Ποια είναι η πλέον σώφρων πολιτική για τη Λευκωσία; Να ασκήσει τέτοιαν αξιόπιστη, σοβαρή, ξεκάθαρη και διεκδικητική πολιτική ώστε να γίνει σεβαστή, ανεκτή και αποδεκτή από τους Μεγάλους ως ομοτράπεζος στις όποιες συναλλαγές συμφερόντων τους.
Αυτά προϋποθέτουν μακράς πνοής συγκροτημένη στρατηγική με ξεκάθαρους στόχους και απόρριψη της τουρκοδιζωνικής, ισχυρή άμυνα και οικονομία.
Η κρίση του Σουέζ (1956) σηματοδότησε δύο σημαντικά γεγονότα. Πρώτον, την οριστική κατάρρευση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Δεύτερον, την επίσημη, πλέον, επιβολή των Ην. Πολιτειών ως της κυρίαρχης δύναμης στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και του Περσικού Κόλπου. Η Κύπρος, τότε, ήταν υπό βρετανική κατοχή.
Τον περ. Δεκέμβριο 2019, νομοσχέδιο με τίτλο: «Νόμος για την εταιρική σχέση ασφάλειας και ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο», που είχαν καταθέσει στην αμερικανική Γερουσία ο Δημοκρατικός Ρόμπερτ Μενέντεζ με τον Ρεπουμπλικανό Μάρκο Ρούμπιο και στη Βουλή ο Ρεπουμπλικανός Κώστας Μπιλιράκης με τον Δημοκρατικό Ντέιβιντ Σιτσιλίνε, έγινε νόμος. Δι’ αυτού, οι ΗΠΑ στηρίζουν «την τριμερή εταιρική σχέση του Ισραήλ, της Ελλάδας και της Κύπρου μέσω πρωτοβουλιών συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας και της άμυνας, συμπεριλαμβανομένης της άρσης του εμπάργκο στις μεταφορές όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία».
Το πιο πάνω νομοσχέδιο εμφανώς ενόχλησε τη Μόσχα διότι ζητείται από τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ «να υποβάλει στις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου, μέσα σε 90 μέρες από την έναρξη της ισχύος του νόμου, έκθεση που αφορά την κακοήθη επιρροή της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο, την Ελλάδα και το Ισραήλ, από την 1η Ιανουαρίου 2017».
Στις 2.7.2019, ανακοίνωση του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών υπογράμμιζε: «Θεωρούμε οποιεσδήποτε προσπάθειες να τεθεί μια ανεξάρτητη και κυρίαρχη χώρα (η Κύπρος) ενώπιον τεχνητών διλημμάτων με ποιον θέλει να είναι -είτε με τη Μόσχα, είτε την Ουάσιγκτον- ως κατάφωρη παραβίαση όλων των κανόνων. Σε περίπτωση έγκρισης του εγγράφου αυτού πρόθεση είναι να λάβουμε σοβαρά υπόψη στη δική μας γραμμή εξωτερικής πολιτικής, τις επιπτώσεις του».
Την περ. Κυριακή (23.2.2020), σε συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο», ο πρέσβης της Ρωσίας, Στανισλάβ Β. Οσάτσι, επανέλαβε ξανά την ενόχληση της χώρας του όχι μόνο για τις στενές σχέσεις της Κύπρου με τις ΗΠΑ αλλά, ειδικά, για τον νόμο Μενέντεζ-Ρούμπιο:
«Μας προκαλεί ανησυχία ο εγκριθείς πρόσφατα νόμος στις ΗΠΑ αναφορικά με τη συνεργασία στους τομείς της ενέργειας και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και συγκεκριμένα κάποιες πρόνοιές του, που προνοούν την αντιμετώπιση σε κάποια ‘αρνητική δραστηριότητα’ της χώρας μου στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο λόγος γίνεται, μεταξύ άλλων, για την απαίτηση της Ουάσινγκτον προς την Κύπρο, ως ‘αντάλλαγμα’ για καλύτερη στάση προς τη Λευκωσία, την απαγόρευση της εισόδου ρωσικών πολεμικών πλοίων στα κυπριακά λιμάνια».
Με βάση τα πιο πάνω και τον διαρκώς εντεινόμενο εναγκαλισμό της Κύπρου από τον αμερικανικό αετό, τίθεται ξανά ένα καίριο και διαχρονικής σπουδαιότητας και κρισιμότητας ερώτημα: Μέσα στο άναρχο διεθνές και περιφερειακό σύστημα, η Κυπριακή Δημοκρατία είναι σε θέση να επιλέξει στρατόπεδο, με ποια ανταλλάγματα και ποιες επιπτώσεις στα συμφέροντά της;
Ρεαλιστικά αναλύοντας τα γεωπολιτικά, στρατηγικά, περιφερειακά και ενεργειακά δεδομένα και συγκρούσεις συμφερόντων, η απάντηση είναι αρνητική.
– Πρώτον, διότι κάθε φορά που πολεμούν ο αμερικανικός και ο ρωσικός ελέφαντας, συχνά υποφέρει το κυπριακό χορτάρι.
– Δεύτερον, οι ΗΠΑ ενέταξαν την Κύπρο στη δυτική σφαίρα επιρροής. Η Μόσχα το γνωρίζει αλλά διεκδικεί ρόλο, αν ληφθούν υπόψη η παρουσία 50.000 και πλέον Ρώσων, οι τεράστιες επιχειρηματικές και επενδυτικές δραστηριότητές τους, η παροχή διευκολύνσεων στον ρωσικό στόλο και η ρωσική πολιτική στο Κυπριακό.
– Τρίτον, η Κύπρος νομιμοποιείται να ασκεί σφοδρή κριτική στις ΗΠΑ και στη Ρωσία. Η Ουάσιγκτον συνήργησε στο πραξικόπημα και ανέχθηκε την τουρκική εισβολή. Η Μόσχα ήταν η πρώτη που υπέβαλε την ιδέα τής ομοσπονδίας διά του Γκρομύκο, το 1965, με αποτέλεσμα να εξαγριωθεί το σταλινικό ΑΚΕΛ.
– Τέταρτον, οι ΗΠΑ επιμένουν να θεωρούν την Τουρκία πολύτιμο ΝΑΤΟϊκό σύμμαχο, παρά τις προσβολές Ερντογάν και την προσκόλλησή του στον Πούτιν. Δεν θα την δωρίσουν στη Μόσχα. Σε περίπτωση που η Τουρκία αποτολμήσει οτιδήποτε εναντίον της Κύπρου, δεν θα την εμποδίσουν.
– Πέμπτον, η Μόσχα εναγκαλίστηκε τον Ερντογάν για λόγους οικονομικούς, ενεργειακούς, στρατηγικούς αλλά, προπάντων, για να υπονομεύσει την Ατλαντική Συμμαχία. Τα συμφέροντά της με την Τουρκία είναι απείρως σημαντικότερα από την ανέξοδη υποστήριξη στη μικρή Κύπρο.
– Έκτον, η Τουρκία δεν πρόκειται να γίνει πλανητική αλλ’ ίσως μετατραπεί σε περιφερειακή δύναμη, ικανή να συναλλάσσεται επωφελώς με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Πώς η Τουρκία θα εκτιναχθεί σε περιφερειακή δύναμη; Πρώτα με την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας διά της τουρκοδιζωνικής και διά της κατακρεούργησης των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο και στην Αν. Μεσόγειο.
Ποια είναι η πλέον σώφρων πολιτική για τη Λευκωσία; Να ασκήσει τέτοιαν αξιόπιστη, σοβαρή, ξεκάθαρη και διεκδικητική πολιτική ώστε να γίνει σεβαστή, ανεκτή και αποδεκτή από τους Μεγάλους ως ομοτράπεζος στις όποιες συναλλαγές συμφερόντων τους. Αυτά προϋποθέτουν μακράς πνοής συγκροτημένη στρατηγική με ξεκάθαρους στόχους και απόρριψη της τουρκοδιζωνικής, ισχυρή άμυνα και οικονομία, υψηλό αίσθημα φιλοπατρίας, ενότητα λαού και ηγεσίας και, απαραίτητα, αξιόπιστη, σοβαρή και πατριωτική ηγεσία.
Σάββας Ιακωβίδης
simerini