Από τη μια πλευρά υπάρχει η αποτυχημένη διακυβέρνηση του προέδρου Νικολάς Μαδούρο, του ανθρώπου που θα πρέπει να θεωρείται κάθε άλλο παρά άξιος διάδοχος του αναμορφωτή της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες. Από την άλλη πλευρά είναι υπαρκτός ο εφιάλτης να μετατραπεί το πλούσιο σε υδρογονάνθρακες κράτος των 32 εκατομμυρίων κατοίκων σε αποικία των ΗΠΑ που θα διοικείται από μαριονέτες τύπου Χουάν Γκουαϊντό και του ιδεολογικού μέντορά του Λεοπόλδο Λόπες, τα νήματα των οποίων θα κινούν ο Λευκός Οίκος του Ντόναλντ Τραμπ και οι αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου.
Σε κάθε περίπτωση το θύμα είναι ο λαός, κατάκοπος από την ανέχεια και την αβεβαιότητα. «Με καλπάζοντα υπερπληθωρισμό, όπου το τοπικό νόμισμα, μπολιβάρ, δεν έχει πλέον πρακτικά καμία αξία, οι κάτοικοι της Βενεζουέλας αγωνίζονται να βρουν πρώτα δολάρια για να έχουν ανταλλάξιμα χρήματα και μετά προϊόντα που να μπορούν να αγοράσουν» μεταδίδει από το Καράκας απεσταλμένος ευρωπαϊκού τηλεοπτικού δικτύου.
Παρανομία στην παρανομία
Πέρυσι τον Μάιο ο Μαδούρο επανεκλέχθηκε πρόεδρος για τα επόμενα έξι χρόνια. Φέτος, στις 10 Ιανουαρίου, άρχισε η νέα θητεία του. Μόλις δεκατρείς μέρες αργότερα ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, ο 35άχρονος Γκουαϊντό, αυτοανακηρύχθηκε πρόεδρος, απαντώντας στη μια παρανομία (τον παραγκωνισμό από τον Μαδούρο της κυριαρχούμενης από τη Δεξιά Εθνοσυνέλευσης) με μια άλλη: την αντιποίηση αρχής.
Μέχρι στιγμής η προσπάθειά του πέφτει στο κενό, αν και πάνω από 50 κυβερνήσεις τον αναγνώρισαν ως ηγέτη της Βενεζουέλας. Δρώντας και πάλι κατ’ εντολή των ΗΠΑ, την περασμένη Τρίτη ο Γκουαϊντό κάλεσε λαό και στρατό να βγουν στους δρόμους και να ανατρέψουν την κυβέρνηση. Και πάλι δεν βρήκε απήχηση πέρα από μια μικρή ομάδα στρατιωτικών και μια ακόμη μικρότερη σε σχέση με τον πληθυσμό μερίδα πολιτών. Ισως οι σχεδιασμοί των επίδοξων πραξικοπηματιών να μην έλαβαν υπόψη τους την ιστορική μνήμη των Βενεζουελάνων, οι οποίοι από τις αρχές του 1900 βιώνουν αλλεπάλληλες δικτατορίες και εμφύλιους πολέμους με φωτεινό διάλειμμα τη διακυβέρνηση Τσάβες.
Πόλεμος δι’ αντιπροσώπων
«Οι Ρώσοι θέλουν συνεχώς να μας μπαίνουν στο μάτι. Τους αρέσει να έχουν τον έλεγχο κάποιων χωρών σε αυτή την περιοχή. Δεν είναι ιδεολογικό το ζήτημα αλλά η παλιά πολιτική της μεγάλης δύναμης» δήλωσε στο CNN ο γνωστός ακροδεξιός Τζον Μπόλτον, σύμβουλος του Τραμπ για θέματα εθνικής ασφάλειας, δείχνοντας τη Μόσχα ως τη χώρα που με τη βοήθειά της παραμένει στην εξουσία ο Μαδούρο. Τo σενάριo που κυκλοφορεί τώρα η Ουάσινγκτον είναι ότι στήνεται ένας «πόλεμος μέσω αντιπροσώπων» (proxy war) ΗΠΑ – Ρωσίας, ένας «μίνι εμφύλιος» για την ανατροπή του Μαδούρο και τον έλεγχο των κοιτασμάτων πετρελαίου.
«Ο Τσάβες έκανε πολλά πράγματα για να ενισχύσει τα λαϊκά στρώματα κι αυτό φαινόταν και εκλογικά με τον κόσμο που έβγαινε στον δρόμο, το έβλεπες, το ένιωθες. Αλλά εμφύλιο όπου ο φτωχός θα βγει στον δρόμο να υποστηρίξει τον Μαδούρο δεν προβλέπω. Αυτός ο άνθρωπος δεν έχει να φάει» είχε πει στο Documento πριν από δύο μήνες o Ελληνας πολιτικολόγος Δημήτρης Παντούλας, ο οποίος ζει και εργάζεται στο Καράκας.
Προς το παρόν –και με τις ΗΠΑ να μην αποκλείουν τον παραλογισμό μιας στρατιωτικής εισβολής– καμία πλευρά δεν συζητά τη λύση των αμοιβαίων υποχωρήσεων και των νέων προεδρικών εκλογών με νέα πρόσωπα ως υποψηφίους.
Kαλοπληρωμένοι και (ακόμη) πιστοί οι στρατιωτικοί
Την κλασική μέθοδο των αυταρχικών καθεστώτων που φροντίζουν να έχουν ικανοποιημένους τους στρατιωτικούς χρησιμοποιεί το καθεστώς Μαδούρο. Παρά τη δεινή οικονομική κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, με τον υπερπληθωρισμό να τρέχει με 80.000% ετησίως και τρία εκατομμύρια απελπισμένους να έχουν καταφύγει σε γειτονικές χώρες για να επιβιώσουν, οι μισθοί των αξιωματικών αυξάνονται συνεχώς.
«Οι στρατιωτικοί έχουν πάρει αυξήσεις που πλησιάζουν το δεκαπλάσιο απ’ όσα έπαιρναν πριν από δύο χρόνια. Πάντως, αν και ο μισθός ενός συνταγματάρχη μπορεί να είναι και 30 φορές μεγαλύτερος από εκείνον ενός νεοδιοριζόμενου γιατρού, οι καθαρές απολαβές του δεν ξεπερνούν τα 60 ευρώ τον μήνα» γράφουν οι «The London Times».
Η οικονομική διασφάλιση όμως έρχεται απ’ αλλού. Στρατιωτικοί και συγγενείς τους διορίζονται σε διοικητικά συμβούλια κρατικών εταιρειών, όπως για παράδειγμα η Petroleos de Venezuela (PDVSA) και θυγατρικές της, σε κάθε είδους δημόσιες υπηρεσίες και σε κρατικές τράπεζες, ενώ σιτίζονται από τις γεμάτες -σε σχέση με τα άδεια ράφια των σουπερμάρκετ- αποθήκες των ένοπλων δυνάμεων.