Το πολιτικό πόκερ πίσω από την εκλογή Σακελλαροπούλου

Η όγδοη Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην εποχή της Μεταπολίτευσης ψηφίστηκε σήμερα στην Βουλή με ευρεία πλειοψηφία. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου θα εκλεγεί εξελέγη από την πρώτη ψηφοφορία συγκεντρώνοντας 261 ψήφους.

Πρόκειται για μια εκλογή που έχει δυναμική σημαντικού σταθμού στην πορεία προς τις επόμενες εθνικές κάλπες, όχι γιατί η κυρία Σακελλαροπούλου είναι η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ούτε απαραιτήτως διότι δεν αποτελεί κομματική επιλογή. Το εάν θα είναι, άλλωστε, καλή ή όχι Πρόεδρος θα το δείξει μόνον η θητεία της.

Η εκλογή της όμως σηματοδοτεί ήδη ένα πρώτο σημείο καμπής για το πολιτικό σύστημα, για τον επαναπροσδιορισμό του διπόλου ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ και για την μεγάλη αναμέτρηση μεταξύ των δύο κομμάτων στον χώρο του κέντρου.

Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη η υποψηφιότητα Σακελλαροπούλου ήταν η οδός για να προχωρήσει στην επόμενη φάση της την στρατηγική «μετασχηματισμού» της ΝΔ και της τελικής αποδέσμευσης από τις «σκιές» του Σαμαρά και του Καραμανλή. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, πρόσωπο προερχόμενο από τον προοδευτικό, κεντρώο χώρο ήταν το επόμενο βήμα στην κυβερνητική διεύρυνση που άρχισε να επιχειρεί μετά τις εκλογές με την υπουργοποίηση προσώπων που φέρουν βαριά την σφραγίδα του εκσυχγρονιστικού ΠΑΣΟΚ όπως ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης, ο Κυριάκος Πιερρακάκης και η Λίνα Μενδώνη.

Κατά κάποιους είναι η επιχείρηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ενσωματώσει και να αφομοιώσει στην ΝΔ το «πολιτικό κλαμπ Σημίτη». Κατά την προφανή επίσης ερμηνεία είναι ο πλέον πρόσφορος δρόμος για να διεμβολίσει το Κίνημα Αλλαγής αποσπώντας του οριστικά την εκσυγχρονιστική συνιστώσα.

Σε κάθε περίπτωση όμως, είναι κυρίως μια στρατηγική που – είτε μέσω της διεύρυνσης, είτε μέσω τακτικών συναινέσεων – έχει ως πρώτο στόχο την μετατόπιση της πολιτικής φυσιογνωμίας και της ταυτότητας της ΝΔ στον χώρο του λεγόμενου φιλελεύθερου κέντρου και την αποκόλλησή της τόσο από την σκληρή δεξιά του Αντώνη Σαμαρά όσο και από την καραμανλική «λαϊκή δεξιά». Κατά την ανάλυση του προεδρικού επιτελείου της ΝΔ αυτή είναι και η μοναδική οδός για να διεκδικήσει το κόμμα στις επόμενες εθνικές κάλπες ένα εκλογικό ποσοστό πάνω από το 35% – 36%, καθώς εκτιμάται πως η σκληρή εκλογική βάση της συντηρητικής παράταξης δεν ξεπερνά το 28% ή, με τις πλέον ευνοϊκές συνθήκες το 30%.

Σε εμφανή όμως λογική συγκοινωνούντων δοχείων, υπάρχει κι ένας δεύτερος στόχος ο οποίος είναι η μετατόπιση από ένα κόμμα είτε «του Σαμαρά», είτε «του Καραμανλή», στο νέο «κόμμα Μητσοτάκη».

Πρόκειται για έναν στόχο όχι εύκολο. Οι καραμανλικοί δεν θα χωνέψουν εύκολα την μη ανανέωση της θητείας Παυλόπουλου, ο Νικήτας Κακλαμάνης έστειλε ήδη δημοσίως το μήνυμα της δυσφορίας, κι ο Αντώνης Σαμαράς έδειξε τις δικές του προθέσεις του με την σημερινή απουσία του από την ψηφοφορία για την Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Και με την συνέντευξη του σε παραταξιακή εφημερίδα στην οποία – πλην όλων των άλλων – έσπευσε να υπενθυμίσει πως ο ίδιος στήριξε σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις τον Κυριάκο Μητσοτάκη, έδειξε πως δεν θα αποδεχθεί εύκολα το πολιτικό του τέλος.

Στην άλλη όχθη, για τον Αλέξη Τσίπρα, η θετικής ψήφος στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου ήταν μια υπερβατική άσκηση συναίνεσης. Ο ίδιος δεν είχε δισταγμούς εξ αρχής, δεν ισχύει όμως το ίδιο για όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Και τούτο όχι γι αυτό καθαυτό το πρόσωπο της υποψήφιας Προέδρου που είναι αποδεκτό ακόμη και στον κομματικό μηχανισμό της Κουμουνδούρου, αλλά για το εάν έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ να εμφανιστεί ότι ακολουθεί την «ατζέντα Μητσοτάκη».

Η απάντηση Τσίπρα στους προβληματισμούς αυτούς δόθηκε στην χθεσινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας με το μήνυμα ότι «θα ψηφίσουμε την Κατερίνα Σακελλαροπούλου με μια θέση καθαρή, χωρίς «ναι μεν αλλά». Και εκπορεύεται από την πεποίθηση του Αλέξη Τσίπρα ότι δεν είναι εκείνος, αλλά ο Κυριακος Μητσοτάκης που μετατοπίζεται στις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ – είτε πρόκειται για μια προοδευτική υποψηφιότητα για την Προεδρία της Δημοκρατίας, είτε για την προσέγγιση της κυβέρνησης σε εθνικά θέματα όπως η συμφωνία των Πρεσπών ή η προσφυγή στην Χάγη.

Σύμφωνα με συνομιλητές του, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί επίσης ότι η στάση αυτή επιδεικνύει συνέπεια και πολιτική ωριμότητα που «μετράει» στον μετριοπαθή κεντροαριστερό χώρο και ευνοεί το άνοιγμα και την διεύρυνση του κόμματος. Οσο για την παράλληλη επιχείρηση διείσδυσης του Κυριάκου Μητσοτάκη στον ίδιο χώρο, στην Κουμουνδούρου εκτιμούν ότι θα ανασχεθεί «από την ίδια την ζωή και την πολιτική της κυβέρνησης» στο πεδίο της οικονομίας όπου οι προεκλογικές δεσμεύσεις και υποσχέσεις προς την μεσαία τάξη παραμένουν κενές. Κι εκεί, ειδικά στην οικονομία, είναι δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προτίθεται να προσφέρει στο εξής καμία ανοχή και συναίνεση…

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.