνας, με ποικιλία συμβατών μεταξύ τους συστημάτων, και υποστηρίζονται και από μεγάλους αριθμούς μαχητικών αεροσκαφών. Όσον αφορά στην περίπτωση της Τουρκίας, υπάρχει έλλειψη αποτελεσματικών/ σύγχρονων αντιαεροπορικών συστημάτων (η τουρκική αεράμυνα βασίζεται κυρίως στα μαχητικά της), οπότε και οι S-400 θα καλύψουν ένα σημαντικό κενό- ενώ θα της δώσουν και τη δυνατότητα αντιβαλλιστικής άμυνας, που μέχρι τώρα ήταν ανύπαρκτη. Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, οι S-400, στην περίπτωση της Τουρκίας, στερούνται ικανών «συμπαικτών»: Εν ολίγοις, οι S-400 δεν είναι κάποιο «υπερόπλο» που «κλειδώνει» τον τουρκικό εναέριο χώρο ή που θα είναι σε θέση να απειλεί σοβαρά τα ελληνικά μαχητικά με το που απογειώνονται από τις βάσεις τους στην ενδοχώρα (άλλωστε για να συμβεί κάτι τέτοιο ακόμη και θεωρητικά, θα έπρεπε οι συστοιχίες να βρίσκονται σε σημεία όπου θα ήταν ούτως ή άλλως ιδιαίτερα ευάλωτες σε προσβολή)- αλλά σίγουρα αποτελούν σημαντική αναβάθμιση για το τουρκικό πλέγμα αεράμυνας, που αποκτά ένα μέσο μεγάλης εμβέλειας και υψηλών δυνατοτήτων.
Γιατί ανησυχούν οι ΗΠΑ
Βασικός φόβος των ΗΠΑ είναι πως Ρώσοι τεχνικοί που θα μεταβούν στην Τουρκία για σκοπούς εκπαίδευσης και εγκατάστασης/ ρύθμισης των S-400, τότε θα μπορούσαν να αποκτήσουν πρόσβαση σε «θησαυρό» δεδομένων για το F-35, εάν τα τουρκικά F-35 επιχειρούν στον ίδιο εναέριο χώρο. Συγκεκριμένα, τα ισχυρά ραντάρ των S-400 θα μπορούν να παρακολουθούν τις δραστηριότητες των F-35– και πρέπει να θυμόμαστε πως stealth τεχνολογία σημαίνει μείωση του ίχνους ενός αεροσκάφους στο ραντάρ, όχι εξαφάνισή του: Κανένα αεροσκάφος δεν είναι απόλυτα αόρατο. Οπότε, θα γινόταν πιο εύκολος ο εντοπισμός των F-35, καθώς οι χειριστές των S-400 θα μάθαιναν τι ακριβώς ίχνος πρέπει να περιμένουν από τα προηγμένα μαχητικά.
Πέραν της αμιγώς στρατιωτικής/ τεχνολογικής διάστασης, επίσης, υπάρχουν θεμελιώδη πολιτικά και στρατηγικά ζητήματα που υφίστανται γύρω από την προμήθεια των S-400: Το βασικό ερώτημα που προκύπτει είναι τι ακριβώς μήνυμα αποστέλλεται για τον ρόλο της Τουρκίας στη συμμαχία εάν αγοράζει κάποια από τα σημαντικότερα οπλικά της συστήματα από τη Ρωσία- μια χώρα την οποία πολλές κυβερνήσεις της Δύσης αντιμετωπίζουν πλέον ως απειλή.
Επίσης, τίθεται για άλλη μια φορά ζήτημα σχετικά με τον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις από την κυβέρνηση Τραμπ και τα ανάμεικτα μηνύματά της: Η γραμμή του Πενταγώνου ήταν πάντα ξεκάθαρη- η Τουρκία δεν μπορεί να έχει S-400 και F-35. Ωστόσο, σε πρόσφατη συνάντηση μεταξύ των προέδρων Τραμπ και Ερντογάν, ο Αμερικανός πρόεδρος φάνηκε να επιρρίπτει όλη την ευθύνη για το ζήτημα στον προκάτοχό του Μπαράκ Ομπάμα, για αυτό που ο ίδιος φαίνεται να θεωρεί ως αποτυχία στην πώληση αμερικανικών πυραύλων Patriot στην Τουρκία. Αυτό, με τη σειρά του, φαίνεται να έπεισε σε μεγάλο βαθμό τον Ερντογάν ότι μπορεί να προχωρήσει και να ολοκληρώσει τη συμφωνία με τη Μόσχα χωρίς σημαντικές επιπτώσεις. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να υπενθυμίσουμε πως, στον τομέα της ασφάλειας, η Άγκυρα έχει επανειλημμένα εκφράσει την ενόχλησή της για την υποστήριξη που παρέχουν οι ΗΠΑ στους Κούρδους στο Ιράκ και τη Συρία, όπου οι Κούρδοι μαχητές ήταν βασικοί σύμμαχοι των Αμερικανών στη μάχη κατά του ISIS (ωστόσο η Τουρκία θεωρεί τις ίδιες αυτές κουρδικές δυνάμεις τρομοκρατικές οργανώσεις και βασική απειλή προς την ασφάλειά της). Γενικότερα, εκτιμάται πως οι εξελίξεις στη Συρία και οι αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας στο θέμα ήταν από τους σημαντικότερους λόγους πίσω από την προσέγγιση Άγκυρας- Μόσχας- ενώ, από το 2016 και μετά, υφίσταται το ζήτημα του διαμένοντος στις ΗΠΑ κληρικού Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο η Άγκυρα θεωρεί ενορχηστρωτή του αποτυχημένου πραξικοπήματος.
Σε κάθε περίπτωση, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Τουρκία φαίνονται να καταβάλλουν προσπάθειες να αποφευχθεί η ρήξη λόγω της «κρίσης των πυραύλων»: Μέχρι τώρα, η αντίδραση των Αμερικανών ήταν περιορισμένη, με τον Μαρκ Έσπερ, ο οποίος εκτελεί χρέη υπουργού Άμυνας, να λέει πως η στάση των ΗΠΑ δεν έχει αλλάξει, πριν από συνομιλία του με τον Τούρκο ομόλογό του, Χουλουσί Ακάρ. Ο Ακάρ, σύμφωνα με ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Άμυνας, είπε στον Έσπερ ότι η Τουρκία παραμένει υπό σημαντική αεροπορική και πυραυλική απειλή και ότι η αγορά των S-400 δεν είναι επιλογή, μα αναγκαιότητα- ενώ πρόσθεσε πως η Τουρκία συνεχίζει να αξιολογεί την αμερικανική πρόταση για αγορά των αμερικανικών πυραύλων Patriot, προσθέτοντας πως η επιδείνωση των διμερών σχέσεων δεν θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα καμιάς από τις δύο χώρες.
Το ποια θα είναι η αντίδραση των ΗΠΑ στους τουρκικούς ελιγμούς – οι οποίοι φαίνονται να αποσκοπούν στη συνέχιση μιας διαπραγμάτευσης πάνω σε ένα θέμα για το οποίο η αμερικανική γραμμή ήταν μέχρι πρότινος ξεκάθαρη, μένει να φανεί: Ο ίδιος ο Έσπερ, σε πρόσφατη επίσκεψή του στο αρχηγείο του ΝΑΤΟ στο Βέλγιο, είχε πει πως «αν η Τουρκία αποδεχτεί την παράδοση των S-400, δεν θα πάρει τα F-35. Τόσο απλά».
(με πληροφορίες από BBC, CNN, Stratfor Worldview)