του Δημήτρη Χόνδρου
Μπορεί το κοινωνικό πεδίο να αποδειχθεί η «αχίλλειος πτέρνα» της κυβέρνησης Μητσοτάκη; Να πλήξει την εικόνα μιας κυβέρνησης που ανατάσσει τη χώρα, όπως θέλει να την προβάλλει το Μέγαρο Μαξίμου, παρουσιάζοντας την εικόνα μιας κυβέρνησης αυταρχικής που οικοδομεί ένα αστυνομικό κράτος επιχειρώντας να περιορίσει δικαιώματα και ελευθερίες;
Είναι προφανής ο στόχος και της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιήσουν πολιτικά τα όσα διαδραματίστηκαν τις τελευταίες μέρες στην ΑΣΟΕΕ. Η ΝΔ για να ικανοποιήσει ένα μέρος του δεξιού ακροατηρίου της που δείχνει να δυσφορεί με την «ήπια» στάση της στο ζήτημα του μεταναστευτικού και ο ΣΥΡΙΖΑ για να συσπειρώσει τις δικές του δυνάμεις που στέκονται αμήχανες μπροστά στην εικόνα Αλέξη Τσίπρα, αδύναμου να βρει πεδίο και αντιπολιτευτικό βηματισμό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, εμφανίζει τη ΝΔ ως ένα κόμμα το οποίο, στα ζητήματα νόμου και τάξης, διακατέχεται από την νοοτροπία της δεξιάς της δεκαετίας του 50 και οικοδομεί ένα αυταρχικό, αστυνομικό κράτος. Δείχνει να επενδύει σε ένα «κίνημα» στο χώρο της εκπαίδευσης θεωρώντας ότι, όπως την περίοδο του 90-91, μπορεί να δημιουργήσει τα πρώτα ρήγματα στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Και η ΝΔ εμφανίζει τον ΣΥΡΙΖΑ, ως το κόμμα που ανέχθηκε την παρανομία στα πανεπιστήμια και σπεύδει, ακολουθώντας το DNA του κόμματος του 3%, να ταυτιστεί με τους μπαχαλάκηδες κόντρα στην συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας. Είναι εμφανές, και αυτό φάνηκε και από την στάση της, στις διαβουλεύσεις για το άσυλο, ότι η κυβέρνηση θέλει εμφανιστεί συνεπής απέναντι στην πλειοψηφία που την εξέλεξε και η οποία διακατέχεται από συντηρητικές απόψεις τις οποίες ενισχύουν απερίσκεπτες τοποθετήσεις νεαρών βουλευτών της.
Η μάχη γίνεται γύρω από δύο εικόνες. Και οι δύο μαζί, αποτυπώνουν την πραγματικότητα. Κάθε μία, από μόνη της, την διαστρεβλώνει. Η ΝΔ στέκεται στη μία εικόνα. Ο ΣΥΡΙΖΑ στην άλλη.
Η μία εικόνα είναι αυτή των διάφορων πολεμοφοδίων που βρέθηκαν στο υπόγειο του Οικονομικού Πανεπιστημίου. Ουδεμία σχέση έχουν με το άσυλο και τη διακίνηση των ιδεών. Οι βόμβες μολότωφ δεν είναι ιδέες και τα πανεπιστήμια δεν μπορεί να είναι χώρος διακίνησης και αποθήκευσής τους. Τα ευρήματα αυτά δικαιολογούν, απολύτως, στα μάτια της κοινής γνώμης και όχι μόνο της συντηρητικής, την επέμβαση της αστυνομίας στο χώρο. Αυτή την εικόνα ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να την προσπερνά.
Η άλλη εικόνα είναι αυτή των ΜΑΤ, αντιμέτωπων με φοιτητές (όχι όλοι τους) που κατάφεραν να σπάσουν την φύλαξη του πανεπιστημίου μετά την απόφαση της συγκλήτου να μείνει κλειστό το ίδρυμα μέχρι τις 17 Νοεμβρίου. Εντάξει, τα ΜΑΤ πιάστηκαν στον ύπνο. Ήταν ανάγκη να ρίξουν αμέσως χημικά και, όπως έδειξαν οι κάμερες να ξυλοφορτώνουν αναίτια μια νεαρή φοιτήτρια; Σε αυτή την εικόνα δεν δίνει τη σημασία που πρέπει η ΝΔ.
Είναι βέβαιο ότι η πολιτική κόντρα, που έχει λάβει και ιδεολογικά χαρακτηριστικά στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης δεξιάς-αριστεράς, θα συνεχιστεί ενδεχομένως και να οξυνθεί. Ευτυχώς, η εικόνα της μεγάλης φοιτητικής διαδήλωσης διασκέδασε τους φόβους για κλιμάκωση των επεισοδίων, ωστόσο οι μέρες απαιτούν επαγρύπνηση.
Σε κάθε περίπτωση ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ πρέπει ξανασκεφτούν την τακτική τους.
Η εικόνα μιας κυβέρνησης που θέλει να οικοδομήσει ένα αστυνομικό κράτος (υπάρχει και η πολυσυζητημένη έφοδος σε μπαρ στο Γκάζι και οι καταγγελίες ότι 300 άτομα αναγκάστηκαν να γονατίσουν έχοντας τα χέρια ψηλά), εκτός των άλλων απωθεί τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους.
Και η εικόνα ενός κόμματος που παρά το 31,5% των εκλογών, δείχνει να επιστρέφει στην υιοθέτηση πρακτικών που ικανοποιούν το 3% του παλιού ΣΥΡΙΖΑ, ασκώντας μια «έξαλλη» αντιπολίτευση, είναι η συνταγή για τη μόνιμη παραμονή στην αντιπολίτευση.