Η προεκλογική εικόνα της στιγμής, όπως αποτυπώθηκε σε σφυγμομέτρηση προ ολίγων ημερών, μόνο περίσκεψη και προβληματισμό μπορεί να προκαλέσει στα πολιτικά κόμματα της Βουλής.
Της Κύρας Αδάμ
Η Ν.Δ. συγκεντρώνει 29,1% κάτω από την προηγούμενη μέτρηση, το ΠΑΣΟΚ ανέβηκε ευκαιριακά στη δεύτερη θέση στο 19,8% από 15,7%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κατρακύλησε στην πέμπτη θέση με 8,7%. Και τα υπόλοιπα, πολλά μικρά κόμματα δεν ξεπέρασαν το 10% το καθένα.
Στην περίπτωση που αυτή η στιγμιαία εικόνα προβληθεί στο μέλλον, κανένα κόμμα δεν αποκτά αυτοδυναμία, προβάλλει η ανάγκη πολυκομματικών κυβερνήσεων συνεργασίας, για την οποία κανένα κόμμα δεν ετοιμάζεται ούτε την έχει στο μυαλό του. Οι Έλληνες πολιτικοί είναι καλά βολεμένοι στα παραδείγματα προηγουμένων ετών, όταν για λόγους ύψιστης ανάγκης, όλοι «βολεύτηκαν» με συμμαχίες της στιγμής, χωρίς ιδεολογική ή προηγούμενη πολιτική σύγκλιση, απλώς «για να βγει η δουλειά».
Η δουλειά όμως δεν βγήκε προς όφελος του ελληνικού κράτους και των πολιτών του. Κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου με το επαίσχυντο PSI, κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου για να φορτωθεί ο ελληνικός λαός και το τρίτο και βαρύτερο Μνημόνιο για να μην καταρρεύσει η χώρα.
Όπως δείχνουν οι τελευταίες σφυγμομετρήσεις, η Ν.Δ. κοιτάζει μόνο με κιάλια τα «σαραντάρια» προηγούμενων εκλογών και αγωνίζεται να συγκρατήσει το μετριότατο 29%, αν και έχει μπροστά της τρία πολύ δύσκολα χρόνια διακυβέρνησης, με το θέμα της ακρίβειας πρωτίστως να την κυνηγάει ως Ερινύα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα πρέπει να κάνει πάρα πολλά -και ανέφικτα- στον οικονομικό τομέα για να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και να βγει στους ανοιχτούς αιθέρες. Και τούτο διότι δεν θα μπορεί να υπολογίζει πλέον «στα λεφτά από την Ευρώπη», καθώς η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή κόβει αναίσχυντα τις κοινοτικές δαπάνες προκειμένου τα χρήματα να οδηγηθούν στην Ουκρανία και στην αδιαμόρφωτη ακόμα ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία – ένα γεγονός που συμβαίνει κάτω από τη μύτη των Ευρωπαίων πολιτών, αφού οι ηγέτες τους το κρύβουν επιμελώς.
Η κυβέρνηση της Ν.Δ., πιασμένη στο δικό της δόκανο, επιχειρεί να κόψει τις γέφυρες με όλους όσοι την αμφισβητούν από τα δεξιά της, υπολογίζοντας προφανώς ότι στην τελική ευθεία των εκλογών πολλοί ψηφοφόροι θα επιστρέψουν στην παράταξη για να μη χαθεί η μάχη, πράγμα εντελώς αμφίβολο που δεν μπορεί να υποστηριχθεί από τώρα.
Στον κεντροαριστερό χώρο τα πράγματα εξακολουθούν να είναι χαώδη και απογοητευτικά. Το ΠΑΣΟΚ, μετά τις πρόσφατες εσωκομματικές -και μάλλον αχρείαστες εκλογές του- δείχνει να μπουσουλάει ακόμα και να ψελλίζει λεξούλες επιμέρους αντιπολιτευτικής χροιάς. Το ΠΑΣΟΚ και ο αρχηγός του δεν έχουν εκφράσει ακόμα στιβαρό αντιπολιτευτικό λόγο, δεν έχουν αγγίξει τα βαριά θέματα της χώρας και το πιθανότερο είναι ότι θα χρειαστεί ακόμα πολύ χρόνο και πολλές εξετάσεις για να αποδείξει -και να πείσει- ότι έχει το «νέο σύνθημά» του, που θα πείσει τους ψηφοφόρους.
Η κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ δεν χρειάζεται μικροσκόπιο για την ανάγνωσή της, με το πρωτοφανές στα χρονικά, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης… να είναι αυτήν τη στιγμή πέμπτο με 8,7%. Όπως και αν εξελιχθούν οι εσωκομματικοί τραγέλαφοι που βιώνει αυτή την περίοδο το κόμμα αυτό, ουδείς στα σοβαρά μπορεί να φανταστεί ότι το 8,7% θα πλησιάσει και πάλι το 30% και θα γίνει «ο αντίπαλος» του Κ. Μητσοτάκη. Όταν μάλιστα ανοίγουν τώρα «οι αμαρτίες του παρελθόντος, με παρούσα την υπόθεση Novartis, την οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα εκμεταλλευθεί πολιτικά, όσο θέλει και για όποιο διάστημα θέλει..
Υπάρχει και το ψηφιδωτό των μικρότερων κομμάτων, με τις αποσπασματικές πολιτικές παρεμβάσεις τους, με εμφανή τον στόχο «να τσιμπήσουν» ψήφους και δύναμη μέσα σε ένα απόλυτα ρευστό πολιτικό σκηνικό.
Καθώς το όραμα της αυτοδυναμίας δεν ταιριάζει σε κανένα κόμμα, οι πολιτικές συγκλίσεις είναι όνειρο άπιαστο και η προσδοκία του «Κανένας» δεν οδηγεί πουθενά, οι Έλληνες πολίτες θα δώσουν και πάλι τον δικό τους αγώνα επιβίωσης.