Όντας στο κέντρο της πολιτικής κρίσης που ταλανίζει τις τελευταίες ημέρες την Γαλλία, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αισθάνθηκε την ανάγκη να απευθυνθεί στον κυρίαρχο γαλλικό λαό, την Πέμπτη (5/12), μία μέρα μετά την αποπομπή του εκλεκτού του πρωθυπουργού από μια σχεδόν συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής, η οποία έκανε δεκτή την πρόταση μομφής κατά του Μισέλ Μπαρνιέ.
Εμανουέλ Μακρόν: Θα διορίσω πρωθυπουργό τις επόμενες ημέρες – Δεν παραιτούμαι
Ο Μακρόν στο τηλεοπτικό του διάγγελμα, αν και έκανε μια μικρή αυτοκριτική, στην ουσία επιτέθηκε σε όσους ζητούν την παραίτησή του. Σχεδόν πεισματικά αρνήθηκε να το κάνει. Προσπάθησε να καθησυχάσει τους Γάλλους δίνοντας την εικόνα ότι έχει υπό έλεγχο την κατάσταση και ότι θα κυλήσει ομαλά η διαχείριση της εξουσίας, τις επόμενες ημέρες, και οπότε είπε ότι θα διορίσει νέο πρωθυπουργό, αλλά και στην συνέχεια.
Ήταν ένα τηλεοπτικό διάγγελμα που όμως κάνει ελάχιστα για να απαλύνει την εντεινόμενη πολιτική κρίση στην χώρα. Ο Μακρόν επιδίωξε να μεταθέσει στους πολιτικούς του αντιπάλους, στις αριστερές και ακροδεξιές παρατάξεις που ενώθηκαν για να ρίξουν την κυβέρνηση του Μπαρνιέ, την ευθύνη για την κατάσταση που έχει βρεθεί η χώρα, με έναν υπηρεσιακό πρωθυπουργό και χωρίς σχέδιο προϋπολογισμού για το 2025
Μίλησε με σκληρά λόγια για την ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση, η ηγέτης της οποίας, Μαρίν Λεπέν, έχει ενορχηστρώσει την αντιπολίτευση κατά του Μακρόν και έχει ορκιστεί να ματαιώσει την ατζέντα του.
«Η ακροδεξιά και η ακροαριστερά ενώθηκαν σε ένα αντι-Ρεπουμπλικανικό μέτωπο», δήλωσε ο Μακρόν για την ψηφοφορία της Τετάρτης, που ενέκρινε την πρόταση μομφής κατά του Μπαρνιέ, ανοίγοντας ένα κενό στη γαλλική πολιτική σκηνή και ακυρώνοντας τις προσπάθειες να εγκριθεί ένας αμφιλεγόμενος προϋπολογισμός.
«Ας είμαστε ειλικρινείς, σκέφτονται ένα πράγμα: τις προεδρικές εκλογές», δήλωσε ο Μακρόν για το κόμμα της Λεπέν, υποστηρίζοντας ότι η “κυνική” προσέγγισή τους έχει φέρει “μια αίσθηση χάους” στη χώρα. «Προσέβαλαν τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους και επέλεξαν απλώς την αταξία», πρόσθεσε, κατηγορώντας τους στην ουσία ότι έχουν προκαλέσει το σημερινό χάος στην χώρα.
«Από σήμερα, είναι [μια] νέα εποχή», είπε ο Μακρόν στο γαλλικό κοινό, λέγοντας ότι η Εθνοσυνέλευση «έχει καθήκον να κάνει αυτό για το οποίο εκλέχθηκε» και να ενεργήσει «στην υπηρεσία του γαλλικού λαού».
Το αρνητικό κλίμα και ο δύσκολος δρόμος της νέας κυβέρνησης
Είναι πάντως ελάχιστες οι ενδείξεις ότι η νέα εποχή θα είναι πιο ομαλή για τον Μακρόν από την προηγούμενη. Όποιον κι αν επιλέξει για πρωθυπουργό πρέπει να εγκριθεί από ένα έντονα διχασμένο κοινοβούλιο, όπου αντιμετωπίζει μια δεδηλωμένη αντιπολίτευση και από τις δύο πτέρυγες.
Ο Μακρόν βρίσκεται στα μισά της δεύτερης και τελευταίας θητείας του ως πρόεδρος, αλλά τα αποτελέσματα των πρόωρων εκλογών που προκήρυξε τον Ιούνιο έχουν περιπλέξει σοβαρά τα τελευταία στάδια της θητείας του στην εξουσία και έχουν μειώσει το κύρος του στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, σημειώνει το CNN.
Όπως παραδέχτηκε, το αποτέλεσμα των εκλογών του καλοκαιριού έδειξε ότι οι Γάλλοι δεν κατάλαβαν τον λόγο για τον οποίον εκείνος διέλυσε την Βουλή και προκάλεσε πρόωρες εκλογές. «Αυτό είναι δική μου ευθύνη», ομολόγησε.
Μια νέα πρόωρη εκλογική αναμέτρηση δεν είναι δυνατή, διότι το σημερινό κοινοβούλιο πρέπει να λειτουργήσει μέχρι τον Ιούνιο, επί ένα χρόνο μετά τις τελευταίες εκλογές. Μόνον μετά τον Ιούνιο του 2025 μπορεί να προκηρυχτούν πάλι εκλογές στην Γαλλία.
Έχοντας προσπαθήσει να κατευνάσει και τις δύο παρατάξεις του κοινοβουλίου, με την επιλογή Μπαρνιέ τον Σεπτέμβριο, ο Μακρόν μπορεί να επιδιώξει στη συνέχεια να ενισχύσει την υποστήριξη της μιας πλευράς, αποξενώνοντας την άλλη.
Εν τω μεταξύ, ο προϋπολογισμός πρέπει να ψηφιστεί πριν από την προθεσμία της 21ης Δεκεμβρίου. Εάν η προθεσμία αυτή χαθεί, η κυβέρνηση θα μπορούσε ακόμη να νομοθετήσει έναν “νόμο δημοσιονομικής συνέχειας”, ο οποίος θα απέφευγε το κλείσιμο του προϋπολογισμού επιτρέποντας στην κυβέρνηση να εισπράττει φόρους και να πληρώνει μισθούς, με τις δαπάνες να περιορίζονται στα επίπεδα του 2024, σύμφωνα με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P Global Ratings.
Η κυβέρνηση του Μπαρνιέ έγινε η πρώτη γαλλική κυβέρνηση που ηττήθηκε με πρόταση δυσπιστίας από το 1962. Το προτεινόμενο νομοσχέδιο για τη χρηματοδότηση, το οποίο προκάλεσε την πτώση του, περιλαμβάνει αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών ύψους 60 δισεκατομμυρίων ευρώ (63 δισεκατομμυρίων δολαρίων) με στόχο να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας στο 5% το επόμενο έτος, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της κυβέρνησης.
Ορισμένα από τα μέτρα είναι εξαιρετικά αντιδημοφιλή στα κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως η καθυστέρηση της προσαρμογής των αυξήσεων των συντάξεων με βάση τον πληθωρισμό.
Τώρα ο Γάλλος πρόεδρος υποσχέθηκε να βρει πρωθυπουργό (τις επόμενες ημέρες) που θα σχηματίσει κυβέρνηση «η οποία θα υπηρετήσει το γενικό συμφέρον της χώρας». Και στην πραγματικότητα ζήτησε από τους Γάλλους να μείνουν ήρεμοι και να ομονοήσουν για να επιτρέψουν και στους βουλευτές τους να εργαστούν σε κλίμα ομόνοιας με στόχο το γενικότερο καλό της χώρας. Και την διατήρησή του στην εξουσία, έως ότου ολοκληρωθεί η θητεία του.