Μια σειρά κεντρικών τραπεζών παγκοσμίως συνδράμουν στην πολύχρονη επιχείρηση αποψίλωσης του τροπικού δάσους του Αμαζονίου μέσω της χρηματοδότησης επενδυτικών δραστηριοτήτων πολυεθνικών της αγροτοδιατροφικής βιομηχανίας, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη.
Πρόκειται για τρεις από τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως, την Τράπεζα της Αγγλίας, την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μεταξύ άλλων. Οι συγκεκριμένες έχουν αγοράσει εταιρικά ομόλογα αξίας εκατομμυρίων δολαρίων, τα οποία συνδέονται άμεσα με δραστηριότητες αποψίλωσης δασών και αρπαγής γης, σύμφωνα με την έκθεση Bankrolling Destruction, που δημοσιεύτηκε από την ομάδα δικαιωμάτων Global Witness.
«Επειδή αυτά τα προγράμματα (σς. Καταστροφής δασών από τις πολυεθνικές) χρηματοδοτούνται από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις στη Βρετανία, τις ΗΠΑ και τα κράτη μέλη της ΕΕ, αυτό σημαίνει ότι οι φορολογούμενοι σε αυτές τις περιοχές πληρώνουν χωρίς τη θέλησή τους εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην καταστροφή του Αμαζονίου και άλλων τροπικών δασών», αναφέρει η έκθεση.
Οι κεντρικές τράπεζες αγοράζουν εταιρικά ομόλογα που εκδίδονται από μεγάλες εταιρείες σε μια προσπάθεια να χορηγήσουν ενέσεις ρευστότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές όποτε ιδιωτικός χρηματοπιστωτικός τομέας είναι απρόθυμος να δανείσει. Γνωστές ως «προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων», αυτές οι πρωτοβουλίες στοχεύουν στη μείωση του κόστους δανεισμού για τις εταιρείες και υιοθετήθηκαν εκτενώς στη διάρκεια της πανδημίας με σκοπό τη διάσωση των οικονομιών και των επιχειρηματικών κερδών.
Ορισμένες από τις εταιρείες που πούλησαν ομόλογα συνδέονται με την περιβαλλοντική καταστροφή, αναφέρει η έκθεση, ονομάζοντας την Cargill, Inc., την Archer-Daniels-Midland Company (ADM) και την Bunge Ltd Financial Corp, τρεις από τους μεγαλύτερους ομίλους του βιομηχανικού αγροτοδιατροφικού τομέα που δραστηριοποιούνται στη Βραζιλία.
Η Βραζιλία είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς και εξαγωγείς δημητριακών, καφέ, σόγιας, φρούτων και άλλων πρώτων υλών παγκοσμίως και οι τρεις πολυεθνικές έχουν αντιμετωπίσει ξανά κατηγορίες για περιβαλλοντικά εγκλήματα. Σύμφωνα με τον Guardian υπάρχουν άμεσοι επιχειρηματικοί δεσμοί των Cargill και Bunge με βραζιλιάνικη φάρμα που έχει συνδεθεί με παραβιάσεις των δικαιωμάτων των ιθαγενών και καταπάτηση του φυσικού περιβάλλοντος
Σε μία προσπάθεια να απαντήσουν στους ισχυρισμούς της έκθεση της Global Witness, η Cargill είπε ότι δεσμεύτηκε «να τερματίσει την αποψίλωση και τη μετατροπή των δασών σε γεωργικές αλυσίδες εφοδιασμού μας» και η Bunge δήλωσε ότι «δεσμεύεται να συμμορφωθεί με όλους τους κανονισμούς που έχουν τεθεί είτε σε τοπικές είτε σε παγκόσμιες αγορές και να τηρεί τις αυστηρές κοινωνικές-περιβαλλοντικές πολιτικές της εταιρείας». Η ADM δεν απάντησε σε αιτήματα για σχολιασμό.
Στο στόχαστρο της έκθεσης οι Κεντρικές Τράπεζες
Ωστόσο, στο επίκεντρο της κριτικής της έκθεσης βρέθηκαν οι κεντρικές τράπεζες. «Από το 2016, η Τράπεζα της Αγγλίας αγόρασε επίσης ένα άγνωστο μερίδιο εταιρικών ομολόγων αξίας 150 εκατομμυρίων λιρών που εκδόθηκε από την Cargill, Inc., και η ΕΚΤ αγόρασε ένα άγνωστο ποσό χρέους που εκδόθηκε από την Bunge Finance Europe B.V.», αναφέρει η έκθεση .
Και μόλις τα τελευταία δύο χρόνια «η Fed αγόρασε συνολικά ομόλογα 16 εκατομμυρίων δολαρίων που εκδόθηκαν από την ADM Bunge Ltd Financial Corp και την Cargill, Inc.
«Όλα αυτά έρχονται στο φως παρά τις επανειλημμένες δημόσιες δηλώσεις και των τρι΄ψν κεντρικών τραπεζών, που τονίζουν τους κινδύνους που εγκυμονεί η κλιματική αλλαγή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη».
Η Global Witness είπε ότι η Fed «πάγωσε» το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της και η Τράπεζα της Αγγλίας θα ξεκινούσε την ίδια διαδικασία αυτόν τον μήνα.
Η Fed υποστήριξε ότι είχε υιοθετήσει τη συγκεκριμένη δημοσιονομική πολιτική ως προσωρινό μέτρο το 2020 για να σώσει θέσεις εργασίας στη διάρκεια της πανδημίας και δεν σκόπευε να το επαναλάβει.
Η Τράπεζα της Αγγλίας είπε ότι έλαβε μέτρα για να μειώσει το κόστος δανεισμού για όλες τις εταιρείες τόνισε ότι η υποστήριξη που δόθηκε στην Cargill ήταν «μια εξαιρετικά περιορισμένη κίνηση».
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εν τω μεταξύ, δήλωσε ότι «στοχεύει στη σταδιακή εγκατάλειψη των εταιρικών ομολόγων της, σε μια πορεία ευθυγράμμισης με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού.
Ωστόσο, η Global Witness είπε ότι η άρνηση των κεντρικών τραπεζών του Βρετανίας και της ΕΕ να δημοσιεύσουν τα στοιχεία με την αξία των ομολόγων που έχουν αγοράσει από τις εν λόγω δημιουργεί «καθεστώς αδιαφάνειας».
«Ως επόπτες του ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού τομέα, οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να δίνουν το παράδειγμα και να υιοθετούν μια ρητή πολιτική μηδενικής αποψίλωσης ως μέρος της παγκόσμιας προσπάθειας αντιετώπισης της κλιματικής αλλαγής, συμπεριλαμβανομένης της αποεπένδυσης από όλα τα ομόλογα που συνδέονται με την αποψίλωση και του μεγαλύτερου ελέγχου της απειλής για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, που προέρχεται από την αποψίλωση των δασών και την απώλεια βιοποικιλότητας», ανέφερε η έκθεση.
Η έκθεση έρχεται εν μέσω αδιάκοπης καταστροφής στην περιοχή του Αμαζονίου, μιας τεράστιας περιοχής, που καλύπτει τμήματα εννέα διαφορετικών χωρών της Νότιας Αμερικής, καθώς και μιας ζωτικής σημασίας φυσικής έκτασης για την απορρόφηση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και αερίου που οξύνουν την κλιματική κρίση.
Η αποψίλωση των δασών υπό την ηγεσία του ακροδεξιού προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρο άγγιξε επίπεδα ρεκόρ το πρώτο επτάμηνο του 2022, το πιο πρόσφατο συγκλονιστικό στατιστικό στοιχείο της προεδρίας του, η οποία γυρνάει το βλέμμα από την άλλη στις δραστηριότητες των παράνομων υλοτόμων, κτηνοτρόφων και ανθρακωρύχων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή.
Μέχρι στιγμής, το 26% του Αμαζονίου έχει αποψιλωθεί και ορισμένα τμήματα έχουν περάσει το οριακό σημείο αντιστροφής της πορείας τους, αφού τα κάποτε καταπράσινα δάση έχουν μετατραπεί σε ξερή σαβάνα, σύμφωνα με έκθεση που εκδόθηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου από επιστήμονες και οργανώσεις αυτοχθόνων.