Η τουρκική αντιπολίτευση είναι ιδιαίτερα δυσαρεστημένη ήδη από την αρχή αυτής της εβδομάδας εξαιτίας της συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δώσει στο καθεστώς του Ερντογάν τρία δισεκατομμύρια ευρώ, την ώρα που εκείνος συνεχίζει τις επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων της Αφρίν στην βορειοδυτική Συρία. Πρόκειται, βέβαια, για την οικονομική ενίσχυση των 27 προς την Άγκυρα για να εμποδίσει εκατομμύρια μετανάστες, στην πλειονότητά τους Σύριοι, να βρεθούν σε ευρωπαϊκό έδαφος, και συγκεκριμένα στην Ελλάδα.
Αυτή η οικονομική ενίσχυση, που ούτως ή άλλως δεν είναι αμελητέα, ερμηνεύθηκε φυσικά από την Άγκυρα ως μια πολιτικο-οικονομική στήριξη της Ευρώπης στην στρατιωτική επιχείρηση «Κλαδί Ελιάς». Ο Ερντογάν έχει ήδη δηλώσει πως ο σκοπός αυτής της επιχείρησης είναι να «καθαρίσει την τουρκοσυριακή συνοριακή περιοχή από τους τρομοκράτες» και κατόπιν «να εγκαταστήσει εκεί τα 3,5 εκατομμύρια μεταναστών που ζουν αυτή την στιγμή στην Τουρκία». Βέβαια, τα 3,5 εκατομμύρια των Σύριων δεν κατάγονται σε καμία περίπτωση μόνο από την Αφρίν, και επιπλέον ο Ερντογάν επιθυμεί να τοποθετήσει εκεί τις οικογένειες των τζιχαντιστών παραστρατιωτικών που τώρα πολεμούν τους Κούρδους μαζί με τον τουρκικό στρατό.
Ο Τούρκος υπουργός εσωτερικών έχει ήδη διορίσει τον έπαρχο, τους διευθυντές της ασφάλειας και τους διοικητές της αστυνομίας στις συριακές περιοχές που έχει καταλάβει μέχρι στιγμής ο τουρκικός στρατός. Η τουρκική σημαία έχει υψωθεί σε συριακό έδαφος και οι τζιχανιστές του τουρκικού στρατού καίνε τις σημαίες της Συρίας.
Πολλοί Κούρδοι και ξένοι ειδικοί πιστεύουν ότι ο Ερντογάν έχει στόχο να αλλάξει την σύνθεση, αν όχι τον χάρτη, του τοπικού πληθυσμού: Να εκδιώξει τους Κούρδους και να εγκαταστήσει Άραβες και Τουρκμάνους σουνίτες. Όλα ένα πρόγραμμα…
Με εξαίρεση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχεδόν όλα τα επίσημα όργανα της Ευρώπης, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέχρι το Συμβούλιο της Ευρώπης και από τις κυβερνήσεις (με εξαίρεση εκείνες των σκανδιναβικών χωρών και της Ολλανδίας) έως τους στρατούς των κρατών αυτών, κλείνουν τα μάτια μπροστά στην επιθετικότητα του τουρκικού στρατού στην Συρία, αν δεν την υποστηρίζουν ακόμη. Από την άλλη πλευρά, τα ΜΜΕ, οι ΜΚΟ και η κοινή γνώμη εν γένει στην Γηραιά Ήπειρο στέκεται κατά κύριο λόγο στο πλευρό των Κούρδων, που πολεμούσαν εδώ και καιρό το Ισλαμικό Κράτος στην Συρία και στο Ιράκ.
Ο Πρόεδρος Μακρόν, για παράδειγμα, δήλωσε αρχικά ότι κατανοεί τις ανησυχίες της Άγκυρας σχετικά με την συνοριακή ασφάλεια, και μετά τον προειδοποίησε να μην «ξεκινήσει μια επιχείρηση κατοχής».
Η Τερέζα Μέι, από το Λονδίνο, ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένη από τις πωλήσεις όπλων στην Άγκυρα. Η κα Μέρκελ, που ήταν πολύ απασχολημένη με τις προσπάθειές της να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, περιόρισε το δικαίωμα των Κούρδων να οργανώσουν διαμαρτυρίες στην Γερμανία ενάντια στον τουρκικό στρατό. Η Ουάσιγκτον από την πλευρά της, προσπαθώντας να λύσει τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει ο Τράμπ, τήρησε σιγή ιχθύος όταν ο τουρκικός στρατός και οι τζιχαντιστές του έσφαζαν του Κούρδους πολίτες.
Μέχρι στιγμής, η Μόσχα φαίνεται να είναι στο πλευρό του Ερντογάν. Αλλά για πόσο ακόμη;
Οι ηγέτες της Ευρώπης μάλλον φοβούνται πολύ τον Ερντογάν, καθώς ήδη έχει απειλήσει να «ανοίξει τις πόρτες και να γεμίσει την Ευρώπη με μετανάστες». Βέβαια, ο Ερντογάν έχει ακόμη δυο όπλα: Αφενός το να κάνει πολιτική συλλαμβάνοντας ξένους πολίτες που ζουν ή έρχονται στην Τουρκία και αφετέρου το εμπόριο. Η Άγκυρα για να αποκτήσει καλές σχέσεις με κάποιες χώρες και για να σπάσει την απομόνωση, προτείνει την αγορά οπλισμού ή άλλων προϊόντων, γεμίζοντας τα ταμεία των ευρωπαϊκών εταιρειών.
Κάποιοι πιστεύουν ότι μπορούν να σταματήσουν τον Ερντογάν, κάνοντας συμβιβασμούς. Όμως, ο νέος Σουλτάνος αποτελεί έναν σημαντικό κίνδυνο για την Ευρώπη, καθώς μπορεί να στρέψει τους τζιχανιτστές, και κυρίως εκείνους του Ισλαμικού Κράτους, ενάντια ευρωπαϊκών πόλεων. Οι αυτουργοί των περισσοτέρων επιθέσεων τα τελευταία δυο χρόνια στην Ευρώπη είχαν περάσει από την Τουρκία. Ο Ερντογάν είχε επίσης υπαινιχθεί ότι «αυτοί οι τρομοκράτες μπορούν να καταστρέψουν τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες». Βέβαια, ήταν ο «Μέγας Άνθρωπος», που δια μέσω των σωματοφυλάκων του, αναστάτωσε την δημόσια τάξη στις ΗΠΑ και στην Ολλανδία. Ένας Τούρκος υπουργός είναι «ανεπιθύμητος» στην Ολλανδία και πολλοί σωματοφύλακες του Ερντογάν δικάζονται σε ένα αμερικανικό δικαστήριο στην Ουάσιγκτον.
Η Ελλάδα είχε την κακή εμπειρία να υποδεχθεί τον Ερντογάν σε ένδειξη καλής γειτνίασης. Όμως ο «Μέγας Τούρκος» δεν μπόρεσε να συναντηθεί με τους Έλληνες ομολόγους του και να σεβαστεί τους ελάχιστους κανόνες συμπεριφοράς και διπλωματίας. Ως συνήθως συμπεριφέρθηκε άσχημα.
Ενώ η επίσκεψή του στην Τυνησία ήταν προγραμματισμένη να διαρκέσει τρεις ημέρες, ο Ερντογάν αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Τουρκία μετά το πρώτο 24ωρο.
Έχουμε ήδη την εμπειρία του Μονάχου του 1938. Η πολιτική του κατευνασμού δεν έπιασε ποτέ ενάντια στον Χίτλερ. Οι συμβιβασμοί για να αποφευχθεί ο πόλεμος δεν λειτούργησαν. Η αποδοχή ή η ικανοποίηση των επιθυμιών και των βλέψεων του Ερντογάν, δεν ενισχύουν παρά μόνο εκείνον. Οι διαμαρτυρίες των Κούρδων και των φίλων τους σε πολλές πόλεις της Ευρώπης, ενάντια στην τουρκική εισβολή στην Συρία έχουν ως σύνθημα «χθες ο Χίτλερ, σήμερα ο Ερντογάν».
Η ενίσχυση του Ερντογάν οικονομικά και πολιτικά σηματοδοτεί την αποδυνάμωση της Ευρώπης και των παραδοσιακών αξιών της.