Σημαντικές εξελίξεις στο ζήτημα των S-400 καθιστούν για την ώρα αβέβαιη την τήρηση της απόφασης της τουρκικής κυβέρνησης ότι ο “κύβος ερρίφθη” και ότι η παραλαβή του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος είναι “τελειωμένη υπόθεση” και θα γινόταν εντός του Ιουνίου, εξοργίζονας την Ουάσιγκτον. Πιέσεις αλλά και μυστικές διαπραγματεύσεις φαίνεται πως οδήγησαν, αν όχι σε μόνιμη αναβολή, τουλάχιστον σε σημαντική καθυστέρηση της παραλαβής των S-400 από την Τουρκία. Προφανώς με συμβιβασμό και σημαντικά ανταλλάγματα.
Μυστικές διαπραγματεύσεις και φανερές συνομιλίες
Μια συμβολική απελευθέρωση ενός ακόμη αμερικανού πολίτη, ο οποίος κρατείτο από το 2016, κι ένα τηλεφώνημα, υπήρξαν οι καταλύτες εξελίξεων, που πιθανώς να είχαν δρομολογηθεί εδώ και βδομάδες χάρη σε μυστικές διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών. Την Τετάρτη 29 Μαίου 2019 υπήρξε τηλεφωνική επικοινωνία του Ντόναλντ Τραμπ με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά την οποία, ανάμεσα στα άλλα, ο αμερικανός πρόεδρος αποδέχθηκε να επισκεφθεί την Τουρκία εντός του Ιουλίου. Ο πρόεδρος Τραμπ, παρακάμπτοντας τις αντιρρήσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου, που είχαν αρνηθεί επί δύο μήνες την ιδέα ενεργοποίησης κοινής αμερικανο-τουρκικής ομάδας εργασίας προκειμένου να καθησυχαστούν οι αμερικανικές ανησυχίες για τη συμβατότητα των ρωσικών πυραύλων S-400 με το πρόγραμμα των μαχητικών πέμπτης γενιάς F-35, αποδέχθηκε τελικά αυτή την πρόταση που επιθυμούσε η Άγκυρα.
Ο Τράμπ, κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής συνομιλίας, ενημερώθηκε από τον Ερντογάν για την απελευθέρωση του Τουρκοαμερικανού επιστήμονα της NASA Σερκάν Γκέλγκε, και ο ίδιος επιβεβάιωσε την πρόθεσή του να επισκεφθεί την Τουρκία μέσα στον Ιούλιο. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ερντογάν χρησιμοποιεί εργαλειακά τους Αμερικανούς κρατούμενους-ομήρους του, ως διαπραγματευτικό χαρτί απέναντι στην Ουάσιγκτον προκειμένου να αποσπάσει ανταλλάγματα. Το ίδιο άλλωστε επιχείρησε να κάνει πέρυσι και με την περίπτωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών που συνελήφθησαν στον Έβρο και κρατήθηκαν επί μήνες στις φυλακές της Αδριανούπολης.
Έλιωσαν οι πάγοι των αμερικανοτουρκικών σχέσεων;
Παρά τις εξελίξεις που δείχνουν “λιώσιμο των πάγων” των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, οι οποίες βρέθηκαν στο ναδίρ από τότε που η Άγκυρα αποφάσισε να αγοράσει ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα, Τούρκοι αξιωματούχοι επισημαίνουν πως το πρόγραμμα παράδοσης του ρωσικού συστήματος πυραυλικής άμυνας S-400 συνεχίζεται κανονικά. Μάλιστα ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών Χαμί Ακσόι, απέρριψε τις πληροφορίες ότι η Άγκυρα σκέφτεται να καθυστερήσει την παραλαβή των S-400 για να καθησυχάσει τις ΗΠΑ. Ωστόσο υπάρχουν πληροφορίες πως ο Χουλουσί Ακάρ, Τούρκος υπουργός Αμυνας, δήλωσε πως η παράδοση των S-400 ίσως να μην γίνει τον Ιούνιο… Επομένως πάμε για καθυστέρηση ώστε να δοθεί περισσότερος χρόνος για να μεσολαβήσει η συνάντηση Τραμπ-Ερντογάν, οι οποιοι φέρεται να συμφώνησαν να συναντηθούν τον Ιούλιο και στο περιθώριο της συνόδου των G20 στην Ιαπωνία, με την ελπίδα πως θα προκύψει συμβιβασμός.
Βέβαια η αμερικανική πλευρά μέσω του Πάτρικ Σάναχαν, ο οποίος και εκτελεί χρέη υπουργού Αμυνας, επανάλαβε πως, εφόσον προχωρήσει η αγορά των S-400, τότε δεν θα πρέπει να παραδοθούν τα F-35, ούτε και να εκπαιδευτούν οι Τούρκοι πιλότοι για τη χρήση τους, επισημαίνοντας πως οι S-400 όχι μόνον δεν είναι συμβατοί με το αμυντικό σύστημα του ΝΑΤΟ αλλά συνιστούν σοβαρή απειλή για τα μαχητικά αεροσκάφη F-35, στο πρόγραμμα παραγωγής των οποίων εμπλέκεται και η Τουρκία. Είναι ο γνωστός εκβιασμός “S-400 ή F-35”, ο οποίος έχει οδηγήσει σε κορύφωση το αρνητικό κλίμα των τουρκοαμερικανικών σχέσεων, που είναι τεταμένες από το 2016 καθώς ο Ερντογάν κατηγόρησε την Ουάσιγκτον για υποκίνηση του αποτυχημένου πραξικοπήματος εναντίον του.
Να κρατηθεί η Τουρκία σε φιλοδυτική τροχιά
Αυτή η εξέλιξη ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη καθώς οι ΗΠΑ εμφανίζονται απρόθυμες να συγκρουστούν με έναν παραδοσιακό στρατηγικό εταίρο και σύμμαχό τους στην περιοχή και να τον εγκαταλείψουν στην αγκαλιά της Ρωσίας. Η Τουρκία, παρά τις κατά καιρούς σκέψεις περί δημιουργίας μιας “δεύτερης γραμμής” του Δυτικού συστήματος στην περιοχή, θεωρείται γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά πολύ σημαντική από την Ουάσιγκτον ώστε να εγκαταλειφθεί αμαχητί, παρά την αλλοπρόσαλη πολιτική του Ερντογάν.
Αναλυτές στην Ουάσιγκτον επιμενουν πως “ο Ερντογάν δεν είναι η Τουρκία” και πως θα πρέπει αυτή τη χώρα να κρατηθεί σε φιλοδυτική τροχιά ώστε να μην καταστεί “κανόνι ελεύθερο στο κατάστρωμα”. Δεν είναι μόνον ο κίνδυνος η Τουρκία να στραφεί μόνιμα προς τη Ρωσία, την Κίνα και την Ανατολή, αλλά και η ανησυχία για τη γενικέτερη αποσταθεροποπιηση που μπορεί να προκύψει στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο, όπου τα αμερικανικά συμφέροντα παραμένουν ζωτικής σημασίας.
Η στοχοποίηση του Ιράν
Υπάρχει ωστόσο κι ένας ακόμη πολύ σημαντικός παράγοντας που οδήγησε στην επαναπροσέγγιση με την Τουρκία και αυτός δεν είναι άλλος από το Ιράν. Η εμμονική στοχοποίηση του Ιράν εκ μέρους των ΗΠΑ, και ιδιαιτέρως από την διακυβέρνηση Τραμπ, επισπεύδει το κλείσιμο “δευτερευόντων μετώπων” στην περιοχή, ώστε η αμερικανική ισχύς και διπλωματία να συγκεντρώσει όσο το δυνατόν περισσότερους συμμάχους και να “καλύψει τα νώτα” της προτού αναλάβει την οποιαδήποτε δυναμική πρωτοβουλία κατά της Τεχεράνης, συμπεριλαμβανομένης και μιας στρατιωτικής επέμβασης.
Η Τουρκία θεωρείται πολύ σημαντική σε ενα τέτοιο ριψοκίνδυνο εγχείρημα καθώς είναι η μοναδική χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ που έχει σύνορα με το Ιράν, και στο έδαφος της βρίσκεται και η στρατηγικής σημασίας αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ. Ακόμη κι αν η Άγκυρα επιλέξει την ουδετερότητα, πράγμα πολύ πιθανόν εφόσον διατηρεί καλες σχέσεις με την Τεχεράνη και οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών είναι σημαντικές και προς όφελος της Τουρκίας, αυτή δεν θα είναι χωρίς ανταλλάγματα.
Ανταλλάγματα στη βόρεια Συρία
Το πρώτο αντάλλαγμα που φέρεται να ζήτησε η Άγκυρα από τις ΗΠΑ είναι η δημιουργία μιας “ζώνης ασφαλείας” στη βόρεια Συρία για την αποφυγή “τρομοκρατικών επιθέσεων”, αλλά στην ουσία ως έναν τρόπο για να αποτραπεί η δημιουργία μιας αυτόνομης κουρδικής οντότητας στη βορειανατολική Συρία. Η Ουάσιγκτον φέρεται να αποδέχθηκε τις “τουρκικές ανησυχίες”, επικαλούμενη το παράδειγμα της τουρκοαμερικανικής συνεργασίας γύρω από την ασφάλεια της συριακής πόλης Μανμπίζ, δυτικά του Ευφράτη.
Το άλλο αντάλλαγμα έχει να κάνει με την υποστήριξη των ΗΠΑ τόσο σε σχέση με την αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης της Τουρκίας με την Ε.Ε., όσο κυρίως με την εμπιστοσύνη στην τουρκική οικονομία, η οποία βρίσκεται από το περασμένο φθινόπωρο σε ύφεση, και ιδιαίτερα με τη στήριξη της Ουάσιγκτον σε ενδεχόμενη προσφυγή της Άγκυρας στο ΔΝΤ. Αυτό άλλωστε αποτελεί και το ισχυρότερο όπλο των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας, η οικονομία της οποίας χαρακτηρίζεται το λιγότερο “προβληματική”.
Ελληνικές και κυπριακές ανησυχίες
Η ελληνική και η κυπριακή πλευρά ανησυχεί για το ενδεχόμενο στο “μεγάλο παζάρι” μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας να συμπεριληφθούν και τα ενεργειακά κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου, όπου η Άγκυρα θα επιθυμούσε πάγωμα όλων των εξορύξεων στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας μέχρι να επιλυθεί το Κυπριακό ή μέχρι οι Τουρκοκύπριοι και η Άγκυρα λάβουν το μερίδιο που θεωρούν ότι δικαιούνται. Γι’ αυτό και η κλιμάκωση της έντασης με την εισβολή του “Προθητή” στην κυπριακή ΑΟΖ, προκειμένου να συρθεί η Λευκωσία σε διαπραγματεύεις για τη διανόμη της “ενεργειακής πίτας” προτού καν λυθεί το Κυπριακό ζήτημα.
Για την ώρα η Ουάσιγκτον υποστηρίζει τη θέση πως η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κάθε νόμιμο δικαίωμα να αξιοποιεί την ΑΟΖ της, αλλά αυτό δεν αποκλείει, ενόψει μάλιστα μιας επικείμενης επίθεσης στο Ιράν, την υιοθέτηση μιας πιο “ουδέτερης στάσης” προς όφελος των βλέψεων της Τουρκίας, όπως άλλωστε έκανε και η Μ. Βρετανία. Η Ελλάδα, παρότι βρισκόμενη σε προεκλογική περίοδο, θα πρέπει να παρακολουθεί πολύ προσεκτικά αυτές τις εξελίξεις.
Ο εκνευρισμός της Μόσχας
Η Ρωσία τέλος, που δεν είναι και τόσο ευτυχισμένη με αυτές τις εξελίξεις, ενδεχομένως να αυξήσει τις πιέσεις της προς την Τουρκία προκειμένου να τηρήσει τις υποσχέσεις της σχετικές με τους S-400 και μεάλλες εμπορικές συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένων της κατασκευής πυρηνικών εργοστασίων, εκβιάζοντας ακύρωση, ακόμη και ρήξη. Ως μοχλό πίεσης η Ρωσία έχει αυξήσει την πίεση και τους βομβαρδισμούς γύρω από τον αντικαθεστωτικό θύλακα του Ιντίλμπ στη Συρία, τον οποίο προστατεύει εμμέσως η Τουρκία. Η Μόσχα γνωρίζει πολύ καλά πως η Συρία και οι Κούρδοι παραμένουν η “αχίλλειος πτέρνα” της Τουρκίας.
Γιώργος Στάμκος συγγραφέας και δημοσιογράφος