Του Λάμπρου Τζούμη
Αντικείμενο προβληματισμού αποτελεί το τελευταίο διάστημα η επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, παράλληλα με τη ρωσοτουρκική προσέγγιση που έχει λάβει μορφή στρατηγικού χαρακτήρα. Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι αρκετά, όπως: Ποιοι είναι οι λόγοι γι΄ αυτό; Υπάρχει περίπτωση αποχώρησης ή αποπομπής της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ; Πώς επηρεάζεται η χώρα μας από τις εξελίξεις; Ποιες είναι οι επιδιώξεις της Άγκυρας από τη στρατηγική που ακολουθεί;
Να επισημάνουμε ότι η Τουρκία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ σε μια περιοχή με τεράστια γεωπολιτική σημασία και μεγάλη αστάθεια. Διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό στρατευμάτων στο χώρο της Ευρώπης (355.000 άτομα) με συμμετοχή στις περισσότερες ειρηνευτικές αποστολές της Συμμαχίας σε όλον τον κόσμο. Το ΝΑΤΟ δεν επιθυμεί ούτε θα επιτρέψει την αποχώρηση της Τουρκίας από τη Συμμαχία, ενέργεια που θα οδηγούσε σε κατακόρυφη αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της Ρωσίας.
Η Τουρκία όχι μόνο δεν σκοπεύει να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ αλλά διεκδικεί τη διοίκηση του αρχηγείου της Πρωτοβουλίας Ετοιμότητας της Συμμαχίας (NRI), ΝΑΤΟ Readiness Initiative με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Η πρωτοβουλία αυτή αφορά δύναμη που θα συμπεριλάβει 30 τάγματα, 30 πολεμικά πλοία και 30 μοίρες πολεμικών αεροσκαφών, με δυνατότητα ανάπτυξης εντός 30 ημερών.
Τα τελευταία τρία χρόνια όμως, υπάρχει ένας πρωτοφανής μεγαλοϊδεατισμός και αμετροέπεια του προέδρου της Τουρκίας απέναντι στις ΗΠΑ και στις χώρες της ΕΕ και οι σχέσεις μεταξύ τους παρουσιάζουν ραγδαία επιδείνωση. Παρακάτω παρουσιάζουμε τους λόγους.
Μεγαλεπήβολοι στόχοι Ερντογάν
Πρώτον, ο Ερντογάν αισθάνεται ότι η Δύση δεν του παρείχε την απαιτούμενη στήριξη κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος, καθώς επίσης στο δημοψήφισμα για την προεδρική μεταρρύθμιση. Θεωρεί ότι οι ΗΠΑ ενορχήστρωσαν και σχεδίασαν το πραξικόπημα σε συνεργασία με τον ιμάμη Γκιουλέν για να τον ανατρέψουν και για το λόγο αυτό αρνούνται να τον εκδώσουν.
Δεύτερον, θέματα «αγκάθια» στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας ήταν οι υποθέσεις του Χακάν Ατίλα, πρώην αναπληρωτή γενικού διευθυντή της τουρκικής κρατικής τράπεζας Halkbank και του Τουρκοϊρανού επιχειρηματία Ρεζά Ζαράμπ, που καταδικάστηκαν στις ΗΠΑ για τραπεζικές απάτες και παράκαμψη των οικονομικών κυρώσεων σε βάρος του Ιράν. Η υπόθεση του πάστορα Μπράνσον ήταν ένα ακόμα θέμα που δημιούργησε πρόβλημα στις σχέσεις των δύο χωρών. Η κράτησή του για μεγάλο χρονικό διάστημα οδήγησε τις ΗΠΑ στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας και ανάγκασε την Άγκυρα στην απελευθέρωσή του.
Τρίτον, στο μέτωπο της Συρίας που διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας, ο Ερντογάν αισθάνεται ότι οι ΗΠΑ τον υπονομεύουν με τη βοήθεια που παρέχεται στους Κούρδους αντάρτες του YPG, τους οποίους θεωρεί τρομοκράτες.
Τέταρτον, η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας έχει παγώσει και το μόνο που ενδιαφέρει την Άγκυρα είναι να αποκομίσει τα μέγιστα δυνατά οικονομικά οφέλη από την ΕΕ, με όπλο την απειλή του προσφυγικού- μεταναστευτικού.
Πέμπτον, σημαντικό επίσης θέμα είναι οι μεγαλεπήβολοι στόχοι του Ερντογάν, ο οποίος έχει υιοθετήσει τη θεωρία που έχει διατυπωθεί από τον Αχμετ Νταβούτογλου, ότι η Τουρκία λόγω της γεωπολιτικής της θέσης και της ιστορίας της ως συνέχεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας έχει τη δυνατότητα να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο με παγκόσμια στρατηγική σημασία. Φιλοδοξία του Ερντογάν είναι το έτος 2023, επέτειο συμπλήρωσης 100 ετών από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, να έχει καταστήσει την Τουρκία υπολογίσιμο γεωπολιτικό παίκτη, ενεργειακό κόμβο και μια μεγάλη στρατιωτική και διπλωματική περιφερειακή δύναμη ανεξάρτητη από τη Δύση.
Η Τουρκία χρησιμοποιεί την ήπια ισχύ που της παρέχει η μουσουλμανική θρησκεία προβάλλοντας την οθωμανική της κληρονομιά, με σκοπό τη διείσδυση σε χώρες του μουσουλμανικού κόσμου. Η διάθεση του Ερντογάν να εμφανίζεται ως ηγέτης του σουνιτικού Ισλάμ τον έχει φέρει σε αντιπαράθεση με χώρες συμμάχους των ΗΠΑ, όπως την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία. Οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ, μια χώρα από τις σημαντικότερες συμμάχους των ΗΠΑ, βρίσκονται σε πολύ κακό επίπεδο και όσο παραμένει ο Ερντογάν στην εξουσία πολύ δύσκολα θα αποκατασταθούν.
Ρωσία και πυρηνικοί σταθμοί
Έκτον, στην προβληματική σχέση μεταξύ ΗΠΑ-Τουρκίας να επισημανθεί η σύμπραξη της τελευταίας με τη Ρωσία. Μετά την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους από την Τουρκία, τον Νοέμβριο του 2015, ο Ερντογάν επέδειξε αριστοτεχνική προσαρμοστικότητα και άνοιξε το δρόμο για την επανασύνδεση των δεσμών με τη Μόσχα. Η συνεργασία με τη Ρωσία και το Ιράν στο μέτωπο της Συρίας επιτρέπει στην Τουρκία να έχει λόγο στην περιοχή, συντελεί όμως στην ευόδωση της προσπάθειας του Ιράν για την επίτευξη του Σιϊτικού τόξου, από την Τεχεράνη μέχρι την Μεσόγειο, κάτι που δεν επιθυμούν οι ΗΠΑ, αλλά ούτε τα υπόλοιπα Σουνιτικά κράτη της Μέσης Ανατολής και υπονομεύει την ασφάλεια του Ισραήλ.
Έβδομον, έχουμε επίσης την ενεργειακή συνεργασία της Τουρκίας με τη Ρωσία μέσω του αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream. Ο αγωγός δίνει τη δυνατότητα στη Ρωσία να εξάγει φυσικό αέριο αρχικά στην Τουρκία και σε δεύτερο χρόνο στην Ευρώπη, παρακάμπτοντας την Ουκρανία.
Όγδοον, ο πυρηνικός σταθμός στο Ακούγιου είναι ένα ακόμα έργο που εντάσσεται στη συνεργασία στρατηγικού χαρακτήρα μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας, κόστους περίπου 22 δισ. δολάρια. Στόχος είναι ο πρώτος πυρηνικός αντιδραστήρας να λειτουργήσει το 2023, στην επέτειο των εκατό χρόνων από την ίδρυση της Τουρκικής «Δημοκρατίας».
Ένατον, τέλος το θέμα της απόκτησης των F-35 και της επιμονής της Τουρκίας να παραλάβει συγχρόνως το αντιαεροπορικό σύστημα S-400 από τη Ρωσία, παρά τις αντιρρήσεις των ΗΠΑ δημιουργεί προβληματισμό. Με την απόκτηση των F-35 η Τουρκία έχει ως στρατηγικό στόχο την χρήση αεροπορικής ισχύος, χωρίς να κινδυνεύει από αντιαεροπορικές δυνάμεις, καθόσον τα F-35 έχουν τεχνολογία stealth, δηλαδή εκπέμπουν χαμηλή ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία και δεν ανιχνεύονται εύκολα από τα εχθρικά ραντάρ.
Η αντίρρηση των ΗΠΑ αφορά την παράλληλη λειτουργία και διασύνδεση των F35 με τους S-400 καθόσον αυτό εγκυμονεί κινδύνους σε ότι αφορά τη μεταφορά τεχνογνωσίας και δεδομένων που αφορούν την επιχειρησιακή διαθεσιμότητα των F35. Οι ΗΠΑ έχουν αποφασίσει το προσωρινό πάγωμα παράδοσης των αεροσκαφών στην Τουρκία και εξετάζεται η άρση του εμπάργκο όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία. Τα παραπάνω δεδομένα περιπλέκουν σημαντικά την κατάσταση και οι εξελίξεις που θα προκύψουν από την μια ή την άλλη επιλογή της Τουρκίας θα είναι σημαντικές και επηρεάζουν τη χώρα μας.
Αναβάθμιση Ελλάδας
Στη θετική πλευρά θα μπορούσαμε να επισημάνουμε ότι η όξυνση στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας συμβάλλει στην αναβάθμιση της στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ-Αιγύπτου και στην γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας μας. Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται διάθεση των ΗΠΑ να επενδύσουν όλο και περισσότερο στην Ελλάδα και να αναπτυχθεί μια διευρυμένη στρατιωτική συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες. Στην αρνητική πλευρά να επισημάνουμε ότι μια Τουρκία που δεν είναι ελεγχόμενη καθίσταται απρόβλεπτη και επικίνδυνη. Μέχρι σήμερα το αφήγημα που υπάρχει στη χώρα μας είναι ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικής κρίσης αυτή θα λήξει άμεσα γιατί θα υπάρξει παρέμβαση του αμερικανικού παράγοντα.
Τι θα συμβεί λοιπόν αν μια μη ελεγχόμενη Τουρκία προχωρήσει σε αμφισβήτηση εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ή της Κύπρου; Να ληφθεί επίσης υπόψη ότι η Τουρκία με την επαμφοτερίζουσα στάση που τηρεί σε μια σειρά θεμάτων, με αρνητικό πρόσημο για τη Δύση και για τα συμφέροντα των ΗΠΑ, προσδοκά ότι θα γίνει προσπάθεια για επαναφορά της στη Δυτική σφαίρα επιρροής με απώτερο στόχο να αποκομίσει τα μέγιστα δυνατά οφέλη. Ποια θα είναι όμως αυτά σε περίπτωση που ζητηθούν υποχωρήσεις από τη χώρα μας;
Η Τουρκία έχει ήδη προαναγγείλει το επόμενο χρονικό διάστημα γεωτρήσεις στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, καθόσον αντιλαμβάνεται ότι αν επιτρέψει να προχωρήσουν οι ενεργειακοί σχεδιασμοί χωρίς αυτή, τότε θα χάσει την περιφερειακή της ισχύ και θα απομονωθεί. Οι εξελίξεις στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, απαιτούν ετοιμότητα, καθόσον η κατάσταση που διαμορφώνεται εγκυμονεί κινδύνους και αφορά το μέλλον της χώρας μας αλλά και της ευρύτερης περιοχής.