Παίρνοντας ως αφορμή τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ και τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ και της G7 που πρόκειται να διεξαχθούν στις Βρυξέλλες 24 Μαρτίου, το ΔΙΚΤΥΟ δημοσίευσε την ανάλυσή του σχετικά με το Ουκρανικό ζήτημα, η τελευταία φάση του οποίου μπορεί μεν να ξεκίνησε πριν λίγες μέρες, αλλά έχει προϊστορία που ανάγεται σε πολλά χρόνια νωρίτερα.
Ακολουθεί η ανάλυση:
Α. Το “ουκρανικό” στο κέντρο της γεωπολιτικής αντιπαλότητας
Η σημερινή γεωπολιτική καταιγίδα είναι παράλογη αλλά δυστυχώς έχει βάθος και προϊστορία. Δεν είναι τυχαίο ότι η Ουκρανία εξελίχθηκε στο θερμό σημείο της από καιρό υποβόσκουσας γεωπολιτικής αντιπαλότητας. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι απασχολεί σε διάρκεια με έντονες κορυφώσεις, την παγκόσμια σκηνή από τις αρχές του 21 αι. Ξεκίνησε με την πορτοκαλί επανάσταση του 2004-5, που σημάδεψε τις καθοριστικές κοινωνικοπολιτικές μεταβολές στην χώρα, καθώς και με την πάνδημη συμμετοχή στην κρίση του 2013-2014. με αίτημα την συνεργασία με την ΕΕ. Συνέχισε με τη βίαιη απόσπαση και προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία το 2014 αλλά και την παρατεταμένη σύγκρουση του Κιέβου με τις ημιαυτόνομες περιοχές του Ντονμπάς και έφτασε μέχρι την για πρόσφατη ρωσική εισβολή και τον εξελισσόμενο πόλεμο.
Το Ουκρανικό Ζήτημα προσλαμβάνει διαστάσεις ανάλογης τάξης με ιστορικά γεγονότα, που σημάδεψαν καθοριστικά τις μεγάλες παγκόσμιες συγκρούσεις. Για δε τους συστηματικά ασχολούμενους με την γεωπολιτική εξέλιξη, αμέσως μετα την λήξη του Ψυχρού Πολέμου και την σοβιετική κατάρρευση, ο κόμπος Ουκρανία, κατατάσσεται σε περίοπτη θέση ανάμεσα στους κρίσιμους γεωπολιτικές άξονες της παγκόσμιας σκακιέρας.
Κορυφαίοι σχεδιαστές αλλά και βασικοί χειριστές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, όπως ο Κίσσινγκερ και ο Μπρεζίνσκυ και όχι μόνο ανέλυσαν και προειδοποίησαν για την συνθετότητα της πολιτικής και στην Ανατολική Ευρώπη αλλά κυρίως στην Ουκρανία η οποία αποτελεί γεωπολιτικό άξονα.
Όπου γεωπολιτικοί άξονες θεωρούνται τα κράτη, των οποίων η σημασία δεν προέρχεται τόσο από την δύναμη τους αλλά από την ευαίσθητη θέση τους και από τις συνέπειες που έχει η δυνητικά ευάλωτη εξέλιξη τους στην πορεία και συμπεριφορά των μεγάλων δυνάμεων. Με βάση λοιπόν την κοινά αποδεκτή γεωστρατηγική θεώρηση, ότι η Ευρασία αποτελεί το κέντρο της παγκόσμια ισχύος, η Ουκρανία, η οποία δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αποτελεί την μεγαλύτερη ευρωπαϊκή χώρα σε έκταση, θεωρείται στρατηγικός κόμβος στο μεγάλο ευρωσιατικό διακύβευμα της παγκόσμιας ισχύος και ελέγχου.
Β. Ανατολή και Δύση: Δυνάμεις, επιδιώξεις και η δυναμική της αντιπαράθεσης
Η κρισιμότητα λοιπόν του ουκρανικού οδηγεί μέσα από την ρωσική εισβολή και τον ανελέητο πόλεμο που διεξάγεται, στο μεγάλο κάδρο της υπό εξέλιξη παγκόσμιας αντιπαράθεσης. Όλοι πλέον αντιλαμβανόμαστε, ότι ο κόσμος μας βρίσκεται εν μέσω εντεινόμενης ρευστότητας, σε πορεία μετάβασης από την μεταψυχροπολεμική, μονοπολική αμερικανική τάξη πραγμάτων, σε μια νέα εν πολλοίς άγνωστη ισορροπία.
Στην σημερινή πορεία, η Ανατολή συνεχίζει την ραγδαία τεχνολογική και οικονομική της άνοδο. Η Ανατολική άνοδος θέτει υπό απειλή τους δύο τελευταίους αιώνες Δυτικής κυριαρχίας , της Pax Britannica και στην συνέχεια της Pax Americana. Η Δύση έχει απώλειες σε υλικό – οικονομικό επίπεδο αλλά και σε ιδεολογική επιρροή, διατηρώντας το τεχνολογικό και στρατιωτικό προβάδισμα. Σε όλο τον κόσμο, οι δημοκρατίες είναι στο στόχαστρο ενός αναδυόμενου αυταρχισμού, με την δεσποτική Κίνα συνεπικουρούμενη από την ομογάλακτη Ρωσία να προσπαθεί να αμφισβητήσει την δυτική υπεροχή σε όλο το φάσμα της διεθνούς πραγματικότητας.
Αναμφισβήτητα το βασικό συγκρουσιακό δίδυμο της εποχής, ΗΠΑ και Κίνα, ανταγωνίζονται για την διατήρηση ή εναλλαγή της πρωτοκαθεδρίας μεταξύ τους. Οι ΗΠΑ προβληματίζονται και δοκιμάζουν τρόπους για την κινεζική ανάσχεση, η δε Κίνα μεθοδεύοντας σταθερά την άνοδο της επιδιώκει την προσπέραση τους. Οι γεωπολιτικές ψευδαισθήσεις στην ανατολή του 21 αι. που μιλούσαν για την Chimerica, δηλαδή την συμβίωση Κίνας – Αμερικής έχουν πάει περίπατο και οι περισσότεροι φοβούνται τον αλληλοεξοντωτικό εγκλωβισμό και των δύο στην περίφημη “παγίδα του Θουκυδίδη” με προορισμό την μεγάλη σύγκρουση με φρικτό τέλος για την ανθρωπότητα.
Το υπαρξιακό πλανητικό λοιπόν ερώτημα που προβάλλει είναι, τι μπορεί ν’ αλλάξει την πιθανή σύγκρουση; Οι σημερινές στρατηγικές και των δύο κατατείνουν στην συγκρότηση δύο βασικών “γεωπολιτικών συνεταιρισμών σύγκρουσης”, του Δυτικού και του Ανατολικού. Όμως ο νέος διαμορφούμενος συνεταιριστικός διπολισμός δεν είναι καθόλου ίδιος με την επικίνδυνη αλλά αμοιβαία αποτρεπτική ισορροπία του Ψυχρού Πολέμου.
Τα νέα τεχνολογικά δεδομένα αλλά κυρίως η συγκυρία των σχέσεων ανοδικότητας – καθοδικότητας μεταξύ των δύο μπλοκ, καθιστά το ενδεχόμενο ενός αρμαγεδώνα, πιθανότερο. “Για πρώτη φορά στην ιστορική πορεία, η ανθρωπότητα έχει την δυνατότητα να καταστραφεί μέσα σε περιορισμένο χρονικό διάστημα. Η ρήξη ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα απειλούν τον πλανήτη ολόκληρο και μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή η σύγκρουση ανάμεσα στους δύο στρατιωτικούς και τεχνολογικούς γίγαντες” έχει προειδοποιήσει από το 2020 ο έμπειρος Χ. Κίσινγκερ. Για τον άλλοτε υπουργό Εξωτερικών του Νίξον, αρχιτέκτονα της ιστορικής προσέγγισης της Ουάσιγκτον και του Πεκίνου το 1972, οι γιγάντιες οικονομικές, στρατιωτικές και τεχνολογικές δυνατότητες των δύο αντιπάλων κάνουν τις τρέχουσες εντάσεις πιο επικίνδυνες από τις ψυχροπολεμικές. Ο υβριδικός πόλεμος είναι ήδη σε εξέλιξη. Σε κάθε περίπτωση η αποτροπή τέτοιων καταστροφικών εξελίξεων προϋποθέτει τη νηφάλια αναγνώριση ότι η παγκόσμια τάξη υπό την τάση επικράτησης μιας μοναδικής ηγεσίας δεν μπορεί να διασφαλίσει την παγκόσμια ειρήνη και σταθερότητα τον 21ο αιώνα.
Δυστυχώς σήμερα η πραγματική κίνηση των κύριων δυνάμεων είναι στην κατεύθυνση της διπλής πόλωσης. H νέα αμερικανική διοίκηση, διερευνώντας την οικοδόμηση μια νέας στρατηγικής διατήρησης της πρωτοκαθεδρίας, οργανώνει την κινεζική ανάσχεση στον Ινδικό-Ειρηνικό και ταυτόχρονα πιέζει την Ρωσία, που είναι αδύνατη πλευρά του εν δυνάμει ανατολικού συνεταιρισμού στον ευρωπαϊκό χώρο. Την ίδια στιγμή, η Κίνα στην Αλάσκα το 2021 αλλά και αλλού σε ταυτόχρονη δήλωση συμπαράταξης με την Ρωσία αντιδρά έντονα διακηρύσσοντας το τέλος της αμερικανικής ολοκληρωτικής υπεροχής. Στην συνέχεια, τον Φλεβάρη του 2022 διαμορφώνει στενότερη συμμαχίας με την Ρωσία “χωρίς όρια” προεξοφλώντας κοινή αντίσταση και αντίδραση στις αμερικανικές πιέσεις. Στην ίδια κατεύθυνση γνωρίζει και προεγκρίνει τις όποιες ρωσικές κινήσεις στο ουκρανικό ζήτημα. Τέλος η Ρωσία αποφασίζει να εισβάλλει στην Ουκρανία με βάση το δικό της πλαίσιο αναλύσεων και στόχων το οποίο δεν έγινε έγκαιρα κατανοητό από την Δύση. Η εισβολή φαίνεται ότι είναι μια λάθος υπολογισμένη στρατηγικά κίνηση, το κόστος της οποίας, ανεξαρτήτως της επίτευξης των στρατιωτικών της στόχων, σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο φαίνεται να είναι δυσανάλογο των όποιων κερδών στην Ουκρανία. Τελικά η Ρωσία του Πούτιν στρατηγικά αποδυναμωμένη φαίνεται να εισπράττει τα επίχειρα του πολεμικού διαβήματος του ηγέτη της με τις εξής συνέπειες: Aντιδρά σπασμωδικά και με όρους μεγαλομανίας απέναντι στην αμερικανική πίεση και διαλύει τους δεσμούς της με την Ευρώπη. Εκθέτει σε γεωπολιτικό και ενεργειακό εκβιασμό την ΕΕ να συμμετάσχει σε μια δυτική συμπαράταξη νόμιμης αντίδρασης. Και τέλος οδηγείται νομοτελειακά ως φτωχός συνέταιρος στην ασφυχτική αγκαλιά της κινεζικής πλευράς, η οποία μπορεί πλέον να την διαχειριστεί και να την εκμεταλλευτεί στα πλαίσια της γενικής της στρατηγικής για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι, ότι η Ρωσία του Πούτιν γίνεται εργαλείο διαμόρφωσης ενός νέου παγκόσμιου
πολωτικού διπολισμού, εξυπηρετώντας από διαφορετικές σκοπιές, επιδιώξεις των δύο ισχυρών του σημερινού παγκόσμιου παιχνιδιού.
Γ. Σχήματα εμπλοκής ή συνύπαρξης του 21ου αι. και η ΕΕ
Απέναντι λοιπόν στην διαμόρφωση ενός σχήματος διπολικής σύγκρουσης και διακινδύνευσης της ανθρωπότητας, αναδεικνύεται η ανάγκη μιας ισορροπίας πολυπολικής σταθερότητας. Δυστυχώς το ιστορικό δίδαγμα είναι ότι τέτοιες περίοδοι μεγάλων μεταβάσεων σε νέες ισορροπίες της παγκόσμιας τάξης, περικλείουν σοβαρούς κινδύνους. Οι ανταγωνισμοί για την γεωπολιτική, στρατιωτική και οικονομική κυριαρχία και την ιδεολογική επικράτηση, κατά βάση οδηγούν σε θερμές συγκρούσεις. Είναι λοιπόν επιτακτικό ζητούμενο ένας βιώσιμος και αποτελεσματικός οδικός χάρτης ειρήνης προς και για το μέλλον. Το καλύτερο όχημα για την προώθηση της σταθερότητας τον 21ο αι. είναι μια παγκόσμια Συμφωνία των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής (με βασικό πυρήνα ΗΠΑ, Κίνα, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ρωσία), όπως έδειξαν ιστορικά γεωπολιτικά πρότυπα των νεωτέρων χρόνων. Ιστορικά μπορεί να συμβεί : Η διευθύνουσα ομάδα των ηγετικών χωρών, μπορεί να ορίσει το πλαίσιο κανόνων ανταγωνισμού, διανομής και αναδιανομής και να οριοθετήσει τον γεωπολιτική και ιδεολογική αντιπαλότητα, που συνήθως συνοδεύει την πολυπολικότητα.
Το τέλος του Β ́ Παγκοσμίου Πολέμου γέννησε το Οικονομικό Διεθνές Πεδίο, την
Νομισματική και Χρηματοοικονομική Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών, γνωστή και ως η Διάσκεψη του Bretton Woods. Εμπνευστές της δημιουργίας των νέων θεσμών ήταν ο Άγγλος οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς και ο βοηθός Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Χάρι Γουάιτ. Κυρίως όμως μετά τον πόλεμο ιδρύθηκε απο τις χώρες που νίκησαν ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Ακολούθησε η δημιουργία σημαντικών Οργανισμών με διεθνή παρέμβαση για την ισόρροπη συνύπαρξη των χωρών.
Ο 21ος αι. σηματοδοτείται από άλλους πρωταγωνιστές που κινούνται προς την διαμόρφωση της νέας ισορροπίας. Ας ευχηθούμε να μην γίνει ο Γ ́ Παγκόσμιος πόλεμος για να προχωρήσουν οι χώρες σε μία διευθέτηση Οργανισμών, Κανόνων και Συμφωνιών για τη νέα εποχή αλλά θα το κάνουν όσο είναι ακόμα νωρίς.
Όλα αυτά υπό μία κρίσιμη προϋπόθεση: Η ενεργός παρέμβαση μέσα στην διευθύνουσα ομάδα, έγκυρου πόλου ή ευνοϊκού συσχετισμού διαμεσολάβησης, συναίνεσης και εξισορρόπησης.
Ιστορικά, πολιτισμικά, γεωπολιτικά και κοινωνικά, ποια δύναμη σήμερα διαθέτει τα εχέγγυα να παίξει ένα τέτοιο ρόλο; Η απάντηση είναι ευθεία: Μόνο η Ευρώπη μπορεί να γίνει αξιόπιστη δύναμη γέφυρας, διαμεσολάβησης, συναίνεσης και εξισορρόπησης σ’ ένα πολυπολικό κόσμο ανταγωνιστικής συνύπαρξης που αποτρέπει και αποκλείει τον αρμαγεδώνα και οδηγεί στην ειρηνική συμβίωση. Διότι η Ευρώπη, μέσα από το πολιτισμικό βάθος και την δημοκρατική ευρυχωρία της αλλά και την πολλαπλώς οδυνηρή εμπειρία ανταγωνισμού των εθνών-κρατών της, διαθέτει την γεωπολιτική σοφία της αυτοσυγκράτησης απέναντι στην αντίληψη της γεωπολιτικής μοναδικότητας και υπεροχής που οδηγεί σε ιστορικές καταστροφές.
Βεβαίως της λείπει η περίφημη η υλική δύναμη της στρατηγικής αυτονομίας. Αυτό όμως είναι πολύ πιο εύκολα πραγματοποιήσιμο από την δυσεύρετη γεφυροποιό, ειρηνοποιό και πνευματική αντίληψη και πείρα της. Το θέμα είναι προλάβει την υλοποίηση της στρατηγικής αυτονομία της πριν ήδη είναι αργά. Οι πιεστικές ανάγκες των καιρών ευνοούν το νέο αυτό ευρωπαϊκό στοίχημα των καιρών μας και το οποίο θα κριθεί πρωτευόντως στο πεδίο των δικών της κοινωνιών.
Ως Ευρωπαίοι οφείλουμε να γνωρίζουμε, ότι το κόστος της ευρωπαϊκής αυτονομίας είναι οικονομικά, κοινωνικά και γεωπολιτικά μεγάλο για κάθε κράτος μέλος. Απαιτεί αρχικά εκχώρηση εξουσιών και προσφορά πόρων σε ομοσπονδιακή βάση που στη συνέχεια εισπράττονται ως εθνική επένδυση ασφάλειας, ισχύος και ευημερίας. Είναι μεγάλο λοιπόν το τίμημα για την ίδια την Ευρώπη ν’ αποκτήσει την αυτονομία της αλλά το κερδισμένο έπαθλο της ειρηνικής συνύπαρξης θα είναι ίσως το μεγαλύτερο αριστείο ανθρωπισμού στην ιστορία της. Στις 24 Μαρτίου 2022 στις Βρυξέλλες οργανώνονται η συνεδρίαση της G7 , η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ και η Σύνοδος των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ.
Η ευχή είναι μετά την σύσκεψη των Δυτικών Δυνάμεων να οργανωθεί ένας διάλογος με συνολική ατζέντα Ανατολής και Δύσης.