Στον αέρα βρίσκονται οι γονείς με τα δίδακτρα των ιδιωτικών σχολείων, καθώς φαίνεται ότι η ρύθμιση του υπουργείου Παιδείας είναι στο κενό.
Αντιμέτωποι με την σκληρή πραγματικότητα βρίσκονται χιλιάδες γονείς για τα δίδακτρα των ιδιωτικών σχολείων, παρά τη σχετική ρύθμιση του υπουργείου Παιδείας, η οποία στην πράξη δείχνει κενή.
Χιλιάδες γονείς που βρέθηκαν με το επίδομα των 800 ευρώ ή ακόμη και χωρίς αυτό καλούνται να πληρώσουν τα δίδακτρα στα ιδιωτικά σχολεία με τις αποφάσεις που παίρνουν τα ίδια τα σχολεία.
Μάλιστα μόλις χθες μεγάλο σχολείο έστειλε τα δίδακτρα στους γονείς με μια έκπτωση κάτω του 10%.
Η αρχική εντύπωση που είχε δημιουργηθεί είναι ότι με την παρέμβαση του υπουργείου Παιδείας θα υπάρξει διαπραγμάτευση των γονέων με τα σχολεία αν παρέχουν τηλεκπαίδευση. Βέβαια ακόμα και η έννοια της τηλεκπαιδευσης δεν προσδιορίζεται ακριβώς και έτσι το πεδίο μένει ελεύθερο…
Μάλιστα όπως φαίνεται από την ανάρτηση που έχει κάνει η ΟΙΕΛΕ: «Λόγω της έκτασης που έχει πάρει στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της καταβολής των διδάκτρων και η οικονομική εκτίμηση της τηλεκπαίδευσης, συχνά μάλιστα με υποτίμηση του δύσκολου έργου των εκπαιδευτικών, ο δικηγόρος-εργατολόγος κ. Γ. Μελισσάρης εξέδωσε γνωμοδότηση βάσει της σχετικής ΚΥΑ οικ. 14199/249 (ΦΕΚ Β 1217/8.4.2020) και του άρθρου πεντηκοστού τρίτου της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 13-4-2020 (ΦΕΚ Α’ 84/13-4-2020).
Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, η παροχή υπηρεσιών τηλεκπαίδευσης δεν γεννά ευθεία αξίωση αναπροσαρμογής διδάκτρων, διότι συνοπτικά:
Στο Ν. 3279/2004 (νομοθεσία για τα δίδακτρα) δεν προβλέπεται ουδεμία περίπτωση αναπροσαρμογής προς τα κάτω των διδάκτρων (αφού δεν είναι νοητή η μη εφαρμογή του υποχρεωτικού προγράμματος) παρά μόνο προς τα πάνω (π.χ. στην περίπτωση προσθήκης υποχρεωτικού μαθήματος).
Η εκπαίδευση εξ αποστάσεως και οι «εργατοώρες» που απαιτούνται για το σχεδιασμό, την προετοιμασία και την ουσιαστική εκδίπλωση ενός εξ αποστάσεως μαθήματος είναι πολλαπλάσιες σε σύγκριση με τα συμβατικά μαθήματα σε καθεστώς κανονικότητας, χωρίς μάλιστα να λάβουμε υπόψη και τον πρόσθετο φόρτο λόγω του επείγοντος, έκτακτου κι αιφνιδιαστικού χαρακτήρα που είχε το όλο εγχείρημα.
Η διάταξη της ΚΥΑ που κάνει λόγο για «κατ’αναλογία παρεχομένης υπηρεσίας τηλεκπαίδευσης» με την ενδεχόμενη συμφωνία για αναπροσαρμογή διδάκτρων, δεν αποτελεί έναν πλήρη κανόνα δικαίου («lex perfecta») αλλά είναι σαφέστατα ένας μη αυτοτελής κανόνας δικαίου, δηλ. μία λεγόμενη ατελής νομική διάταξη («lex imperfecta») καθώς δεν περιλαμβάνει ουδεμία κύρωση και η παράβασή της δεν συνεπάγεται ούτε ακυρότητα ούτε άλλου είδους ποινή (ποινική, χρηματική κλπ.). Για το λόγο αυτό άλλωστε δεν επαναλήφθηκε στη, μεταγενεστέρως εκδοθείσα, Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που εξειδίκευσε τις συνέπειες των λοιπών περιπτώσεων της ανωτέρω ΚΥΑ.
Επομένως, τυχόν αναπροσαρμογή διδάκτρων εναπόκειται καθαρά σε διαπραγμάτευση των δύο μερών, δεν έχει όμως υποχρεωτικό χαρακτήρα».
«Στο ερώτημα αν με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 2 της ΚΥΑ οικ. 14199/249 (ΦΕΚ Β 1217/8.4.2020) « Μέτρα στήριξης εργαζομένων και επιχειρήσεων – εργοδοτών πάσης φύσεως εκπαιδευτικών δομών του ιδιωτικού τομέα, στους οποίους έχει επιβληθεί το μέτρο της προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας με εντολή δημόσιας αρχής για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού COVID-19. Εξ αποστάσεως εργασία (τηλεκπαίδευση/τηλεκατάρτιση) εκπαιδευτικών και λοιπές διατάξεις» και του άρθρου πεντηκοστού τρίτου της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 13-4-2020 (ΦΕΚ Α’ 84/13-4-2020) «Μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19 και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις», γεννάται το δικαίωμα των υποχρέων καταβολής διδάκτρων να αξιώσουν από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις εκμετάλλευσης ιδιωτικών σχολείων, φροντιστηρίων και λοιπών συναφών δομών εκπαίδευσης, την αναλογική μείωση των καταβλητέων διδάκτρων ή τον συμψηφισμό των καταβληθέντων με μελλοντικά οφειλόμενα, παρά την παροχή υπηρεσιών τηλεκπαίδευσης εκ μέρους της επιχείρησης και των εκπαιδευτικών-εργαζομένων αυτής, η απάντηση είναι, κατά την άποψή μου, ΑΡΝΗΤΙΚΗ», αναφέρεται χαρακτηριστικά.