Project Syndicate

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι ρητορικές εξάρσεις περί χρήσης πυρηνικών εναντίον της Δύσης έχουν αναζωπυρώσει τη συζήτηση γύρω από αυτά τα όπλα. Όταν πέρυσι τέθηκε σε ισχύ μια συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών για την οριστική απαγόρευση τέτοιων όπλων, κανένα από τα εννέα κράτη που διαθέτουν πυρηνικά όπλα στον κόσμο δεν ήταν μεταξύ των 86 που υπέγραψαν. Πώς μπορούν αυτά τα κράτη να δικαιολογήσουν την κατοχή όπλων που θέτουν σε κίνδυνο όλη την ανθρωπότητα;

Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό ερώτημα, αλλά πρέπει να εξεταστεί παράλληλα με ένα άλλο: εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες υπογράψουν τη συνθήκη και καταστρέψουν το δικό τους οπλοστάσιο, θα μπορούσαν να αποτρέψουν περαιτέρω ρωσική επιθετικότητα στην Ευρώπη; Εάν η απάντηση είναι αρνητική, πρέπει επίσης να εξεταστεί εάν ο πυρηνικός πόλεμος είναι αναπόφευκτος.

Δεν είναι ένα καινοφανές ερώτημα. Το 1960, ο Βρετανός επιστήμονας και μυθιστοριογράφος Τσαρλς Πέρσι Σνόου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο πυρηνικός πόλεμος μέσα σε μια δεκαετία ήταν «μαθηματικά βέβαιος». Αυτό μπορεί να ήταν υπερβολή, αλλά πολλοί πίστευαν ότι η πρόβλεψη του Σνόου θα ήταν δικαιολογημένη εάν ένας πόλεμος συνέβαινε μέσα σε έναν αιώνα. Στη δεκαετία του 1980, ακτιβιστές του Nuclear Freeze όπως η Χέλεν Κάλντικοτ επανέλαβαν το μήνυμα του Σνόου προειδοποιώντας ότι η συσσώρευση πυρηνικών όπλων «θα καταστήσει τον πυρηνικό πόλεμο  μαθηματική βεβαιότητα».

Εκείνοι που υποστηρίζουν την κατάργηση των πυρηνικών όπλων συχνά αναφέρουν ότι αν στρίψεις ένα νόμισμα μία φορά, η πιθανότητα να έρθει «γράμματα» είναι 50%. Αλλά, αν το στρίψεις δέκα φορές, η πιθανότητα να έρθει «γράμματα» τουλάχιστον μία φορά αυξάνεται στο 99,9%. Μια πιθανότητα 1% για πυρηνικό πόλεμο στα επόμενα 40 χρόνια γίνεται 99% μετά από 8.000 χρόνια. Αργά ή γρήγορα, οι πιθανότητες θα στραφούν εναντίον μας. Ακόμα κι αν μειώνουμε τους κινδύνους στο μισό κάθε χρόνο, δεν μπορούμε ποτέ να τους μηδενίσουμε.

Αλλά η μεταφορά με το κέρμα είναι παραπλανητική όσον αφορά τα πυρηνικά όπλα, επειδή προϋποθέτει ανεξάρτητες πιθανότητες, ενώ οι ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις μοιάζουν περισσότερο με πειραγμένα ζάρια. Αυτό που συμβαίνει σε ένα στρίψιμο μπορεί να αλλάξει τις πιθανότητες στο επόμενο. Υπήρχε μικρότερη πιθανότητα πυρηνικού πολέμου το 1963, αμέσως μετά την κουβανική κρίση των πυραύλων, ακριβώς επειδή υπήρχε μεγαλύτερη πιθανότητα το 1962. Η απλή μορφή του νόμου των πιθανοτήτων δεν ισχύει απαραίτητα για πολύπλοκες ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις. Κατ’ αρχήν, οι σωστές ανθρώπινες επιλογές μπορούν να μειώσουν τις πιθανότητες.

Η πιθανότητα πυρηνικού πολέμου βασίζεται τόσο σε ανεξάρτητες όσο και σε αλληλεξαρτώμενες πιθανότητες. Ένας καθαρά τυχαίος πόλεμος μπορεί να ταιριάζει στο μοντέλο του στρψίματος του νομίσματος, αλλά τέτοιοι πόλεμοι είναι σπάνιοι και τυχόν ατυχήματα μπορεί να αποδειχθούν περιορισμένα. Επιπλέον, εάν μια τυχαία σύγκρουση παραμένει περιορισμένη, μπορεί να προκαλέσει μελλοντικές ενέργειες που θα περιόριζαν περαιτέρω την πιθανότητα ενός μεγαλύτερου πολέμου. Και όσο μεγαλύτερη είναι η περίοδος, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να έχουν αλλάξει τα πράγματα. Σε 8.000 χρόνια, οι άνθρωποι μπορεί να έχουν πολύ πιο πιεστικές ανησυχίες από τον πυρηνικό πόλεμο.

Απλώς δεν γνωρίζουμε ποιες είναι οι αλληλεξαρτώμενες πιθανότητες. Αλλά αν βασίσουμε την ανάλυσή μας στην μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ιστορία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η ετήσια πιθανότητα δεν βρίσκεται στο υψηλότερο εύρος της κατανομής.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης πυραύων της Κούβας, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζον Φ. Κένεντι φέρεται να υπολόγισε την πιθανότητα πυρηνικού πολέμου μεταξύ 33% και 50%. Αλλά αυτό δεν σήμαινε απαραίτητα αχαλίνωτο πυρηνικό πόλεμο. Σε συνεντεύξεις με συμμετέχοντες σε εκείνο το επεισόδιο για την 25η επέτειό του, μάθαμε ότι, παρά την τεράστια υπεροχή του πυρηνικού οπλοστασίου των ΗΠΑ, ο Κένεντι αποθαρρύνθηκε ακόμη και από την παραμικρή προοπτική πυρηνικού πολέμου. Και το αποτέλεσμα δεν ήταν μια σχεδόν αμιγής αμερικανική νίκη, καθώς αφορούσε έναν συμβιβασμό που περιλάμβανε την απομάκρυνση, μυστικά, αμερικανικών πυραύλων από την Τουρκία.

Κάποιοι έχουν χρησιμοποιήσει το επιχείρημα του «μαθηματικά αναπόφευκτου» για να πιέσουν για μονομερή πυρηνικό αφοπλισμό. Αντιστρέφοντας το σύνθημα του Ψυχρού Πολέμου, οι μελλοντικές γενιές θα ήταν καλύτερα «κόκκινες παρά νεκρές». Αλλά η περί πυρηνικών γνώση δεν μπορεί να απαλειφθεί, και ο συντονισμός της κατάργησης μεταξύ εννέα ή περισσότερων ιδεολογικά διαφορετικών κρατών που διαθέτουν πυρηνικά όπλα θα ήταν, τουλάχιστον, εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα. Μονομερή βήματα τα οποία δεν βρίσκουν αντίστοιχη ανταπόκριση θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τους επιτιθέμενους, αυξάνοντας τις πιθανότητες για ένα δυστοπικό τέλος.

Δεν έχουμε ιδέα πως θα κατανοούν την αρχή αποδοχής επικινδυνότητας οι μακρινές μελλοντικές γενιές ή τι θα θεωρούν πολύτιμο σε 8.000 χρόνια. Ενώ η ηθική μας υποχρέωση απέναντί ​​τους μας αναγκάζει να αντιμετωπίζουμε την επιβίωση πολύ προσεκτικά, αυτό το καθήκον δεν απαιτεί την πλήρη απουσία κινδύνου. Οφείλουμε στις μελλοντικές γενιές περίπου ίση πρόσβαση σε σημαντικές αξίες, και αυτό περιλαμβάνει ίσες πιθανότητες επιβίωσης. Αυτό είναι διαφορετικό από την προσπάθεια να αθροιστούν τα συμφέροντα αγνώστων ανθρώπων που θα ζήσουν τους επόμενους αιώνες σε κάποιο άγνωστο μαθηματικό αποτέλεσμα στο παρόν. Ο κίνδυνος θα είναι πάντα αναπόφευκτο συστατικό της ανθρώπινης ζωής.

Η πυρηνική αποτροπή βασίζεται σε ένα παράδοξο χρηστικότητας. Εάν τα όπλα είναι εντελώς άχρηστα, δεν αποτρέπουν. Αλλά αν είναι πολύ χρησιμοποιήσιμα, μπορεί να συμβεί πυρηνικός πόλεμος σε όλη την καταστροφική του έκταση. Δεδομένου του παραδόξου της χρηστικότητας και των αλληλεξαρτώμενων πιθανοτήτων που σχετίζονται με τις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις, δεν μπορούμε να αναζητήσουμε μια απόλυτη απάντηση στο τι συνιστά «δίκαιη αποτροπή». Η πυρηνική αποτροπή δεν είναι ολοκληρωτικά σωστή ή ολοκληρωτικά λανθασμένη. Η αποδοχή της αποτροπής από εμάς πρέπει να υπόκειται σε όρους.

Η παράδοση του δίκαιου πολέμου που έχουμε κληρονομήσει ανά τους αιώνες προτείνει τρεις σχετικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται: μια δίκαιη και αναλογικά αντίστοιχη αιτία, περιορισμοί στα μέσα και συνετή εξέταση όλων των συνεπειών. Υπό αυτές τις συνθήκες αντλώ πέντε πυρηνικές αρχές. Όσον αφορά τα κίνητρα, πρέπει να καταλάβουμε ότι η αυτοάμυνα είναι μια δίκαιη αλλά περιορισμένη αιτία. Όσον αφορά τα μέσα, δεν πρέπει ποτέ να αντιμετωπίζουμε τα πυρηνικά όπλα ως κανονικά όπλα και πρέπει να ελαχιστοποιήσουμε τις απώλειες αθώων. Και όσον αφορά τις συνέπειες, θα πρέπει να μειώσουμε τους κινδύνους ενός πυρηνικού πολέμου βραχυπρόθεσμα και να προσπαθήσουμε να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τα πυρηνικά όπλα με την πάροδο του χρόνου. Μια βόμβα “θαμμένη” στο υπόγειο ενέχει κάποιο ρίσκο, αλλά όχι τόσο μεγάλο κίνδυνο όσο οι βόμβες στην πρώτη γραμμή.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία μας υπενθύμισε ότι δεν υπάρχει τρόπος να αποφύγουμε την αβεβαιότητα και τον κίνδυνο. Ο στόχος της μείωσης (όχι της κατάργησης) του ρόλου των πυρηνικών όπλων με την πάροδο του χρόνου παραμένει τόσο σημαντικός όσο ποτέ. Ο Ρίτσαρντ Γκάργουιν, ο σχεδιαστής της πρώτης βόμβας υδρογόνου, υπολόγισε ότι, «Αν η πιθανότητα πυρηνικού πολέμου φέτος είναι 1%, και αν καταφέρουμε κάθε χρόνο να τη μειώσουμε στο 80% από ότι ήταν το προηγούμενο έτος, τότε η σωρευτική πιθανότητα πυρηνικού πολέμου για πάντα θα είναι 5%. Με αυτή την πιθανότητα μπορούμε να διάγουμε έναν ηθικό βίο [ως προς τα πυρηνικά όπλα].

Πηγή