Μια τουρκική ματιά στην αντιπαράθεση ΗΠΑ – Ρωσίας, με διακύβευμα την Ουκρανία, όπου το εκκλησιαστικό αποτελεί μια σημαντική πτυχή της, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να βρίσκεται σε εξέλιξη ανοικτός πόλεμος στην παγκόσμια Ορθοδοξία
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανέκαθεν απασχολούσε ιδιαίτερα τις τουρκικές ηγεσίες και τους αναλυτές. Τώρα, με την κλιμάκωση της ρήξης στους κόλπους της Ορθοδοξίας, μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Μόσχας, τα βλέμματα στη γειτονική χώρα πέφτουν στο Φανάρι, αλλά και στις κινήσεις που κάνει η Ρωσία.
Ως γνωστόν, η Άγκυρα αμφισβητεί την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου και γι’ αυτό το χαρακτηρίζει «Ρωμαίικο Πατριαρχείο Φαναρίου». Την πρωτοκαθεδρία, αλλά και την οικουμενικότητα του Πατριαρχείου, αμφισβητεί ολοένα περισσότερο ανοικτά και η Μόσχα. Ωστόσο, ο Οικουμενικός Πατριάρχης τυγχάνει της υποστήριξης των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Πρόσφατα, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέϊ Λαβρόφ, ίσως για πρώτη φορά τόσο ανοικτά, κατήγγειλε τον Οικουμενικό Πατριάρχη ότι «τα πήρε» από τους Αμερικανούς για να αποδώσει την αυτοκεφαλία στην ουκρανική «Εκκλησία», την οποία η Μόσχα θεωρεί σχισματική.
Και μόνο οι αυξανόμενοι τόνοι της ρωσικής επιθετικής ρητορικής έναντι του Βαρθολομαίου, δείχνουν ότι η ρήξη δεν πρόκειται να τελειώσει σύντομα. Κάτι που, πιθανώς, να έχει σοβαρές συνέπειες για την Ορθοδοξία, παγκοσμίως, γενικότερα, και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ειδικότερα.
Η τουρκική στάση
Μένει να φανεί, επίσης, εάν από την «εκκλησιαστική αντιπαράθεση» Κωνσταντινούπολης – Μόσχας, πίσω από την οποία στην πραγματικότητα βρίσκεται η μεγάλη γεωπολιτική διαμάχη ΗΠΑ-Ρωσίας, θα πληγεί και η θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου εντός της Τουρκίας.
Παρά τις ιδιόμορφες -και λεπτών ισορροπιών- σχέσεις Φαναρίου – Άγκυρας, οι τουρκικές ηγεσίες, ενδεχομένως, να βλέπουν θετικά το «ψαλίδισμα» του Βαρθολομαίου. Δίχως, βέβαια, κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι, στο όνομα της λυκοσυμμαχίας Άγκυρας – Μόσχας, η Τουρκία είναι διατεθειμένη να προσφέρει στο πιάτο ό,τι επιθυμεί η Ρωσία.
Πάντως, δεν είναι λίγες φορές που το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει βρεθεί ανοικτά στο στόχαστρο ακραίων εθνικιστικών κύκλων της Τουρκίας, πίσω από τους οποίους συνήθως βρίσκονται κρατικά και παρακρατικά «ευαγή ιδρύματα».
Κόντρα για το Ουκρανικό
Ο καθηγητής Πανεπιστημίου, Ισμαήλ Σαχίν (İsmail Şahin), με αφορμή τη διαμάχη Ρωσίας-Ουκρανίας, την ανεξαρτητοποίηση της ουκρανικής Εκκλησίας, την κίνηση του Πατριαρχείου Μόσχας να σταματήσει τις σχέσεις με το Ανατολικό Ορθόδοξο Πατριαρχείο της Αλεξανδρείας, το οποίο, όπως γράφει, αμέσως μετά το Φανάρι, αναγνώρισε την ουκρανική Εκκλησία, στο κείμενό του στην εφημερίδα, Star, διερωτάται «που θα οδηγήσει η διαμάχη μεταξύ των Πατριαρχείων;».
Μάλιστα, με αφορμή την ίδρυση μιας νέας ρωσικής Ορθόδοξης Εξαρχίας στην περιοχή δικαιοδοσίας του Ανατολικού Ορθόδοξου Πατριαρχείου της Αλεξάνδρειας και την απόσπαση από το Πατριαρχείο της Μόσχας 102 θρησκευτικών λειτουργών από 8 κράτη της Αφρικής, παρατηρεί ότι βγήκε στην επιφάνεια ένα ακόμη βαθύ ρήγμα στην Ορθόδοξη διαίρεση.
Μάχη για την κυριαρχία
Στην περίοδο Πούτιν, σημειώνει ο ίδιος, η αντιπαλότητα Μόσχας – Κωνσταντινούπολης εντάθηκε. Στην πραγματικότητα, η αντιπαλότητα είναι τόσο θρησκευτική όσο και πολιτική. Αποτελεί μάχη για επικράτηση.
Η Ρωσία έχει ως στόχο, δια της τακτικής της ήπιας δύναμης (soft power), να ενισχύσει τη σφαίρα επιρροής της μέσω του Πατριαρχείου Μόσχας.
Από την άλλη, ΗΠΑ και ΕΕ, έχοντας αντιληφθεί την κατάσταση, φαίνεται να στηρίζουν το Ρωμαίικο Πατριαρχείο Φαναρίου προκειμένου να ισορροπήσουν την ισχύ της Ρωσίας στον Ορθόδοξο χριστιανικό κόσμο και να περιορίσουν τη σφαίρα επιρροής της.
Οικουμενικότητα
Το γεγονός ότι οι Δυτικές δυνάμεις παίρνουν θέση υπέρ της Κωνσταντινούπολης, αντί της Μόσχας, κάνει τη Ρωσία να αισθάνεται άβολα.
Αυτή η πολιτική ανησυχία απορρέει και από το ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ στηρίζουν ανοικτά τις οικουμενικές βλέψεις – ισχυρισμούς του Ρωμαίικου Πατριαρχείου Φαναρίου.
Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει το Πατριαρχείο Μόσχας, η δικαιοδοσία του Ρωμαίικου Πατριαρχείου Φαναρίου περιορίζεται στις περιοχές της Ασίας (Αττάλεια, Έφεσος) στη Θράκη και στον Πόντο, ενώ οι ισχυρισμοί κυριαρχίας του σε άλλα εδάφη δεν ισχύουν.
Είναι οφθαλμοφανές ότι η Μόσχα απορρίπτει ανοικτά τους ισχυρισμούς περί οικουμενικότητας της Κωνσταντινούπολης.
Σύμφωνα με τη Ρωσία, αναφέρει ο Τούρκος καθηγητής, μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων, το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης καταχράστηκε την αποδυνάμωση του Πατριαρχείου Μόσχας και με τη στήριξη των Δυτικών δυνάμεων έδεσε στο άρμα της -ξεπερνώντας τις δικαιοδοσίες της- τις εκτός του Ανατολικού μπλοκ Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Επιπρόσθετα, μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, όταν οι χώρες του Ανατολικού μπλοκ πέρασαν στο Δυτικό, το Πατριαρχείο Φαναρίου, όπως το χαρακτηρίζει ο συντάκτης του κειμένου, αποπειράθηκε να εντάξει στη δικαιοδοσία του τις Ορθόδοξες Εκκλησίες που λειτουργούν σε αυτά τα εδάφη.
Όλα αυτά φάνηκε πως οδήγησαν τη Μόσχα στην άποψη ότι η Δύση και το Πατριαρχείο Φαναρίου έχουν εγκαθιδρύσει μια μη-θεολογική στρατηγική συνεργασία.
Συρία – Μέση Ανατολή
Δεν είναι, επίσης, μυστικό, συνεχίζει ο Τούρκος καθηγητής, ότι η Μόσχα προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη θρησκευτική και πολιτική επιρροή της Ορθοδοξίας τόσο στον αγώνα της για να οικοδομήσει μια εθνική ταυτότητα στη Ρωσία, όσο και για να αποκτήσει γεωπολιτική δύναμη.
Είναι γνωστές, για παράδειγμα, οι θερμές σχέσεις της Μόσχας με το Πατριαρχείο Αντιοχείας, η δικαιοδοσία του οποίου εκτείνεται στη Συρία, Λίβανο, Ιράκ και τις ανατολικές περιοχές της Τουρκίας. Υπολογίζεται πως η Εκκλησία της Αντιόχειας έχει περίπου ένα εκατομμύριο μέλη και σχεδόν το μισό του πληθυσμού αυτού είναι Σύροι πολίτες.
Το γεγονός ότι η Ρωσία, από το 2015, έχει εκφράσει τις έντονες ανησυχίες της για τους Χριστιανούς της Συρίας και σε σταθερή βάση επαναλαμβάνει πως θα κινητοποιήσει όλες τις δυνάμεις της για να προστατεύσει τον χριστιανικό πληθυσμό στη Μέση Ανατολή, φανερώνει ότι η Μόσχα παίζει το χαρτί της Ορθοδοξίας στη Μέση Ανατολή γενικότερα, και στη Συρία ειδικότερα.
Η Ρωσία και το Πατριαρχείο Αντιοχείας έχουν έρθει κοντά λόγω των κοινών συμφερόντων τους στη Συρία. Το Πατριαρχείο Αντιοχείας, μάλιστα, είναι ιδιαίτερα ικανοποιημένο με την προστασία που παρέχει η Ρωσία στον χριστιανικό πληθυσμό στη Συρία.
Το Πατριαρχείο Αντιοχείας, επίσης, είναι από τους θρησκευτικούς θεσμούς που αντέδρασαν περισσότερο από όλους στην ανεξαρτητοποίηση της ουκρανικής Εκκλησίας.
Η Ρωσία προβάλλει ως βασικό λόγο της παρουσίας της στη Συρία ότι «αποτελεί ανάχωμα στη γενοκτονία των Χριστιανών». Στα μάτια των Χριστιανών της Συρίας κάτι τέτοιο μπορεί να προσδίδει ηθικό περιεχόμενο στις ρωσικές κινήσεις. Από την άλλη, βέβαια, ο Δυτικός κόσμος, αναφερόμενος στη σχέση Πούτιν – Άσσαντ, κάνει λόγο για «φιλία αυταρχικών ηγετών».
«Οικουμενική» ρωσική Εκκλησία;
Όπως και να’ χει, φαίνεται ότι το Κρεμλίνο χρειάζεται τη δύναμη της προπαγάνδας του Πατριαρχείου Μόσχας και των άλλων Εκκλησιών, προκειμένου να νομιμοποιήσει την εξωτερική του πολιτική.
Επίσης χρειάζεται και μια ιδεολογία έναντι της Δύσης. Διότι το ιδεολογικό κενό που προέκυψε με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ είναι σοβαρό.
Το Κρεμλίνο, λοιπόν, δεν αποκλείεται να πιστεύει ότι έχει τη δυνατότητα να καλύψει το κενό, προωθώντας το σχέδιο μετατροπής της ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας σε «παγκόσμια».
Η Ορθοδοξία μπορεί να έχει κεντρικό ρόλο στη νέα ρωσική ταυτότητα. Εκτός αυτού, όλα όσα εξυφαίνονται με πυρήνα την Ορθοδοξία, μπορούν να προσφέρουν στη Ρωσία σημαντικές ευκαιρίες για τη γεωπολιτική ανάκαμψή της.
Λαμβάνοντας υπόψη:
-το άνοιγμα της μεγαλύτερης Ορθόδοξης εκκλησίας της Κεντρικής Ασίας, στο Μπισκέκ, την πρωτεύουσα της Κιργιζίας,
-την προσπάθεια της Ρωσίας να προσδέσει στο άρμα της τις Εκκλησίες της Αφρικής
-και τελικά τις αιτιάσεις της Ρωσίας σχετικά με παρέμβαση στις βαλκανικές χώρες μέσω της σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας,
καθίσταται κατανοητή η σημασία της φράσης του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών, Σ.Λαβρόφ, ότι «η Εκκλησία και το υπουργείο Εξωτερικών βαδίζουν χέρι-χέρι» (!).