Ξεκίνησε ως ο εκλογικός νόμος που θα υπερψηφιζόταν από το «μέτωπο ΝΔ-ΚΙΝΑΛ» και κατέληξε ως το νομοθέτημα που ψηφίστηκε από κοινού μόνον τα κόμματα του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Κυριάκου Βελόπουλου. Στην παρούσα συγκυρία αυτό μπορεί να σημαίνει πολλά, μπορεί να μην σημαίνει και τίποτα. Προοπτικά ωστόσο, οι διακομματικές συγκλίσεις και αποκλίσεις που σημειώθηκαν στην προεδρική εκλογή και στον νέο εκλογικό νόμο μπορεί να αφήσουν ενδιαφέρουσες υποθήκες για τις εξελίξεις σε πραγματικό εκλογικό χρόνο – είτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέξει να αιφνιδιάσει και επιχειρήσει να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο της διπλής κάλπης έως το επόμενο φθινόπωρο, είτε εξαντλήσει την τετραετία όπως επανέλαβε χθες από το Νταβός.
To πρώτο στοιχείο που καταγράφεται στην Κουμουνδούρου, χωρίς επί του παρόντος να αξιολογείται αλλά ούτε και να αγνοείται, είναι η απόφαση του Κινήματος Αλλαγής να μην υπερψηφίσει τελικά τον εκλογικό νόμο Θεοδωρικάκου που δίνει μπόνους 50 εδρών στο πρώτο κόμμα και αυτοδυναμία – κατά τους εκλογικούς αναλυτές του ΣΥΡΙΖΑ – με ένα ποσοστό κοντά στο 36% με 36,5%.
Η απόφαση αυτή αθροίζεται πολιτικά και με άλλες κινήσεις του ΚΙΝΑΛ προς «απογαλακτισμό, ή μερικό έστω απογαλακτισμό» όπως λέει χαρακτηριστικά στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, από το μέτωπο με την ΝΔ – κινήσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η χθεσινή καταψήφιση του επίμαχου άρθρου 50 (για την εξομοίωση πτυχίων κολλεγίων και ΑΕΙ) στο κυβερνητικό νομοσχέδιο για την Παιδεία.
Το δεύτερο στοιχείο που επισημαίνεται από την Κουμουνδούρου είναι η αλλαγή πλεύσης της «Ελληνικης Λύσης». Το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου, ενώ αρχικά είχε εκφράσει επιφυλάξεις έως και αρνητική στάση για τον νέο εκλογικό νόμο χθες γνωστοποίησε τελικά την απόφασή του να τον υπερψηφίσει. Είναι μάλλον προφανές πως ο Κυριάκος Βελόπουλος – εάν και εφόσον καταφέρει να ξαναμπεί στην Βουλή- βλέπει εαυτόν ως πιθανό κυβερνητικό εταίρο. Ενδεχομένως να πρόκειται για απλούς, ευσεβείς ή… μη, πόθους αλλά το πολιτικό μήνυμα που διαβάζεται εδώ από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι η εικόνα μιας ΝΔ με εν δυνάμει σύμμαχο ένα συνονθύλευμα της άκρας και εθνικιστικής δεξιάς. Και, επίσης προφανώς, πρόκειται για μια εικόνα που δεν ευνοεί το αφήγημα και το στρατηγικό σχέδιο Μητσοτάκη να διεμβολίσει το κέντρο και την κεντροαριστερά και να επαναπροσδιορίζει την ΝΔ ως ένα κόμμα της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς. Αντιθέτως, ευνοεί την διαχωριστική γραμμή που επιχειρεί να χτίσει ο Αλέξης Τσίπρας μεταξύ προοδευτικού και συντηρητικού τόξου με βασικό εκφραστή του κέντρου και της κεντροαριστεράς τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στις τελευταίες εκλογές, τον Ιούλιο, το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων ήταν 8,08%. Εάν στις επόμενες εκλογές, όπως λέει στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ με μεγάλη εμπειρία στις εκλογικές αναλύσεις και μετρήσεις, το ποσοστό αυτό πέσει ακόμη και στο 5% με 6% η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος παραμένει οριακό ζητούμενο. Και εξηγεί ότι με τον νόμο Θεοδωρικάκου ένα ποσοστό 38% για το πρώτο κόμμα κι ένα 6% για τα κόμματα εκτός Βουλής δίνει 149 έδρες, ενώ με τον προηγούμενο νόμο έδινε αυτοδυναμία με 151 έδρες.
Προσμετρώντας όλα αυτά στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν όντως ρεαλιστικό το ενδεχόμενο να… πέσει η ΝΔ στον «λάκκο» που η ίδια έσκαψε – «στον λάκκο που έσκαψε η ΝΔ για την απλή αναλογική», όπως είπε χαρακτηριστικά αυτή την εβδομάδα ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας. Κοινώς, πιστεύουν όντως ότι το σενάριο των διπλών εκλογών που προωθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να καεί, πριν καεί η απλή αναλογική. Θεωρούν ότι από την πρώτη εκλογική αναμέτρηση, όποτε κι εάν γίνει αυτή, μπορεί να προκύψει προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ – ίσως και του ΜΕΡΑ25, επίσης εάν ξαναβρεθεί στην Βουλή – και να μην υπάρξει δεύτερη προσφυγή στις κάλπες με τον νόμο Θεοδωρικάκου.
Προκειμένου βεβαίως να συμβεί αυτό πρέπει να αποκατασταθούν οι δίαυλοι επικοινωνίας και να χτιστούν στρατηγικές γέφυρες μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ. Και σ’ αυτήν την κατεύθυνση οι πληροφορίες θέλουν τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα να αναλαμβάνει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες αμέσως μετά το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ μετά το Πάσχα.