Είναι σύνηθες στην πολιτική να αποκαλούμε κάποιον με τον αγγλικό όρο «statesman» προκειμένου να υπογραμμίσουμε την προσήλωσή του στην εφαρμογή μιας σωστής απόφασης κόντρα στις λαϊκές αντιδράσεις.
Από τον Μανώλη Κοττάκη
Προκειμένου να αναδείξουμε ότι ο πολιτικός αυτός καταφέρνει και επιβάλλεται στους πολλούς με την προσωπικότητά του, κάμπτοντας τις πρόσκαιρες αντιρρήσεις. Πείθοντας εν τέλει τους πολλούς για το σωστό. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν statesman: Kέρδισε εκλογές στη δεκαετία του 1960 διακηρύσσοντας από μπαλκόνι στον Βόλο ότι δεν πρόκειται να διαγράψει χρέη από δάνεια αγροτών, που αποτελούσαν τον κορμό των συγκεντρωμένων!
Δυστυχώς, δεν είναι ιδιαιτέρως δόκιμη ακόμα η χρήση του όρου «stateswoman». Εάν ήταν, η τέως καγκελάριος Μέρκελ θα διεκδικούσε με το σπαθί της αυτό τον τίτλο για όσα έκανε κατά την υπερδεκαπενταετή θητεία της για τη χώρα της. Για τις άλλες χώρες ίσως όχι, αλλά για τη δική της χώρα, ναι. Η καγκελάριος Μέρκελ δέχθηκε μια πρωτοφανή επίθεση μέσα στη Γερμανία, αλλά και έξω από αυτήν, αμέσως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Θεωρήθηκε περίπου υπαίτια για το γεγονός ότι ο Πούτιν πήρε «αέρα» εξαιτίας της στρατηγικής συνεργασίας που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο χωρών επί των ημερών της καγκελαρίας της.
Της υπεβλήθη έως και… αίτημα να ζητήσει συγγνώμη για τις επιλογές της στην εξωτερική πολιτική. Επιχειρήθηκε με τις γνωστές σαξονικές μεθόδους η δολοφονία χαρακτήρα της ακόμη και με τη διακίνηση πλαστών φωτογραφιών, που την εμφάνιζαν ως… ανθρώπινο ράκος. Παλαιά στο κουρμπέτι, από άλλη στόφα πολιτικής και πολιτικών, σπουδαγμένη στο πανεπιστήμιο «Χέλμουτ Κολ» (ασχέτως αν στην πορεία κ.λπ., κ.λπ.), η Μέρκελ δεν πτοήθηκε. Αφησε τον χρόνο να κυλήσει και επέλεξε να δώσει τις απαντήσεις της στο φως της ημέρας. Σε μια δημόσια συζήτηση διάρκειας μίας ώρας και 38 λεπτών ενώπιον ακροατηρίου. Εχει αξία να διαβάσουμε τι απάντησε στις κατηγορίες (αντιγράφω από το ieidiseis.gr):
«Στην πρώτη δημόσια συνέντευξή της μετά την αποχώρησή της από την εξουσία, τον Δεκέμβριο, η Μέρκελ υποστήριξε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν θα είχε εισβάλει πλήρως στη γειτονική χώρα πολύ νωρίτερα, εάν αυτή και άλλοι σύμμαχοι δεν είχαν λάβει αμφιλεγόμενες αποφάσεις, όπως το μπλοκάρισμα της προσπάθειας ένταξης της Ουκρανίας στη στρατιωτική συμμαχία του ΝΑΤΟ το 2008 ή η διαπραγμάτευση των ειρηνευτικών συμφωνιών του Μινσκ το 2014 και το 2015, τις οποίες η Ουκρανία θεώρησε μειονεκτικές για τη δική της ασφάλεια. “Δεν κατηγορώ τον εαυτό μου” είπε η Μέρκελ στο κοινό στο θέατρο Berliner Ensemble, στη γερμανική πρωτεύουσα, όπως μεταδίδει το “Politico”. “Προσπάθησα να εργαστώ προς την κατεύθυνση της αποτροπής της αταξίας. Κι αν η διπλωματία δεν πετύχει, αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν λάθος. Επομένως, δεν καταλαβαίνω γιατί να πω ‘Ηταν λάθος’. Και, επομένως δεν θα ζητήσω συγγνώμη”. Ωστόσο, η Μέρκελ -η οποία καταδίκασε την εισβολή του Πούτιν ως “μια βάναυση επίθεση κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου για την οποία δεν υπάρχει καμία δικαιολογία”- έδειξε επίσης μια κάποια διάθεση αυτοκριτικής: Είπε ότι απέτυχε κατά τη διάρκεια της θητείας της “να δημιουργήσει μια αρχιτεκτονική ασφάλειας που θα μπορούσε να είχε αποτρέψει αυτόν τον [πόλεμο] να συμβεί”.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι τον Απρίλιο κάλεσε τη Μέρκελ και τον Γάλλο πρώην πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί, υποστηρίζοντας ότι η μακροχρόνια πολιτική τους για “παραχωρήσεις προς τη Ρωσία” και η αντίθεσή τους στο να βάλουν την Ουκρανία και τη Γεωργία σε μια πορεία προς ένταξη στο ΝΑΤΟ είχαν ενθαρρύνει τη Μόσχα να σκεφτεί ότι “τους επιτρέπεται να κάνουν ό,τι θέλουν” με την Ουκρανία και διαπράττουν “ακόμη και τα πιο φρικτά εγκλήματα πολέμου”, όπως στην Μπούτσα.
Ωστόσο, η Μέρκελ υπερασπίστηκε την Τρίτη την απόφασή της να μη χορηγήσει στην Ουκρανία το λεγόμενο Σχέδιο Δράσης για Μέλος του ΝΑΤΟ στη σύνοδο κορυφής της συμμαχίας στο Βουκουρέστι, το 2008, αναφέροντας δύο λόγους: Πρώτον, είπε ότι η Ουκρανία “δεν ήταν μια δημοκρατικά ενοποιημένη χώρα” τότε, ακόμα επηρεάζεται έντονα από τους ολιγάρχες και μαστίζεται από τη διαφθορά. Δεύτερον, η Μέρκελ είπε ότι ήταν πεπεισμένη πως ένα τέτοιο βήμα θα είχε σίγουρα οδηγήσει σε πόλεμο. “Ήμουν πολύ σίγουρος ότι ο Πούτιν δεν θα άφηνε απλώς [την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ] να συμβεί. Αυτό θα ήταν κήρυξη πολέμου για αυτόν” είπε, υποστηρίζοντας ότι ο Ρώσος ηγέτης θα είχε χρησιμοποιήσει τη διαδικασία ένταξης στο ΝΑΤΟ, κατά την οποία η Ουκρανία πιθανότατα δεν θα είχε ακόμη επωφεληθεί από τις αμοιβαίες εγγυήσεις ασφάλειας της συμμαχίας, για να “κάνει κάτι”.
“Η εκτίμησή μου είναι αρκετά σαφής: Εάν το Σχέδιο Δράσης για την Ενταξη είχε επανέλθει, τότε [ο πόλεμος που αντιμετωπίζουμε τώρα] θα είχε συμβεί ακόμη πιο γρήγορα” είπε η Μέρκελ.
Χρησιμοποίησε ένα παρόμοιο επιχείρημα για να υπερασπιστεί την κληρονομιά της στις τελικά αποτυχημένες συμφωνίες του Μινσκ, που αποσκοπούσαν στη διασφάλιση της ειρήνης στην ανατολική Ουκρανία, όπου αυτονομιστές που υποστηρίζονταν από τη Ρωσία είχαν εμπλακεί σε ένοπλη σύγκρουση με ουκρανικά στρατεύματα από το 2014.
Εάν αυτές οι ειρηνευτικές συμφωνίες δεν είχαν διαπραγματευτεί, “ο Πούτιν θα μπορούσε να είχε προκαλέσει τεράστια ζημιά στην Ουκρανία” το 2014, υποστήριξε, προσθέτοντας ότι τα επτά χρόνια από τότε ήταν “πολύ σημαντικά” για να αναπτυχθεί η Ουκρανία τόσο δημοκρατικά όσο και στρατιωτικά, τώρα σε θέση να αντισταθεί στα ρωσικά στρατεύματα πιο αποτελεσματικά από ό,τι θα μπορούσε το 2008 ή το 2014.
Η Μέρκελ είπε επίσης πως “σε καμία στιγμή δεν ενέδωσε σε αυταπάτες” ότι η γερμανική πολιτική “Wandel durch Handel” (αλλαγή μέσω του εμπορίου) θα άλλαζε πραγματικά τη συμπεριφορά του Πούτιν. “Δεν ήμουν αφελής” είπε η Μέρκελ, υποστηρίζοντας ότι προειδοποίησε επανειλημμένα πως ο Πούτιν “θέλει να καταστρέψει την Ε.Ε. επειδή τη βλέπει ως πρόδρομο του ΝΑΤΟ”.
Ωστόσο, υποστήριξε ότι θεωρούσε σωστό να συνεχίσει “τουλάχιστον κάποιες εμπορικές σχέσεις” με τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένου του αμφιλεγόμενου αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 (τον οποίο ο διάδοχός της Ολαφ Σολτς τελικά εγκατέλειψε πριν από την εισβολή στην Ουκρανία), λέγοντας: “Δεν μπορείτε να αγνοείτε ο ένας τον άλλον εντελώς”».
Nα γιατί υποστηρίζω ότι η Μέρκελ έδωσε μάθημα ευρωπαϊκής πολιτικής ηγεσίας σε μια τόσο δύσκολη διεθνή συγκυρία: Διότι έβαλε θαρραλέα μπροστά το συμφέρον της Ευρώπης, χωρίς να υπολογίζει τις ατλαντικές αντιδράσεις, κι ας ήταν κλασική φίλη των ΗΠΑ. Η άποψή της πως η Ρωσία έπρεπε να είχε ενταχθεί στην ευρύτερη αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης και η θέση της για τον Nord Stream 2 ότι «δεν μπορείς να αγνοείς εντελώς τον άλλον» την κατατάσσουν αυτοδικαίως στη χορεία των stateswomen. Και δείχνουν γιατί ο Σολτς δεν θα μείνει 16 χρόνια στην Καγκελαρία όπως εκείνη.