Κώστας Βαξεβάνης
Τον Ιανουάριο του 1991, όταν ξεκίνησε η αμερικανική «Καταιγίδα της ερήμου» εναντίον του Ιράκ, εγκαινιάστηκε ένα νέο είδος πολέμου. Ο πόλεμος είχε τη μορφή video game το οποίο μπορούσε ο καθένας να παρακολουθήσει στην οθόνη της τηλεόρασης του, καταναλώνοντας μπίρες και τσιπς και εκφράζοντας ίσως και τον θαυμασμό του για την ακρίβεια των αποτελεσμάτων.
Οι βομβαρδισμοί ξεφορτώθηκαν το φρικαλέο τους πρόσωπο αφού ο καθένας γινόταν θεατής μιας φονικής επιχείρησης σε πραγματικό χρόνο χωρίς την αποτρόπαια εικόνα των θυμάτων. Ο πύραυλος σκότωνε ανθρώπους, αλλά οι άνθρωποι δεν ήταν στο προσκήνιο. Εξαερώνονταν ταυτόχρονα με τη λάμψη, η οποία εντυπωσίαζε για την αποτελεσματικότητά της. Όπως πάντα στους πολέμους, οι άνθρωποι ήταν τα θύματα, τα οποία όμως σπάνια έβλεπε ο θεατής.
Στις 17 Ιανουαρίου του 2001 ένας διατρητικός πύραυλος άνοιξε μια μικρή τρύπα στο καταφύγιο αμάχων στη Βαγδάτη, για να περάσει ένας δεύτερος από αυτήν και να εξαφανίσει 400 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων δεκάδες παιδιά! Οι σκιές αυτών των ανθρώπων διακρίνονται ακόμη στους τοίχους του καταφυγίου, το οποίο έμεινε σχεδόν ανέπαφο. Αποτελεί ίσως μια από τις πιο ανατριχιαστικές εικόνες που έχω δει στη ζωή μου, χειρότερη και από τα διαμελισμένα κορμιά.
Εκείνος ο πρώτος τηλεοπτικός πόλεμος στο Ιράκ επαναλήφθηκε στη Βοσνία, στο Βελιγράδι, δύο ακόμη φορές στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, ενώ σήμερα οι πύραυλοι κοιτάζουν τη Συρία. Θα σκοτωθούν πάλι άνθρωποι, θα καταστραφούν χώρες, θα απαξιωθεί η έννοια της διεθνούς νομιμότητας και της ειρήνης στο όνομα μιας προσχηματικής αναγκαιότητας για την ασφάλεια, την οποία εκπροσωπεί ο νέος δράκος με το όνομα Άσαντ. Να θυμίσω μόνο ότι στη Σαουδική Αραβία ακρωτηριάζουν δημόσια κάθε Παρασκευή κατάδικους, ακρωτηριάζουν πορτοφολάδες και λιθοβολούν ερωτευμένες γυναίκες, αλλά αυτό δεν εμποδίζει τη συμμαχία με τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Γαλλία, που φυσικά δεν διανοούνται να βομβαρδίσουν τις κελεμπίες που χειρίζονται τις λαιμητόμους ούτε και διακρίνουν καμιά απειλή για τη δημοκρατία.
Το θέμα όμως δεν είναι μόνο η υποκρισία της πολιτικής των ΗΠΑ αλλά ο τρόπος που δημιουργεί τα προβλήματα, τα οποία στη συνέχεια αντιμετωπίζει ως απειλές. Ας κάνουμε μια ιστορική ανασκόπηση.
Το 1953 ΗΠΑ και Βρετανία έριξαν από την εξουσία τον πρωθυπουργό του Ιράν Μοσαντέκ, ο οποίος είχε προχωρήσει σε εθνικοποίηση των πετρελαιοπηγών και κατάργησε τις αποικιακές συμβάσεις που είχαν επιβάλει οι πετρελαϊκές και επανέφεραν τον σάχη. Ο Χομεϊνί και οι φανατικοί μουσουλμάνοι χρησιμοποιήθηκαν ενάντια στον κοσμικό Μοσαντέκ. Γρήγορα όμως οι αγιατολάχ έγιναν ανεξέλεγκτοι. Έτσι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους χρησιμοποίησαν το Ιράκ και τον άγνωστο Σαντάμ Χουσεΐν, βάζοντάς τον να ξεκινήσει έναν πόλεμο ενάντια στο Ιράν. Πολύ γρήγορα και ο Σαντάμ έγινε ανεξέλεγκτος και μπήκε στη λίστα των εχθρών.
Με τον ίδιο τρόπο ο Οσάμα μπιν Λάντεν, ο οποίος υπήρξε σύμμαχος των ΗΠΑ κατά τον ρωσοαφγανικό πόλεμο, μετατράπηκε από φίλος της CIA σε νούμερο ένα εχθρό, τον οποίο οι ΗΠΑ περιέφεραν ως τον δράκο που απειλεί τη δημοκρατία.
Τα απομεινάρια από τους πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν δημιούργησαν τη μαγιά για το ISIS, το οποίο επίσης χρησιμοποίησαν οι ΗΠΑ για να ρίξουν τον Ασαντ στη Συρία, επιχειρώντας να δημιουργήσουν την καθολική επικράτηση αυτού που ονόμαζαν «Αραβική Ανοιξη». Κατά τραγική ειρωνεία, τις ημέρες πριν από την επίθεση στη Συρία αποκαλύπτεται ότι και ο Γάλλος πρώην πρόεδρος Σαρκοζί πούλαγε προστασία στον Λίβυο δικτάτορα Καντάφι, τον οποίο στη συνέχεια βομβάρδιζε με τους άλλους δυτικούς συμμάχους.
Ας αφήσουμε πόσο άνοιξη για τη δημοκρατία ήταν η «Αραβική Ανοιξη» και ας μείνουμε στον φαύλο κύκλο που οι ΗΠΑ δημιουργούν με την πολιτική τους. Προκειμένου να ικανοποιήσουν τα γεωστρατηγικά τους συμφέρονται δεν συνεργάζονται απλώς με τον διάβολο, αλλά τον δημιουργούν για να τον αντιμετωπίσουν στη συνέχεια ηρωικά και με αυταπάρνηση που γεννά –επικοινωνιακά τουλάχιστον– σεβασμό στη δημοκρατία.
Προφανώς ο Άσαντ δεν είναι υπόδειγμα δημοκρατικότητας, όπως ούτε η βασιλική οικογένεια της Σαουδικής Αραβίας ή οι φύλαρχοι του Αφγανιστάν τους οποίους οι ΗΠΑ κατέστησαν ηγέτες μιας άλλης διεφθαρμένης τυραννοκρατίας. Δεν θα ξεχάσω τα αμερικανικά κανάλια, τα οποία πριν από τον βομβαρδισμό του Αφγανιστάν εμφάνιζαν τις γυναίκες του Αφγανιστάν με μπούρκα και υπόσχονταν την πλήρη απελευθέρωσή τους. Φυσικά η μπούρκα συνεχίζει να είναι σύμβολο της καταπίεσης στην περιοχή και αναμφίβολα χρησιμοποιήθηκε, όπως και τα «βιολογικά όπλα» του Σαντάμ Χουσεΐν, για να επιβληθεί μια νέα, συμφέρουσα και ελεγχόμενη «τάξη πραγμάτων».
Οι Αμερικανοί μετακινούν κάθε φορά το όριο της ανάγκης και της ασφάλειας για όλη την υφήλιο για να συμπεριλάβουν τα δόγματα, τις ανάγκες και τις ιδεοληψίες τους. Αυτήν τη φορά ο Άσαντ ή το ISIS είναι ο στρατηγικός εχθρός, όπως κάποτε ο κομμουνισμός, ο Σαντάμ και αργότερα η Αλ Κάιντα. Το φάντασμα που γίνεται πραγματική απειλή μέσα από την ατζέντα φόβου των ΗΠΑ σε μια ανατροφοδότηση κυνισμού και διπλωματίας πολέμου. Οσο πιο μεγάλο εμφανίζεται το φάντασμα τόσο πιο πραγματικά και πολλά είναι τα θύματα.