Έτσι ζουν στη Ρωσία μετά την εισβολή στην Ουκρανία – Οι ελλείψεις σε αγαθά, ο περιορισμός στην ενημέρωση και η λογοκρισία

Ριζικές αλλαγές έχει υποστεί η καθημερινότητα στη Ρωσία, μετά την εισβολή στην Ουκρανία και τις κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη χώρα, η οποία επιστρέφει σταδιακά πολλά χρόνια πίσω, αγγίζοντας πια την σοβιετική εποχή.

Του Θοδωρή Γ. Κανέλλου

Η αύξηση των τιμών σε πολλά και μάλιστα καθημερνά αγαθά είναι της τάξης του 30%, ενώ οι Ρώσοι αναγκάζονται πια να ξεχάσουν τις καθημερινές πολυτέλειες που απολάμβαναν, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, όπως τα κρασιά εισαγωγής, ή τα προϊόντα τεχνολογίας, τα οποία πλέον με δυσκολία εισάγονται στη χώρα, ενώ η τιμή τους, όπως είναι λογικό, έχει εκτοξευτεί στα ύψη.

Τα “γυμνά” αυτοκίνητα

Το μεγαλύτερο πλήγμα έχει υποστεί η αγορά αυτοκινήτων. Όχι μόνο δεν μπορείς να βρεις πια νέα ευρωπαϊκά ή αμερικανικά αυτοκίνητα, αφού οι εισαγωγές έχουν σταματήσει, αλλά δεν υπάρχουν πια ούτε και ανταλλακτικά. Οι Ρώσοι αναγκάζονται να πληρώνουν ακριβά τη μόνη επιλογή που έχουν και είναι η συντήρηση των παλιών τους αυτοκινήτων εισαγωγής. Έχουν όμως ακόμα μία επιλογή. Να αγοράσουν τα λεγόμενα “γυμνά” αυτοκίνητα.
Πρόκειται για αυτοκίνητα ρωσικής κατασκευής, αλλά χωρίς τα “καλούδια” των αυτοκινήτων εισαγωγής, ακόμα και των πιο βασικών, όπως οι αερόσακοι. Ο υποψήφιος αγοραστής όμως τέτοιων αυτοκινήτων, όταν πάει στο βιτρίνα για να δει το νέο έστω και γυμνό μοντέλο, βλέπει επάνω στο αυτοκίνητο μία πινακίδα που λέει ότι το συγκεκριμένο όχημα δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να ταξιδεύει στο εξωτερικό, επειδή δεν πληροί τις ξένες προδιαγραφές ασφαλείας.

Η Renault στη Μόσχα
REUTERS/REUTERS PHOTOGRAPHER/File Photo

Το Διαδίκτυο

Το Ίντερνετ κοντεύει να γίνει ανύπαρκτο. Οι εταιρίες παροχής ευρυζωνικών υπηρεσιών προσφέρουν το Ίντερνετ με το σταγονόμετρο και όχι σε όλη την επικράτεια. Η επίσημη δικαιολογία γι’ αυτό είναι ότι οι εταιρίες – πάροχοι έχουν σοβαρά προβλήματα στην αναβάθμιση των δικτύων τους, Γιατί δεν μπορούν να προμηθευτούν πια τα απαραίτητα εργαλεία. Δεν έχουν το κατάλληλο hardware για να κάνουν τις ρυθμίσεις, τις επεκτάσεις και τις αναβαθμίσεις που απαιτεί ένα σύγχρονο δίκτυο, το οποίο θεωρητικά πρέπει να είναι συμβατό και με τα δίκτυα του υπόλοιπου κόσμου.
Οι εισαγωγές προϊόντων τεχνολογίας όπως είναι λογικό δεν έχουν πλήξει μόνο τις εταιρίες παρόχους τηλεπικοινωνιών. Έχουν πλήξει και την καταναλωτική αγορά. Οθόνες, τηλεοράσεις, κομπιούτερ -desktop ή laptop- και τηλέφωνα έχουν γίνει πλέον δυσεύρετα. Και λέμε δυσεύρετα γιατί ακόμα δεν έχουν σταματήσει εντελώς οι εισαγωγές. Τα είδη τεχνολογίας φτάνουν ακόμα στη Ρωσία, αλλά τώρα μέσω του Καζακστάν, κάτι που επίσης έχει εκτοξεύσει τις τιμές κατά περίπου 30%.

Οι απλές καθημερινές πολυτέλειες

Μετά τις κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία, πολλές εταιρίες πολυτελείας, όπως η Nike, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη έλλειψη στα συγκεκριμένα είδη. Μπορεί να φαίνεται περίεργο, αλλά οι Ρώσοι είναι από τους φανατικούς καταναλωτές μεγάλων brand-names. Αυτές τις μέρες στη Ρωσία κυκλοφορεί η φήμη ότι θα φύγει και η coca cola, αλλά οι περισσότεροι θεωρούν ότι πρόκειται απλώς για φήμη.

Πιο σοβαρή είναι η ανησυχία του κόσμου και των γιατρών για ενδεχόμενες ελλείψεις σε φάρμακα. Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι μεγάλες ξένες ιατρικές εταιρίες έχουν ανακοινώσει ότι δεν πρόκειται να σταματήσουν τις δραστηριότητές τους στην Ρωσία για ανθρωπιστικούς λόγους, επειδή δηλαδή θεωρούν ότι δεν είναι σωστό λόγω του πολέμου -με τον οποίον έχουν εκφράσει την πλήρη τους αντίθεση- να υποφέρουν ή και να κινδυνεύουν ακόμα ασθενείς, ηλικιωμένοι και παιδιά.

Ένα από τα μεγάλα πλήγματα που έχει υποστεί η ρωσική οικονομία είναι στον τομέα της οικοδομής. καθώς πολλά από τα υλικά οικοδομών είναι εισαγωγής, έχει σε μεγάλο βαθμό σταματήσει η ανοικοδόμηση, στη χώρα. Κι εδώ οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 30%.  Ίδιο είναι και το ποσοστό αύξησης των τιμών σε πολλά εισαγόμενα είδη διατροφής, όπως τα κρασιά, μερικά από τα οποία είναι πλέον εξαφανισμένα. Και αυτά είναι ένα καθημερινό καταναλωτικό αγαθό πολυτελείας, που άρεσε πολύ στους Ρώσους.

Η Ελευθερία του Λόγου

Η τσαρική Ρωσία αντικαταστάθηκε από την Ένωση Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών και αυτή από μία δυτικού τύπου δημοκρατία στην οποία κυριαρχούν οι λεγόμενοι “ολιγάρχες”. Η αγορά άνοιξε και ο απλός κόσμος τα τελευταία χρόνια έμαθε να καταναλώνει σαν τους καταναλωτές στη Δύση. Μπορεί να μην μπορούσαν να αγοράζουν άφθονα αγαθά πολυτελείας, αλλά πάντως η αγορά ήταν ελεύθερη. Μαζί της ελευθερώθηκαν η σκέψη και ο λόγος. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνέβαλαν τα μέγιστα σε αυτή την ελευθερία.
Τώρα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τώρα όλοι “προσέχουν τι γράφουν και τι λένε”, στα Social Media. Ο πόλεμος έφερε πίσω και την λογοκρισία. Οι μεγάλες επιχειρήσεις μάλιστα έχουν κάποιους περιορισμούς στα social media. Η δραστηριότητα στα δυτικά Facebook και Instagramm θεωρείται πια εξτρεμιστική δραστηριότητα, οπότε για να μην θεωρηθούν “εξτρεμιστές” οι χρήστες είναι από μόνοι τους πολύ προσεκτικοί.

Η Ρωσία περιόρισε την πρόσβαση στην ιστοσελίδα της γερμανικής εφημερίδας Die Welt κατόπιν εισαγγελικού αιτήματος, σύμφωνα με τη ρωσική ομοσπονδιακή υπηρεσία που είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση και τη λογοκρισία των μέσων ενημέρωσης, την Roskomnadzor.
Ρώσοι αξιωματούχοι κατηγορούν τη Δύση ότι διασπείρει ψευδείς πληροφορίες για την “ειδική στρατιωτική επιχείρηση” στην Ουκρανία, όπως  χαρακτηρίζει η Μόσχα, την εισβολή στην Ουκρανία.
Από τις 24 Φεβρουαρίου που η Ρωσία εισέβαλε  στη γειτονική της Ουκρανία, οι ρωσικές αρχές έχουν αποκλείσει ή περιορίσει την πρόσβαση στο BBC, το Voice of America, την Deutsche Welle και άλλα μέσα ενημέρωσης.

Πάντως  δεν έχει γίνει άμεσα σαφές γιατί οι εισαγγελείς ζήτησαν τον περιορισμό στην πρόσβαση στην ιστοσελίδα welt.de. Η Roskomnadzor δεν απάντησε άμεσα σε αίτημα σχολιασμού που δέχτηκε μέσω email.

Δολάριο – ρούβλι

Από τα άμεσα αποτελέσματα του πολέμου είναι η πτώση της τιμής του δολαρίου. Κάποτε οι Ρώσοι το αναζητούσαν πολύ ως επένδυση. Τώρα στρέφονται περισσότερο σε επενδύσεις σε ρούβλι.

Λιθουανία – Καλίνινγκραντ

Τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά πλέον για τη ρωσική οικονομία. Σήμερα η Λιθουανία επέκτεινε τις απαγορεύσεις στο εμπόριο κάποιων αγαθών από το έδαφός της προς τον ρωσικό θύλακο του Καλίνινγκραντ, στη Βαλτική Θάλασσα. Οι σημερινές απαγορεύσεις περιλαμβάνουν το τσιμέντο, την ξυλεία, το αλκοόλ, καθώς και πολλά αγαθά χημικής βιομηχανίας, με βάση το αλκοόλ, όπως ανέφερε Λιθουανός αξιωματούχος της υπηρεσίας τελωνείων. Σε αντίποινα, ο κυβερνήτης του Καλίνινγκραντ πρότεινε την πλήρη απαγόρευση διακίνησης προϊόντων, μεταξύ της Ρωσίας και των τριών βαλτικών χωρών που είναι μέλη της ΕΕ (Λιθουανία, Λετονία και Εσθονία). Η απαγόρευση αφορά σε όλη την επικράτεια του Καλίνινγκραντ, το οποίο είναι στην ουσία ένας σιδηροδρομικός κόμβος, διαμετακομιστικού εμπορίου. Αυτό σημαίνει ότι αντί τα ρωσικά αγαθά να μετακινούνται σιδηροδρομικώς, θα μετακινούνται δια θαλάσσης και μόνο μέσω του λιμανιού του Καλίνινγκραντ, οι δραστηριότητες στο οποίο έχουν γνωρίσει δραστική μείωση, μετά τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία.

Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε σήμερα ότι ο Ρώσος και ο Λευκορώσος πρόεδρος εργάζονται πάνω σε «κοινά μέτρα» που μπορούν να λάβουν προκειμένου να απαντήσουν στην απόφαση της Λιθουανίας να απαγορεύσει τη διαμετακόμιση κάποιων αγαθών προς τον ρωσικό θύλακα Καλίνινγκραντ.

Το Καλίνινγκραντ συνορεύει με τη Λιθουανία και την Πολωνία –χώρες μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ– και βασίζεται στη διέλευση από τη Λιθουανία για τη διέλευση των περισσότερων προϊόντων που λαμβάνει από τη Ρωσία. Η Λιθουανία απαγόρευσε τη διαμετακόμιση των εν λόγω αγαθών, από και προς τον θύλακα αυτό της Βαλτικής, επικαλούμενη τις κυρώσεις της ΕΕ.
Στη διάρκεια τηλεφωνικής τους επικοινωνίας, ο Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Αλεξάντρ Λουκασένκο «εστίασαν στην κατάσταση που οφείλεται στις παράνομες κυρώσεις που έχει υιοθετήσει η Λιθουανία (…) και σε αυτό το πλαίσιο συζήτησαν ενδεχόμενα κοινά μέτρα», επεσήμανε το Κρεμλίνο σε ανακοίνωσή του.

Εκτός από το Καλίνινγκραντ η Λιθουανία δεν έχει κοινά σύνορα με τη Ρωσία. Αντίθετα μοιράζεται 680 χιλιόμετρα με τη Λευκορωσία, τον βασικό σύμμαχο της Μόσχας.
Αυτή την περίοδο διεξάγονται συνομιλίες μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ, με τη Μόσχα να ζητεί την άρση των κυρώσεων που αφορούν τη διαμετακόμιση προϊόντων, βασιζόμενη σε μια συμφωνία του 2002 όταν οι χώρες της Βαλτικής εντάχθηκαν στην ΕΕ.

Στα τέλη Ιουνίου ο κυβερνήτης του Καλίνινγκραντ, ο Αντόν Αλιχάνοφ, είχε εκτιμήσει ότι ενδέχεται να επιβληθούν περιορισμοί στο 40% με 50% των προϊόντων που φτάνουν στον θύλακο.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.