Η μάχη για την πόλη Αφρίν δεν δόθηκε ποτέ. Τα ξημερώματα της Κυριακής, οι τουρκικές ειδικές δυνάμεις και οι σύμμαχοί τους από τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό (FSA) εισήλθαν στην πόλη χωρίς πρακτικά να συναντήσουν καμία αντίσταση. Ύψωσαν δε τις σημαίες τους υποστέλλοντας εκείνες της Ροζάβα και γκρεμίζοντας τα αγάλματα και σύμβολα των Κούρδων τα οποία δέσποζαν μέχρι εκείνη τη στιγμή -όπως έκαναν στο παρελθόν οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν.
Οι υπερασπιστές της Αφρίν, οι μονάδες της κουρδικής πολιτοφυλακής YPG/YPJ, αποφάσισαν να αποχωρήσουν πριν την εισβολή. Πρόσφεραν, έτσι, μια σχετικά εύκολη νίκη στον Ερντογάν, ο οποίος έσπευσε να θριαμβολογήσει, λέγοντας ότι «οι τρομοκράτες το έβαλαν στα πόδια με την ουρά στα σκέλια». Είναι δε σαφές ότι, διαπιστώνοντας πως είχαν μείνει χωρίς στήριξη, καθώς τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Αμερικανοί έκαναν τα στραβά μάτια (έστω και για διαφορετικούς λόγους), ακολούθησαν διαφορετική τακτική σε σύγκριση με εκείνη που τους είχε κάνει γνωστούς σε όλη την υφήλιο το 2014, σε μια άλλη κουρδική πόλη της βόρειας Συρίας, το Κομπάνι. Εκεί όπου είχαν καταφέρει να κατατροπώσουν τον Isis, έχοντας όμως την από αέρος βοήθεια των ΗΠΑ και άλλων χωρών.
Αυτή τη φορά, λοιπόν, μπροστά στις σαφώς υπέρτερες από κάθε άποψη επιτιθέμενες δυνάμεις, αλλά και τον κίνδυνο να καταστραφεί πλήρως η πόλη στην οποία ζουν εκατοντάδες χιλιάδες συμπατριώτες τους (αν και περίπου 150.000 είχαν ήδη πάρει τον δρόμο της προσφυγιάς) και να προκληθούν εκατόμβες νεκρών ανάμεσα στους αμάχους, επέλεξαν όχι την κατά μέτωπο σύγκρουση, αλλά τον ανταρτοπόλεμο. «Οι δυνάμεις μας σε όλο το (καντόνι) Αφρίν θα γίνουν ο μόνιμος εφιάλτης τους», δήλωσε εκπρόσωπος της κουρδικής πολιτιφυλακής -αν και μένει να αποδειχθεί αν υπάρχει δυνατότητα η απειλή να γίνει πράξη.
Η Αφρίν και τα ελληνοτουρκικά
Ούτως ή άλλως, πάντως, οι εξελίξεις στη Συρία θα επιδράσουν στη σχέση της Τουρκίας με όλες τις άλλες γειτονικές της χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας και της Κύπρου. Αναμφίβολα, δηλαδή, αν η νίκη που πέτυχε ο Ερντογάν, έχει συνέχεια και ο ίδιος καταφέρει να επιβάλει όλο του το σχέδιο, θα του δώσει μια αίσθηση παντοδυναμίας, ανοίγοντας την όρεξή του για ακόμη περισσότερα, σε όλα τα ανοιχτά μέτωπα. Η ευκολία με την οποία οι ΗΠΑ και η Δύση «πούλησαν» τους Κούρδους στην Αφρίν, προκειμένου να μην τον χάσουν από την αυλή τους, ίσως εκληφθεί ως σήμα για αντίστοιχες επιθετικές κινήσεις και στο Αιγαίο και στο Κυπριακό και στα Βαλκάνια. Ως πρόθεση των Αμερικανών, του ΝΑΤΟ, αλλά και της Ε.Ε. να δώσουν στον τουρκικό… μινώταυρο όσο αίμα χρειάζεται ώστε να ξεδιψάσει χωρίς να πέσει ολόκληρος στην αγκαλιά της ρωσικής… αρκούδας.
Εδώ, ωστόσο, είναι αναγκαίες δύο υποσημειώσεις: Η πρώτη είναι ότι η ιστορία διδάσκει πως η Τουρκία δεν έβγαινε πάντοτε κερδισμένη από τέτοιου είδους ριψοκίνδυνα γεωπολιτικά παιχνίδια. Και η δεύτερη ότι ανεξαρτήτως του τι θα πετύχει και τι όχι ο Ερντογάν, οι στάση και οι φιλοδοξίες του μπορεί να αποτελέσουν τη σπίθα που θα προκαλέσει μια γενικευμένη σύγκρουσηστην περιοχή, όπου έτσι κι αλλιώς οι ανταγωνισμοί και οι αντιθέσεις έχουν οξυνθεί επικίνδυνα -λόγω και του ενεργειακού μπρα-ντε-φερ.
Ζώνες επιρροής στη Συρία
Σε κάθε περίπτωση, με αυτή την εξέλιξη, το σκηνικό και οι ζώνες επιρροής μοιάζουν να ξεκαθαρίζουν κάπως περισσότερο στη Συρία. Ειδικά καθώς την ίδια στιγμή, οι δυνάμεις του Bashar al-Assad φαίνεται πως είναι πολύ κοντά στην πλήρη ανακατάληψη της Ανατολικής Γούτα, του τελευταίου σημαντικού προπυργίου των ανταρτών του FSA στην περιοχή της Δαμασκού. Πλέον, το κεντρικό και δυτικό τμήμα της χώρας ελέγχεται σχεδόν πλήρως από το καθεστώς Assad, με τη βοήθεια της Ρωσίας και του Ιράν. FSA και Τούρκοι κυριαρχούν στο βορειοδυτικό τμήμα, επιδιώκοντας να εκτοπίσουν ολοκληρωτικά τους Κούρδους ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Για να το πετύχουν, απομένει να τους εκδιώξουν και από την πόλη Μανμπίτζ, όπου είναι οχυρωμένοι μαζί με περίπου 2.000 Αμερικανούς -οι οποίοι θέλουν να διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους το βορειοανατολικό (και ενεργειακά πλούσιο) τμήμα της Συρίας, που αποτελεί φυσική συνέχεια των κουρδικών περιοχών του Ιράκ.
Τπ ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι το εξής: Θα τα βρει ο Ερντογάν με την Ουάσινγκτον, ώστε να καταλάβει και την Μανμπίτζ σχετικά εύκολα, όπως έκανε με την Αφρίν; Ή, αντιθέτως, θα επιτεθεί εναντίον της αδιαφορώντας για πιθανό θερμό επεισόδιο με τους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ;
Εάν συμβεί το πρώτο, σημαίνει πως οι Αμερικανοί και ο Trump θα έχουν υποκύψει πλήρως στις απαιτήσεις του «σουλτάνου» όσον αφορά στη Συρία, θυσιάζοντας τους μέχρι σήμερα Κούρδους συμμάχους τους. Και θα το έχουν κάνει όχι για άλλο λόγο, αλλά για να αποτρέψουν το ενδεχόμενο να βρεθεί ολοκληρωτικά η Τουρκία στην αγκαλιά του Putin και της Μόσχας. Εάν όμως οι εξελίξεις ακολουθήσουν το δεύτερο σενάριο, τότε θα είναι πρακτικά αναπόφευκτο να προκληθεί ένα σοβαρότατο και με απρόβλεπτες συνέπειες επεισόδιο, που θα κλονίσει συνθέμελα το «δυτικό στρατόπεδο» και το ίδιο το ΝΑΤΟ, σηματοδοτώντας μια ριζική αλλαγή συσχετισμών στην Μέση Ανατολή.
Ας προσπαθήσουμε να το διατυπώσουμε διαφορετικά και πιο απλά: Ο Ερντογάν, εκμεταλλευόμενος τη στρατηγική θέση και την ισχύ της χώρας του, παίζει ταυτόχρονα σε δύο ταμπλό, με ΗΠΑ και Ρωσία, διεκδικώντας τα μέγιστα δυνατά οφέλη προκειμένου να τους «πουλήσει» τη συμμαχία του. Έτσι, συνεχίζει ουσιαστικά τη συνήθη διπλωματική τακτική της Άγκυρας, η οποία κληροδοτήθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην κεμαλική Τουρκία και τώρα βρίσκει την εφαρμογή της στα χέρια του πολιτικού Ισλάμ του Ερντογάν.
liberal.gr