«Όπως γνωρίζετε, οι ΗΠΑ εναντιώνονται σθεναρά στον Nord Stream 2 (…). Ο αγωγός αυτός θα έχει σοβαρές γεωπολιτικές συνέπειες για τους ευρωπαίους συμμάχους και εταίρους μας. Τις ανησυχίες μας τις μοιράζονται πολλοί. Κράτη μέλη της ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη, κυβερνήσεις στη Δυτική Ευρώπη και ο Καναδάς εναντιώνονται επίσης στο έργο. Αυτοί οι εταίροι μοιράζονται τις βαθύτατες ανησυχίες μας για την ολοένα πιο επιθετική συμπεριφορά της Ρωσίας, ειδικά τη χρήση των ενεργειακών πόρων ως πολιτικού και οικονομικού μοχλού από τη Μόσχα», αναφέρει το κείμενο της επιστολής του Γκρενέλ — αντίτυπο της οποίας δημοσιεύει η Μπιλτ — και προτρέπει τις εταιρίες να αναλογιστούν τον «κίνδυνο» για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, αλλά και τις κυρώσεις που μπορεί να τους επιβληθούν.
Κατά το δημοσίευμα, τις επιστολές έλαβαν διάφορες γερμανικές εταιρείες, οι διοικήσεις των οποίων δεν αμφιβάλλουν ότι τους ασκείται αμερικανική πίεση.
Εκπρόσωπος της αμερικανικής πρεσβείας διαβεβαίωσε πάντως την εφημερίδα ότι το κείμενο δεν πρέπει να εκληφθεί ως απειλή, αλλά ως σαφής έκφραση της πολιτικής της Ουάσινγκτον.
Τον αγωγό Nord Stream 2 σκοπεύει να κατασκευάσει μια κοινοπραξία στην οποία συμμετέχουν η ρωσική Gazprom και πέντε ευρωπαϊκοί όμιλοι. Θα έχει τη δυνατότητα μεταφοράς 55 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων ρωσικού φυσικού αερίου ετησίως από τη Ρωσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω Βαλτικής και Γερμανίας. Υπέρ του έργου τάσσονται κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, άλλες όμως το απορρίπτουν διότι θεωρούν πως θα αυξήσει την εξάρτησή τους από το ρωσικό αέριο, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει ταχθεί επανειλημμένα εναντίον του έργου. Για τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν, αυτό οφείλεται στο ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προωθεί συμφέροντα εταιρειών της χώρας του, που επιδιώκουν να προμηθεύουν με Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (ΥΦΑ) την Ευρώπη.