Με την υπόθεση της φερόμενης ρωσικής εμπλοκής στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ το 2016 να έχει φτάσει πλέον στο σημείο της απαγγελίας συγκεκριμένων κατηγοριών σε φυσικά πρόσωπα από την Ρωσία και ρωσικές εταιρίες, τα αμερικανικά ΜΜΕ επιχειρούν να «αποσυναρμολογήσουν» την ρωσική «μηχανή» κατασκευής fake news.
Σύμφωνα με τους «New York Times», το «ρωσικό εργοστάσιο τρολ» βρίσκεται στο Ινστιτούτο Έρευνας του Διαδικτύου με έδρα την Αγία Πετρούπολη. «Αρχικά, οι νεοσύλλεκτοι στο Ινστιτούτο Έρευνας του Διαδικτύου, το περιβόητο εργοστάσιο ρωσικών τρολ, ενθουσιάστηκαν με τους καλύτερους από τους μέσους μισθούς που κέρδιζαν απλώς για να ποστάρουν στο διαδίκτυο. Αλλά ένας από αυτούς λέει ότι τελικά συνειδητοποίησε πως το η δουλειά έκρυψε μια σκοτεινότερη πραγματικότητα: Τόσο οι ίδιοι, όσο και το ακροατήριό τους προορίζονταν να μετατραπούν σε ζόμπι» αναφέρει, με μάλλον δραματικό τρόπο, το άρθρο.
Η εφημερίδα επικαλείται ένα πρώην «τρολ» του Ινστιτούτου, κάτοικο της Αγίας Πετρούπολης, ο οποίος λέει ότι «απλώς με πλήρωναν για να γράφω». Ο ίδιος ονειρευόταν μια καριέρα στο μάρκετινγκ ή την δημοσιογραφία, αλλά τελικά βρέθηκε να εισπράττει το καθ’ όλα υπολογίσιμο ποσό των 1.400 δολαρίων την εβδομάδα. «Ήμουν πολύ νέος και δεν σκεφτόμουν την ηθική διάσταση. Απλώς έγραφα γιατί αγαπούσα το γράψιμο. Δεν προσπαθούσα να αλλάξω τον κόσμο».
Την Παρασκευή, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κατηγόρησε το Ινστιτούτο ‘Έρευνας Διαδικτύου και τα στελέχη του για παράνομη παρέμβαση στην προεκλογική περίοδο των ΗΠΑ το 2016, μαζί με ακόμη 13 πρόσωπα από την Ρωσία και τις εταιρίες τους, οι οποίες συνδέονται με το Ινστιτούτο.
Σε πρόσφατες συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν πριν την απόδοση των κατηγοριών, δύο πρώην «τρολ» μίλησαν για τις εμπειρίες τους, χωρίς να αποκαλύψουν τα πλήρη στοιχεία τους, επικαλούμενοι απειλές εναντίον τους. Ο Αλεξέι,, το «τρολ» από την Αγία Πετρούπολη, είπε πως ήταν ένας από τους πρώτους 25 εργαζόμενους που προσλήφθηκαν. Για να πάρει την δουλειά είπε ότι έπρεπε να γράψει μια έκθεση πάνω στο «Σχέδιο Ντάλες», μια ψυχροπολεμική θεωρία συνωμοσίας – όπως την θέλει η δυτική εκδοχή – της σοβιετικής εποχής, σύμφωνα με την οποία, οι ΗΠΑ είχαν επεξεργαστεί και θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο ηθικής και πολιτισμικής «αποσύνθεσης» της σοβιετικής κοινωνίας. Το όνομα του σχεδίου παραπέμπει στον φερόμενο εμπνευστή του, τον διάσημο αρχηγό της CIA, Αλεν Ντάλες, από το 1953 μέχρι το 1961.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, ακριβώς αυτό έκανε το Κρεμλίνο και το «εργοστάσιο των τρολ» του στις ΗΠΑ, υπονομεύοντας την πίστη στο εκλογικό σύστημα της χώρας και «σπέρνοντας» την διχόνοια. Ο Αλεξέι αναφέρει ότι το πρώτο καθήκον που ανατέθηκε σε όλους τους νέους υπαλλήλους ήταν να δημιουργήσουν τρεις ταυτότητες στο «Live Journal», μια δημοφιλή πλατφόρμα blogging. Η μία θα έπρεπε να είναι υψηλής ποιότητας σε μορφή και περιεχόμενο, οι άλλες δύο «περιθωριακές».
Δούλευαν σε 12ωρες βάρδιες, μέρα και νύχτα και τα θέματα έφταναν στο email τους. Το περιεχόμενο ήταν για παράδειγμα ο πρόεδρος Πούτιν ή ο πρόεδρος Ομπάμα ή και οι δύο, η Ουκρανία, ο ηρωισμός του ρωσικού υπουργείου Άμυνας, ο πόλεμος στην Συρία, η ρωσική αντιπολίτευση ή ο ρόλος των ΗΠΑ στην διάδοση του ιού ‘Εμπολα. Οι λέξεις κλειδιά και οι θεματικές γραμμές περιγράφονταν επακριβώς. Εκείνη την εποχή, η κατάργηση των χημικών όπλων της Συρίας, που αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης υπό την αιγίδα της Ρωσίας, ήταν ένα αγαπημένο θέμα. Ο Αλεξέι θυμάται να γράφει επτά ή οκτώ αναρτήσεις ιστολογίου γι’ αυτό. «Επρεπε να γράψεις ότι το 30% των όπλων είχαν αφαιρεθεί και την επόμενη μέρα θα λέγαμε ότι το 32% είχε αφαιρεθεί», λέει, προσθέτοντας ότι δεν είχε ιδέα αν είχαν αφαιρεθεί όντως.
Ο Αλεξέι έγραφε για το ρωσόφωνο ακροατήριο. Τα αγγλόφωνα «τρόλ» δούλευαν χωριστά, αλλά από τις δυνατές συνομιλίες τους στην κοινόχρηστη αίθουσα καπνιστών, φαινόταν ότι είχαν εμπλακεί σε παρόμοια δουλειά. Τους θυμάται να συζητούν για το ποια θα ήταν η καλύτερη στιγμή για να δημοσιεύσουν σχόλια και να προσελκύσουν αμερικανικό ακροατήριο, καυχώμενοι για τη δημιουργία χιλιάδων πλαστών λογαριασμών στα κοινωνικά δίκτυα.
Ο Αλεξέι έδωσε την συνέντευξη πριν από την απαγγελία των κατηγοριών και διέκοψε την επαφή μέσα σε λίγες μέρες από τη συνέντευξη. Είπε ότι δεν γνώριζε πολλά για τη διοίκηση της εταιρείας και ότι δεν είχε δει ποτέ τον Γιεβγκένι Πριγκόζιν, τον άνθρωπο που οι Ηνωμένες Πολιτείες κατηγορούν για την δημιουργία του Ινστιτούτου, αποδίδοντάς του και το παρατσούκλι «ο μάγειρας του Πούτιν» επειδή ξεκίνησε από επιχειρήσεις στον κλάδο της εστίασης.
Το πρώην «τρολ» αναγνώρισε τον Dzheykhun Ν. Ο. Aslanov, γνωστός και ως «Jay», που παρουσιάζεται ως η κεφαλή των «τρολ» που «έτρεχαν» την κάλυψη των αμερικανικών προεδρικών εκλογών, ισχυρισμό που ο ίδιος ο Ασλάνοφ αρνείται.
Ο Αλεξέι αναφέρει ότι δύο τμήματα δημιουργούσαν άρθρα και tweets στα αγγλικά. Η ρωσική πλευρά του «εργοστασίου» ασχολούνταν κυρίως με σχόλια και αναρτήσεις σε blog που «ζύμωναν» την βασική ιδέα «η ζωή ήταν καλή στη Ρωσία του Πούτιν και κακή στις ΗΠΑ του Ομπάμα». Όσον αφορά τα εσωτερικά ζητήματα, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι, ήταν ένας αγαπημένος στόχος. Η προσάρτηση, σύμφωνα με την Δύση ή επανένωση, σύμφωνα με την Ρωσία, της Κριμαίας, εμφανιζόταν ως ένα ιστορικό επίτευγμα του Πούτιν, με το οποίο άνοιξε νέους ορίζοντες στην Ρωσία. «Αν τα πράγματα δεν ήταν και πολύ σπουδαία πριν, τώρα θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε να ζούμε πραγματικά καλά» ήταν η βασική θεματική γραμμή, σύμφωνα με τον Αλεξέι. Με το που ανέβαινε ένα ποστ στο blog, το «τρολ» αναφωνούσε: «Η μαγεία ξεκίνησε!».
Οι υπολογιστές ήταν προγραμματισμένοι να προωθούν την ανάρτηση σε αμέτρητους ψεύτικους λογαριασμούς, δημιουργώντας τεράστιους αριθμούς πλαστών προβολών της σελίδας. Με τον αρχικό ενθουσιασμό για την δουλειά να πέφτει, ο Αλεξέι άρχισε να συνειδητοποιεί ότι μεγάλο μέρος του σχολιασμού ήταν σκουπίδια, με τα ίδια θέματα να επαναλαμβάνονται ατέλειωτα. «Ήταν σαν να μετατρέπεις τους ανθρώπους σε ζόμπι, επαναλαμβάνοντας: “Όλα είναι καλά, όλα είναι καλά. Ο Πούτιν είναι καλός, ο Πούτιν είναι καλός”» λέει.
Στα σχεδόν δύο χρόνια του στην δουλειά, το προσωπικό γύρω του αυξήθηκε από λίγες δωδεκάδες σε πάνω από 1.000 άτομα, αλλά στα μέσα του 2015 είχε αποφασίσει να φύγει. Η δουλειά άρχισε να τον ενοχλεί. «Αν στην αρχή πήγα επειδή πλήρωναν πολλά για τίποτα, όταν έφυγα άρχισα να καταλαβαίνω τι έκανα και ότι ήταν κακό», λέει. Ο ίδιος προσθέτει ότι δεν είχαν όλοι οι εργαζόμενοι εκεί την ίδια αντίδραση. Μερικοί είχαν υποστεί οι ίδιοι την «πλύση εγκεφάλου» που δημιουργούσαν. «Είχαν μετατραπεί σε μαζορέτες του καθεστώτος» λέει.
Ο Σεργκέι, 30 ετών, πωλητής επίπλων σήμερα, ήταν ένας από αυτούς. Με μόνο δευτεροβάθμια μόρφωση, ήταν πολύ ενθουσιασμένος όταν ανακάλυψε ότι μπορούσε να βγάζει πολλά χρήματα χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. «Ημουν 25 ετών και δεν είχα ιδέα από πολιτική» λέει ο Σεργκέι, ο οποίος κανόνισε το ραντεβού για την συνέντευξη να γίνει σε δημόσιο χώρο στην Αγία Πετρούπολη ώστε να επιβεβαιώσει ότι η συνάντηση θα γινόταν όντως με ξένο δημοσιογράφο.
Δουλεύοντας σε ένα δωμάτιο με άλλους 40 ανθρώπους, λάμβανε μια ροή από αναρτήσεις blog από άλλους συντάκτες του Ινστιτούτου. Η δουλειά του ήταν να προσθέτει σχόλια και να προωθεί την ανάρτηση σε άλλες κοινωνικές πλατφόρμες. Λέει ότι ο καθένας είχε ποσόστωση τουλάχιστον 80 σχολίων και 20 διαμοιρασμών την ημέρα. “Η κεντρική ιδέα ήταν να δουλέψουμε πάνω στην σκέψη των ανθρώπων, να αυξήσουμε τον πατριωτισμό των Ρώσων και να απεικονίσουμε τις ΗΠΑ αρνητικά» λέει ο Σεργκέι.
Τα σχόλια υποτίθεται ότι έπρεπε να μοιάζουν αυθεντικά, κάτι το οποίο δεν ήταν και πολύ εύκολο, καθώς τα άρθρα άρχισαν να γίνονται όλο και πιο πανομοιότυπα, ακόμη και αν γράφονταν από διαφορετικούς συντάκτες. Αυτό τον δυσκόλευε να συμπληρώσει τις ποσοστώσεις του. Προσλήφθηκε τον Οκτώβριο του 2013 και έφυγε τον Μάρτιο του 2014.
«Φυσικά έγινα πιο πατριώτης» λέει. Αναφέρει πως συνειδητοποίησε το πόσο σκληρά έπρεπε να παλέψει η Ρωσία ενάντια στις ξένες δυνάμεις, κυρίως τις ΗΠΑ, οποίες προσπαθούσαν να ελέγξουν τους φυσικούς της πόρους. Από τις αναρτήσεις στα blog ο Σεργκέι έμαθε ότι μόλις μια χούφτα οικογένειες, όπως οι Ρότσιλντ, οι Μόργκαν και οι Ροκφέλερ, έλεγχαν τις ΗΠΑ και ότι οι τράπεζές τους χρέωναν απίστευτα επιτόκια. «Άρχισα να γνωρίζω καλύτερα τις αιτίες για τα προβλήματα του κόσμου», λέει. «Πιστεύω τώρα ότι το κακό του κόσμου είναι η κορυφαία ελίτ που ελέγχει το σύστημα των Ομοσπονδιακών Κρατών στις Ηνωμένες Πολιτείες».
Ο Αλεξέι αναφέρει ότι οι διαχειριστές απαιτούσαν τελικά από τα «τρολ» να πηγαίνουν όλο και περισσότερο με την γραμμή, ακόμη και όταν φαινόταν ότι το κοινό έδινε λιγότερη προσοχή σε αυτό που έγραφαν. «Αν υπήρχε κάποια δημιουργικότητα στην αρχή», λέει, «στο τέλος αυτό το δημιουργικό μέρος είχε φύγει και όλοι είχαμε γίνει ρομπότ».