O Κώστας Σημίτης επέλεξε την πιο κρίσιμη ίσως στιγμή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά την νύχτα των Ιμίων για να πει, με ένα πρωτοσέλιδο άρθρο στα «ΝΕΑ», ότι «για όλα φταίει ο Καραμανλής». Το «όλα» αναφέρεται στην τρέχουσα κλιμάκωση της έντασης με την Αγκυρα και η ευθύνη που αποδίδεται στον Κώστα Καραμανλή είναι πως δεν υπερασπίστηκε και δεν προχώρησε την εθνική πολιτική του Ελσίνκι. Ο ίδιος ο Κώστας Σημίτης, μετά τα υψηλά πολιτικά μποφόρ που προκάλεσε το άρθρο, επιχείρησε να αποποιηθεί τον τίτλο της εφημερίδας με μια διευκρινιστική δήλωση: «Το σημερινό μου άρθρο», είπε, «στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ έχει τίτλο «μια επιτυχία που δεν ολοκληρώθηκε» και αναφέρεται στη συμφωνία του Ελσίνκι. Προσωπικοί χαρακτηρισμοί για πολιτικούς, όπως εκείνος που αναφέρεται στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας, μου ήταν πάντα ξένοι».
Η αλήθεια όμως είναι πως το είπε -, έστω και με πιο διακριτικό και politically correct τρόπο. Εγραψε, για την ακρίβεια, στο άρθρο του ότι «το αποτέλεσμα της στάσης του 2004 είναι οι σημερινές απειλές και οι εκβιασμοί της Τουρκίας». Η «στάση του 2004» είναι η στάση που κράτησε ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής στην ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών που αποτελούσε συνέχεια της συνόδου και των αποφάσεων του Ελσίνκι. Κι εκεί, κατά τον Κώστα Σημίτη, ο Καραμανλής συναίνεσε στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία χωρίς να έχει πληρωθεί ο όρος που περιελάμβανε η συμφωνία του Ελσίνκι για την διευθέτηση των διαφορών ως προς την έκταση της υφαλοκρηπίδας. Εν ολίγοις, ο Κώστας Σημίτης καταλογίζει στον διάδοχό του στην πρωθυπουργία πως είπε «ναι» στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας χωρίς προηγουμένως να υπάρξει προσφυγή στην Χάγη για το θέμα της υφαλοκρηπίδας.
Οπερ, το ερώτημα δεν είναι εάν, αλλά γιατί είπε το «για όλα φταίει ο Καραμανλής». Και δη, γιατί το είπε τώρα.
Οι θιασώτες της μικροπολιτικής – και όσοι επίσης διαβλέπουν πολιτικές μικρότητες ακόμη και κόντρα στην πολιτική υστεροφημία – δείχνουν την επικείμενη προεδρική εκλογή. Και μιλούν είτε για ξεκαθάρισμα λογαριασμών, είτε για «κάψιμο» χαρτιών και υποψηφιοτήτων στον δρόμο προς την Ηρώδου Αττικού.
Οι καραμανλικοί λένε ότι ο Κώστας Σημίτης επιχειρεί να «ξεπλύνει» τα Ιμια και την επακόλουθη συμφωνία της Μαδρίτης μέσα από την «κολυμβήθρα» του Ελσίνκι. Είναι γνωστό ότι μια μεγάλη μερίδα του πατριωτικού πολιτικού μπλοκ θεωρεί ότι η συμφωνία της Μαδρίτης το 1997 έδωσε νομική υπόσταση στα «τετελεσμένα» των Ιμίων, και πρόσφερε θεσμικό status στις γκρίζες ζώνες αναγνωρίζοντας «ζωτικά τουρκικά συμφέροντα στο Αιγαίο». Και τώρα χρεώνει στον Κώστα Σημίτη προσπάθεια να μετατοπίσει στον Κώστα Καραμανλή την ευθύνη αυτών των «τετελεσμένων» και του τουρκικού αναθεωρητισμού.
Οι πιο ψύχραιμοι, πίσω και πέρα από όλα αυτά, βλέπουν την κλιμάκωση της δημόσιας συζήτησης για την χρησιμότητα ή μη μιας προσφυγής στην Χάγη. Διακρίνουν την συνέχεια ανάμεσα στο χθεσινό άρθρο του Κώστα Σημίτη στα «ΝΕΑ» και σ’ εκείνο που είχε γράψει προεκλογικά στην «Καθημερινή» ζητώντας από την νέα κυβέρνηση να σκεφτεί τις «μη ευχάριστες λύσεις» στα εθνικά θέματα. Και βλέπουν ακόμη, στο νέο άρθρο, απαντήσεις του πρώην πρωθυπουργού στα όσα είχε πει επίσης για τα ελληνοτουρκικά ο Κώστας Καραμανλής τον Οκτώβριο στην Θεσσαλονίκη και στην ομιλία του στην Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών.
Εκεί, είχε προειδοποιήσει για επικείμενη εθνική κρίση, είχε μιλήσει για συστηματική κλιμάκωση από την πλευρά της Τουρκίας και είχε πει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να συρθεί και να επιτρέψει την δημιουργία τετελεσμένων. Για να προσθέσει ότι «η υπεράσπιση των εθνικών μας δικαιωμάτων, παρά τις όποιες συμμαχίες, θα βασιστεί στις δικές μας δυνάμεις».
Κατά την – πάγια – θέση του Κώστα Σημίτη η προσφυγή στην Χάγη παραμένει το «μέσο για την ειρηνική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών», όπως έγραψε και στα «Νέα». Είναι το «όπλο» που μπορεί να υπερβεί, έστω και με «μη ευχάριστες» λύσεις και συμβιβασμούς, την αμυντική και γεωπολιτική υπεροπλία της Τουρκίας. Και να αποτρέψει οριστικά μια άνιση στρατιωτικοποίηση της έντασης.
Κατά την θέση πολλών στελεχών της λαϊκής, πατριωτικής δεξιάς «εάν ποτέ φθάσουμε στην Χάγη, δεν θα φύγουμε από εκεί με την ίδια υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ που έχουμε σήμερα». Πρόκειται για ρεαλιστική θέση – οι αποφάσεις των διεθνών δικαστηρίων κινούνται πάντα σε ποσοστώσεις μικρότερων ή μεγαλύτερων συμβιβασμών. Το ερώτημα όμως εδώ ίσως είναι τι ακριβώς «έχουμε» στην πραγματικότητα σήμερα, πόσο αξιοποιήσιμη είναι με ρεαλιστικούς όρους η γεωπολιτική εμβέλεια του Καστελόριζου και, κυρίως, με ποιο τίμημα δύναται και είναι διατεθειμένη η Ελλάδα να προασπίσει το 100% των δικαίων της…