Τουρκία, το κράτος του φόβου

Η δίωξη του προέδρου Ερντογάν στους υποστηρικτές του Φετουλάχ Γκιουλέν έχει στείλει φυλακή χιλιάδες ανθρώπους και όσους άφησε εκτός είναι φοβισμένοι για τα προς το ζην και τη ζωή τους. Το κράτος δικαίου στη χώρα φαντάζει ουτοπία.

«Βρισκόμαστε στη μέση ενός ψυχολογικού πολέμου που η κυβέρνηση μας διεξάγει. Κάθε χτύπημα στην πόρτα, μάς κάνει να φοβόμαστε ότι πρόκειται να συλληφθούμε. Οι ζωές μας θα μπορούσαν να τερματιστούν ανά πάσα στιγμή». Αυτά περιγράφει στο ρεπορτάζ της Le Monde Diplomatique η οικογένεια Κ που ζει σε ένα προάστιο της Κωνσταντινούπολης, και έχει δύο έφηβα παιδιά.

Αυτό το κλίμα φόβου είναι το αποτέλεσμα της επίθεσης της τουρκικής κυβέρνησης εναντίον του δισεκατομμυριούχου μουσουλμάνου ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν που ζει από το 1999 απομονωμένος στις ΗΠΑ, ιδρυτή του κινήματος Χιζμέτ. Έχοντας βοηθήσει τον Ερντογάν να κερδίσει την εξουσία στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο Γκιουλέν έγινε ο «προδότης», ο οποίος φέρεται να ξεκίνησε και κρυφά να διέταξε τη νομική έρευνα του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν τον Δεκέμβριο του 2013, αλλά και να έχει ενορχηστρώσει το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, αν και γι’ αυτό δεν έχει προσκομιστεί κανένα αποδεικτικό στοιχείο.

Ωστόσο, υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες παράπλευρα θύματα από το κυνήγι μαγισσών του Ερντογάν ενάντια στους υποτιθέμενους υποστηρικτές του Γκιουλέν. Οι μαζικές συλλήψεις, οι απελάσεις από το δημόσιο τομέα και τις στρατιωτικές υπηρεσίες και η δικαστική παρενόχληση αποτελούν μέρος μιας πρωτοφανούς εκκαθάρισης της τουρκικής κοινωνίας. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης από το αποτυχημένο πραξικόπημα ενισχύθηκε περαιτέρω με δύο διατάγματα τον περασμένο Δεκέμβριο. Ακόμα και η καταστολή που ακολούθησε τα στρατιωτικά πραξικοπήματα μεταξύ του 1960 και του 1980, δεν έφτασε ποτέ σε τέτοια κλίμακα. Οι συμπατριώτες του Ερντογάν, οι Γκιουλενιστές δεν είναι οι μόνοι στόχοι: τον Φεβρουάριο ο γνωστός δημοσιογράφος Άχμετ Αλτάν καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη γιατί υποτίθεται ότι μετέδωσε «κωδικοποιημένα» μηνύματα στη διάρκεια ενός τηλεοπτικού τοκ σόου μία ημέρα πριν από την απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, γεγονός που προκάλεσε κατακραυγή στην Τουρκία αλλά και στο εξωτερικό.

Τρεις μέρες μετά το πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016, ενώ η κυρία Κ. ταξίδευε με τον σύζυγό της στην πατρίδα του Κόνια, άκουσε ότι όλες οι σχολές και τα σχολεία του Γκιουλέν, συμπεριλαμβανομένης κι αυτής που φοιτούσε ο γιος της, έπρεπε να κλείσουν. Ο κ. Κ επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη για να τον βάλει σε άλλο σχολείο. Ενώ γύριζε, τού τηλεφώνησαν για να του πουν ότι είχε απολυθεί. Ο κ. Κ είχε διδάξει προηγουμένως ιστορία σε σχολείο του Γκιουλέν, ενώ για τέσσερα χρόνια εργάστηκε στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Λίγες ώρες αργότερα, η κ. Κ. καθηγήτρια θεολόγος της κρατικής σχολής, άκουσε ότι η σύμβασή της είχε τερματιστεί.

Εκείνο το βράδυ η αστυνομία εμφανίστηκε στο σπίτι του ζευγαριού. Πέρασαν στον κ. Κ. χειροπέδες, τον έριξαν στο πάτωμα και τον ξυλοκόπησαν για να τους δώσει ονόματα μελών της «τρομοκρατικής ομάδας» που ήταν υπεύθυνη για την απόπειρα του πραξικοπήματος.

Ακόμα και οι ψηφοφόροι του AKP απειλούνται

Το ζευγάρι ήταν ψηφοφόροι του ΑΚΡ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) υπό τον Ταγίπ Ερντογάν και «ανέκαθεν επαινούσαν το τουρκικό έθνος και τη δημοκρατία» στους μαθητές τους. Η κ. Κ δεν μπορεί να καταλάβει γιατί να αντιμετωπίζονται ως τρομοκράτες. Η περίπτωσή τους είναι ενδεικτική της στρατηγικής των αρχών να κάνουν τους πάντες να αισθάνονται απειλούμενοι, συμπεριλαμβανομένων των παλαιών και τρεχόντων υποστηρικτών του ΑΚΡ.

Η κ. Κ πέρασε πέντε μέρες προσπαθώντας να μάθει πού κρατούνταν ο σύζυγός της. Ήταν διαβητικός και ανησυχούσε ότι η αστυνομία δεν θα του επέτρεπε την ινσουλίνη. Ανακάλυψε τελικά ότι ήταν στην έδρα της αστυνομίας, αλλά ποτέ δεν τον είδε έκτοτε ζωντανό. Επίσημα πέθανε από καρδιακή προσβολή. το ιατρικό του αρχείο σημειώνει μια ραγισμένη πλευρά και οι δηλώσεις από άλλους κρατούμενους αναφέρουν χρονοβόρα βασανιστήρια.

Η κ. Κ και τα παιδιά της στηρίζονται τώρα στην καλοσύνη των λίγων γειτόνων που δεν της έχουν γυρίσει την πλάτη και στην εργασία της ως μοδίστρα. Μετά από ένα χρόνο απελπιστικών προσπαθειών, κατάφερε να προκαλέσει έρευνα στα μέσα του 2017, αλλά εξακολουθεί να περιμένει τα αποτελέσματα.

Ο Ν, δάσκαλος, βρισκόταν στην έδρα της αστυνομίας περίπου την ίδια ώρα με τον κ. Κ. Οι λέξεις «κόλαση» και «τρομοκρατία» επανέρχονται στην αφήγησή του του για την εμπειρία του, ενώ συνέχεια κοιτάζει πάνω από τον ώμο του για να σιγουρευτεί ότι κανένας δεν τον παρακολουθεί. Ένας πρώην μαθητής από το σχολείο του Γκιουλέν όπου δίδασκε είχε καταγγελθεί και συνελήφθη για την κατοχή ενός βιβλίου και όταν ήταν υπό κράτηση είχε δώσει το όνομα ενός δασκάλου, φίλου του Ν, με τον οποίο ο Ν. είχε ανταλλάξει πρόσφατα γραπτά μηνύματα. Μετά από τον ξυλοδαρμό που υπέστη από την αστυνομία, ο φίλος του έδωσε τα στοιχεία του Ν.

Ο Ν επίσης ξυλοκοπήθηκε για ώρες από πέντε αστυνομικούς, οι οποίοι επέμεναν να ομολογήσει ότι ήταν μέλος της «τρομοκρατικής ομάδας». «Είμαι μόνο δάσκαλος. Δεν έχω καμία σχέση με το πραξικόπημα», λέει με δάκρυα στα μάτια του. Εμφανίστηκε στο δικαστήριο μετά από μια εβδομάδα κράτησης. «Δεν με άκουσαν. Ήταν απλά μια διατύπωση γι ‘αυτούς».

«Έχω χάσει τα πάντα»

Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη φυλακή, όπου μοιράστηκε ένα κελί χωρητικότητας επτά ατόμων με άλλα 30 άτομα. Τελικά απελευθερώθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2016, ζει με τους γονείς του και αναμένει την τελική κρίση, αν και αισθάνεται βέβαιος ότι θα καταδικαστεί σε 15 χρόνια. Γιατί δεν έφυγε στο εξωτερικό, όπως πολλοί έχουν κάνει τα τελευταία δύο χρόνια; «Έχω χάσει τα πάντα και η οικογένειά μου έχει ήδη υποφέρει τόσο πολύ. Αλλά είμαι μουσουλμάνος και εξακολουθώ να πιστεύω ότι το καλό θα θριαμβεύσει πάνω στο κακό».

Χιλιάδες Τούρκοι ζουν, όπως η Ν και η κ. Κ, σε προσωρινή αναστολή. Από τον Αύγουστο του 2016 η επίσημη εφημερίδα της κυβερνήσεως της Τουρκίας δημοσιεύει μια μηνιαία λίστα 2-3.000 ατόμων που είναι ύποπτα για συμπαιγνία με τρομοκρατικές οργανώσεις. 115.000 Τούρκοι έχουν απαλλαγεί από το δικαίωμα ψήφου, να λαμβάνουν σύνταξη ή να διαθέτουν διαβατήριο. Ο φόβος διαπερνά ολόκληρη την τουρκική κοινωνία. Οι περισσότεροι φοβούνται να εκφραστούν, αφού κινδυνεύουν να βρεθούν στη φυλακή με το πιο «αδύναμο» πρόσχημα.

«Οι άνθρωποι σε αυτές τις λίστες έχουν γίνει παρίες», δηλώνει ο Φ, ένας νεαρός ψυχολόγος που δεν εργάστηκε από τότε που το όνομά του εμφανίστηκε σε μια τέτοια λίστα. Δεν έχει δουλειά, διαβατήριο ή δικαίωμα σε παροχές. «Το πιο δύσκολο κομμάτι είναι η απομόνωση. Οι φίλοι με αποφεύγουν από το φόβο μην “μολυνθούν”. Ευτυχώς ορισμένοι από εμάς που έχουμε διωχθεί οργανωνόμαστε: Μια φορά την εβδομάδα συναντιόμαστε για να μιλήσουμε και να δημοσιοποιήσουμε την υπόθεσή μας στα κοινωνικά μέσα. Αλλά ο φόβος της σύλληψης είναι σταθερός».

Μάλιστα υπό αυτές τις συνθήκες έχουν σχηματισθεί απίθανες συμμαχίες. «Ισλαμιστές έρχονται σε εμάς για βοήθεια», δήλωσε ο Mustapha Görkem Doğam από την αριστερή ένωση Eğitim-Sen, η οποία εκπροσωπεί τους δασκάλους. «Εμείς είμαστε συνηθισμένοι στην καταστολή, γνωρίζουμε και μπορούμε να βοηθήσουμε». Ωστόσο οι διαδηλώσεις της Ένωσης προσελκύουν λιγότερους ανθρώπους. Τον Δεκέμβριο του 2017 μόλις εννέα παρακολούθησαν μια διαμαρτυρία για να ζητήσουν την αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους.

Ο καθηγητής Ιατρικής, Cihangir Islam, 58 ετών, απολύθηκε από το πανεπιστήμιο του Kars, όπου δίδασκε ορθοπεδική. Κανένα νοσοκομείο έκτοτε δεν μπορεί να απασχολήσει τον ιδρυτή της ΜΚΟ Mazlumder, η οποία υπερασπίζει ιδιαίτερα τις γυναίκες που είχαν πέσει θύματα καταπίεσης, κατά τη δεκαετία του 1990. Σχεδόν στο τέλος της σταδιοδρομίας του, βρέθηκε στη λίστα, ίσως για την υπογραφή μιας αναφοράς προς υποστήριξη των πανεπιστημιακών εκπαιδευτικών που αντιμετωπίζουν δίωξη.

Αντεπίθεση

Πολλοί προσπαθούν να απαντήσουν σε αυτές τις καταχρήσεις εξουσίας. Ο Mustapha Sezgin Tanrikulu, κουρδικής καταγωγής και βουλευτής του κεντροαριστερού CHP (Δημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα), αγωνίζεται από τη δεκαετία του ’80, ως μέλος διαφόρων ΜΚΟ, για το κράτος δικαίου ενώ στους 512.000 που τον ακολουθούν στο Twitter παρέχει πληροφορίες για την «πρωτοφανή» κατάσταση της Τουρκίας.

Κατηγορήθηκε σύμφωνα με το τροποποιημένο άρθρο 301 του Ποινικού Κώδικα, το οποίο τιμωρεί οποιονδήποτε κριθεί ένοχο ότι επικρίνει την «τουρκική δημοκρατία, την κυβέρνηση και τα θεσμικά όργανα» με φυλάκιση μεταξύ έξι μηνών και δύο ετών.

«Δεν υπάρχει πλέον καμία κοινοβουλευτική δραστηριότητα αντάξια του θεσμικού ρόλου της», δηλώνει ο Ayhan Bilgen, μέλος του κοινοβουλίου από το αριστερό κουρδικό HDP (Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα). Έχει φυλακιστεί αρκετές φορές τους τελευταίους 18 μήνες ενώ οι δύο από τους ηγέτες του κόμματός του, Σελαχάτν Ντεμιρτάς και Φίγκεν Γιουσκντάγκ, κρατούνται από το 2016 και αντιμετωπίζουν ισχυρές ποινές για υποστήριξη του PKK (Κουρδικό Εργατικό Κόμμα). «Οι αρχές συντρίβουν όλη την αντιπολίτευση», δήλωσε ο Μπίλγκεν. «Αυτό πρέπει να σταματήσει αλλιώς σύντομα θα υπάρξει εμφύλιος πόλεμος».

Πολλοί βλέπουν παραλληλισμούς μεταξύ της σύγχρονης στρατηγικής της τρομοκρατίας και της παλαιότερης τουρκικής ιστορίας. «Οι αρχές χρειάζονται συχνά να βρουν έναν εχθρό», υποστηρίζει ένας Τούρκος δημοσιογράφος, εξόριστος στη Γαλλία. «Αλεβίτες, Αρμένιοι, Κούρδοι … Σήμερα είναι η αδελφότητα του Γκιουλέν. Είναι ίσως επειδή η Τουρκία δεν είναι ένα ομογενές έθνος, αλλά μια συλλογή λαών που πρέπει να ενωθούν με τη βία εναντίον κάποιου κοινού εχθρού».

Αυτή η ερμηνεία μπορεί να έχει βάση, αλλά υποτιμά πόσο τραγική είναι η παρούσα κατάσταση, λέει ο καθηγητής Ahmet Kuyaş από το πανεπιστήμιο Γαλατά Σαράι. «Δεν πρόκειται απλώς για ένα πολιτικό κόμμα που έρχεται στην εξουσία και απολύει όλους τους κατεστημένους γραφειοκράτες, όπως συνέβη μεταξύ του 1908 και του 1913, και με τον Κεμάλ Ατατούρκ το 1923, και το 1950 όταν οι δημοκράτες ανέλαβαν την εξουσία ή ακόμα και μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα το 1960. Ο Γκιουλέν και το AKP ήρθαν στην εξουσία μαζί. Και σήμερα η κυβέρνηση διεξάγει εκκαθάριση. Αυτό είναι εντελώς νέο. Ακόμη και το 1908 και το 1913, οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να συνταξιοδοτηθούν, αλλά δεν αποκλείστηκαν από όλα όπως σήμερα διώκονται και αποκλείονται εκείνοι που κατηγορούνται ότι είναι Γκιουλενιστές».

«Η συμμαχία με τον Γκιουλέν ήταν κερδοφόρα για το ΑΚΡ», δηλώνει ο Selim Koru, κεντροδεξιός που συνδέεται με το εμπορικό επιμελητήριο της Άγκυρας. «Χρησιμοποιούσαν τον Γκιουλέν και τώρα τον ξεφορτώνονται.».«Το ΑΚΡ έχει ήδη χάσει τις μεγάλες πόλεις: η Κωνσταντινούπολη και η Άγκυρα ψήφισαν όχι στο δημοψήφισμα στις 16 Απριλίου 2017».

Ο φόβος ριζώνετε κάθε μέρα, όλο και περισσότερο αφού κανείς δεν ξέρει πόσο μακριά είναι έτοιμη να πάει η κυβέρνηση, έχοντας «εκκαθαρίσει» τη δικαστική εξουσία και αφαιρέσει τους τελευταίους ελέγχους της εξουσίας.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.