Τα παράδοξα κυριαρχούν στην πολιτική ζωή του τόπου. Έχουμε, για παράδειγμα, δυο μεγάλα κόμματα, αλλά δεν έχουμε δικομματισμό. Θα είχαμε δικομματικό σύστημα αν τα δυο κόμματα πρότειναν κάτι διαφορετικό για την κοινωνία, την οικονομία, την εξωτερική πολιτική, αλλά δεν προτείνουν. Μητσοτάκης και Τσίπρας πειθαρχούν και οι δυο, μαζί με τα κόμματά τους, στη μνημονιακή γραμμή και στα συμφέροντα Βρυξελλών-Βερολίνου και ΗΠΑ.
Η εθνική ομοψυχία που όψιμα διακηρύσσουν, απέναντι στην Τουρκία οφείλεται στο φόβο τους ότι θα τους καταλογιστούν ευθύνες για εγκατάλειψη των Ενόπλων Δυνάμεων και υπονόμευση του φρονήματος του ελληνικού λαού. Με τις δηλώσεις του ο αρχηγός ΓΕΝ άφησε να εννοηθεί ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις δεν είναι διατεθειμένες να επωμισθούν ευθύνες άλλων.
Στα ελληνοτουρκικά η ΝΔ αποδύεται σε επιχείρηση εθνικής ενότητας για να μην πληρώσει μόνο αυτή παλαιότερες και πρόσφατες αμαρτίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με ομιλία του Αλέξη Τσίπρα, καλεί την κυβέρνηση να ακολουθήσει το παράδειγμά του, εννοώντας, προφανώς, τις “Πρέσπες”. Ο κάθε ψηφοφόρος αναλαμβάνει τις ευθύνες του. Για να μη μιλάμε στον αέρα περί δημοκρατίας, πατρίδας και πατριωτισμού, να ξέρουμε τι εκπροσωπεί ο καθένας και τι θέλουμε ως λαός.
Στην οικονομία υπάρχουν οι συνήθεις υποσχέσεις για ανάπτυξη και η επανάληψη περί επενδύσεων που δεν προκαλούν πλέον ούτε κουρασμένα χαμόγελα όσων έχουν ακόμα κουράγιο να τα ακούνε. Η μόνη μεγάλη πραγματική επένδυση ήταν της COSCO στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, αλλά ματαιώθηκε με απαίτηση των ΗΠΑ.
Οι Αμερικανοί ζητούν από όλους τους συμμάχους τους να ματαιώσουν τις συναλλαγές με τους Κινέζους, αλλά μόνο περιπτώσεις όπως η Ελλάδα υπακούν και μάλιστα χωρίς αντάλλαγμα. Οι επενδύσεις σε καζίνο και ουρανοξύστες στο Ελληνικό, πάνε γάντι σε μια πενόμενη Αθήνα, αρχιτεκτονική επιβεβαίωση της μετατροπής μας σε τριτοκοσμική βιτρίνα. Αλλά ακόμα κι αυτό κάπου φαίνεται σκαλώνει. Πάμε ολοταχώς πολλά βήματα πίσω.
Ο Τσίπρας, ο Μητσοτάκης και η πολυδιάστατη πολιτική
Τα περί πολυδιάστατης εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής εξακολουθεί και τα λέει μόνο ο Τσίπρας, νομίζοντας, ίσως, ότι έτσι μας διασκεδάζει. Ζητήσαμε συμπαράσταση έναντι της Τουρκίας, αλλά ο ΟΗΕ μας περιγελά και μας καλεί να τα βρούμε μεταξύ μας, αξιολογώντας επακριβώς το βάρος της Ελλάδας διεθνώς. Η ΕΕ μας γέμισε ωραία λόγια συμπαράστασης, να δούμε, όμως, την ουσία. Ο Πάϊατ πήρε εντολή, αν και καθυστερημένα, να δηλώσει πως τα κατοικημένα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα.
Πολεμικό κλίμα δημιουργούν τα ΜΜΕ, τη στιγμή που ο Τούρκος πρόεδρος αντιμετωπίζει, στην καλύτερη περίπτωση γι’ αυτόν, αρνητικές επισημάνσεις από ΕΕ, Ρωσία και ΗΠΑ. Υποστηρίζω από καιρό ότι Ρωσία και ΗΠΑ δεν θέλουν πιο ισχυρή Τουρκία, άρα πιο ανεξέλεγκτο Ερντογάν. Τον συγκρατούν για δικούς τους λόγους. Δεν θα μας επιτεθεί η Τουρκία, δεν θα γίνει πόλεμος. Όσοι, όμως, στην Αθήνα θέλουν να παραχωρήσουμε εθνικά δικαιώματα επικαλούνται την απειλή πολέμου για να εκφοβίσουν και να εκβιάσουν τον κόσμο, όπως στα Ίμια ο Σημίτης.
Ο αγώνας του Τσίπρα
Μέσα σε όλα, ο Τσίπρας θέλει, λέει, να γίνει κεντροαριστερός. Είναι το κρύο ανέκδοτο του χειμώνα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πραγματική (και όχι ονομαστική) σχέση με την Αριστερά το θέμα θα ήταν συζητήσιμο. Αλλά δεν υπάρχει ούτε υπήρξε τέτοια σχέση. Οι Αμερικανοί δεν συνηθίζουν να καλοδέχονται και να συνομιλούν με αριστερούς, όπως έκαναν και κάνουν με τον Τσίπρα. Τους αριστερούς ή απλώς τους αντίθετους, τους ανατρέπουν όπως τον Μοράλες στη Βολιβία.
Η κεντροαριστερά ήταν το άλλο όνομα της “δημοκρατικής παράταξης” όταν πράγματι λειτουργούσε δικομματισμός στη χώρα. Κορμός της κεντροαριστεράς ήταν οι κεντρώοι της προδικτατορικής εποχής, στην πλειοψηφία τους αστοί. Πολλοί ήταν παλιοί ΕΑΜίτες που δεν είχαν εμπλακεί (ή αποδοκίμασαν) το εγκληματικό λάθος του εμφυλίου. Στο σύνολο ήταν κοινωνικά ριζοσπάστες και φανατικά πατριώτες, ταυτόχρονα αντικομμουνιστές και αντιδεξιοί. Προσχώρησαν μαζικά στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Αυτή η κεντροαριστερά πέθανε μαζί με τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ όταν πήρε το κόμμα ο Σημίτης και δοκίμασε να το αναπροσανατολίσει στα πρότυπα της (γερμανικής) σοσιαλδημοκρατίας. Το εγχείρημα μετάλλαξης του ΠΑΣΟΚ αρχικά απέδωσε, αλλά τελικά, όταν ήρθαν τα δύσκολα, κατάληξε σε οικτρή αποτυχία, στο σημερινό ΚΙΝΑΛ.
Για να ψηφοθηρήσει, ο Τσίπρας θέλει να εμφανίσει τη δεύτερη απόπειρα μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε απομίμηση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας σαν ανανέωση στην λαϊκή κολυμπήθρα. Αλλά διάλεξε κακή στιγμή και λάθος πρότυπο. Η ευρωπαϊκή –γερμανικού τύπου– σοσιαλδημοκρατία ψυχορραγεί, όπως και η γαλλική ξαδέλφη της, χωρίς ελπίδες ίασης. Και το καινούργιο αίμα που θέλει να μεταγγίσει στον ΣΥΡΙΖΑ είναι στραγγισμένοι απόμαχοι της ζωής και της πολιτικής από το νεκρό σώμα του ΠΑΣΟΚ.
Δεν υπάρχει χώρος για υποχώρηση
Για να ελαφρύνουμε λίγο ας πούμε ότι ο Σημίτης εξόκειλε σε νησί, στα Ίμια και ο Τσίπρας σε λίμνη, στις Πρέσπες. Δεν τους πάει το στοιχείο του νερού σε μια χώρα που την περιτριγυρίζει θάλασσα και που την δόξασαν θαλασσινοί. Είναι γνωστό ότι η σοσιαλδημοκρατία δεν ευδοκίμησε ποτέ στην Ελλάδα. Την κατάπιε ο Βενιζελισμός και η Δεξιά.
Στα εθνικά δεν υπάρχει αξιόλογο ρεύμα στην κοινωνία που να στηρίζει ενδοτικές πολιτικές. Όχι για λόγους κάποιου αόριστου και ασαφούς πατριωτισμού, αλλά επειδή και οι πιο μικρές υποχωρήσεις οδηγούν αμέσως σε εξανδραποδισμό, πλήττουν την ουσία της ύπαρξής μας. «Είμαστε πολύ μικρή χώρα δια να διαπράξομεν τέτοια ατιμία» που θα έλεγε και ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Δεν υπάρχει χώρος για υποχώρηση σε κάποια “ενδότερα”.
Δεν υπάρχει πλούτος ώστε να εγκαταλείψουμε μερικά για να κρατήσουμε τα υπόλοιπα, να μην είμαστε “μοναχοφάηδες” που θα έλεγε και ο Κοτζιάς. Πάντα ήμασταν υποχρεωμένοι “υπέρ βωμών και εστιών” να αγωνιζόμαστε. Κι αν καμιά φορά, ανέμελοι, ξεχνιόμαστε, έρχεται ο κάθε Ερντογάν και μας το θυμίζει.