ΤΑ ΤΑΞΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ εξέγερσης των «κίτρινων γιλέκων»

Κινητοποιήσεις «κίτρινων γιλέκων» AP

Οι δραματικές εξελίξεις του Σαββατοκύριακου στη Γαλλία απέδειξαν πως το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» έχει αποκτήσει αδιαφιλονίκητα μία ταξική διάσταση.

Ο αγώνας αυτών των ανθρώπων (στην πλειονότητά τους είναι συνταξιούχοι και άνεργοι) και η μαζική διάσταση και κοινωνικοπολιτική «διαπερατότητα» των κινητοποιήσεών τους –παρά την αρχική προσπάθεια του Μακρόν να τους σπιλώσει, ταυτίζοντάς τους με την Ακροδεξιά– έπαψαν να θεωρούνται «αυθόρμητα» και φτάνουν να ταυτίζονται πια με το «γενικό συμφέρον» (interesse générale), που στη γλώσσα του Ζαν-Ζακ Ρουσό μετατρέπεται σε «γενική βούληση» (volonté générale). Και το βέβαιο είναι πως κλονίζει εκ βάθρων την κυβέρνηση του Μακρόν.

Μάλιστα η «χλιαρή» αντίθεση των άλλων εργαζομένων που θίγονται οικονομικά από τις εξεγέρσεις –οι οποίοι κατά βάση συμφωνούν με τους διαμαρτυρόμενους πολίτες και αρνούνται να επιδοθούν σε έναν «πόλεμο μεταξύ των φτωχών», όπως θα ήλπιζε η εξουσία– αποδεικνύει περίτρανα πως βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας τέτοιας έκφρασης ενός «γενικού πνεύματος συναίνεσης και βούλησης» της κοινωνίας απέναντι στην πολιτική Μακρόν. Και η χθεσινή απόφαση της κυβέρνησης να «παγώσει» για έξι μήνες τις αυξήσεις στα καύσιμα αποδεικνύει πως βρισκόμαστε ενώπιον της γέννησης ενός νέου πολιτικού υποκειμένου, αυτόνομου και μη κομματικού, που αρχίζει να «μαθαίνει» να αντιστέκεται στις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού της αγοράς και των πολιτικών μεσολαβητών του.

Κάλλιστα κάποιος θα μπορούσε να διαβλέψει πως μέσα από τούτη τη νέα έκφραση της κοινωνικής δυσαρέσκειας μεθοδεύεται η σύσταση ενός νέου κοινωνικού σώματος, δυνητικά μιας pouvoir constituante (λαϊκής «συντακτικής εξουσίας»), με νέες μορφές οργάνωσης –που έχουν στενή σχέση με τις νέες μορφές οργάνωσης της κοινωνίας, της εργασίας και της επικοινωνίας–, οι οποίες «συνενώνουν το κοινωνικό με το πολιτικό», μέσα από μια δημοκρατική οργάνωση της βάσης και της κοινωνικής έκφρασης της πολιτικής απόφασης, που εκτροχιάζει και απονομιμοποιεί την αυθαιρεσία της εξουσίας.

Η έκρηξη του κινήματος των «κίτρινων γιλέκων» αποδεικνύει τη διαπίστωση του Οπεραϊστικού Κινήματος για τη διαρκή ύπαρξη της ταξικής και κοινωνικής εξέγερσης ως «ασυνεχούς συνέχειας», που πάντα υποβόσκει και που αναδύεται χωρίς κανονικότητα, ακόμη και όταν δεν προμηνύεται από τις περιστάσεις.

Επιπλέον, το γεγονός ότι η έκφραση της πολιτικής αυτής δυσαρέσκειας συναρτάται με την ευθεία διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών ζωής, προσδίδει μία καθαρά ταξική διάσταση στην πάλη των πιο αδύναμων στρωμάτων του πληθυσμού που πλήττονται από την αύξηση της τιμής των καυσίμων.

Είναι εν γένει μία «βιοπολιτική» (κατά την έκφραση του Φουκό) εξέγερση καθώς εκπηγάζει από τους κατοίκους των προαστίων και της επαρχίας. Δηλαδή, εκείνων των στρωμάτων που σπρώχνονται εκτός της μητρόπολης, γιατί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στα υψηλά ενοίκια, την ελιτίστικη πολυτέλεια της ζωής του κέντρου.

Η αύξηση της τιμής των καυσίμων θα πλήξει επίσης τους μετακινούμενους εργαζόμενους από τα προάστια και τις πόλεις-δορυφόρους και τους ηλικιωμένους συνταξιούχους, τους νέους «προλετάριους» της νεοφιλελεύθερης οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης. Εκείνους δηλαδή που δεν έχουν άλλο τρόπο μετακίνησης στις δουλειές ή στις υπηρεσίες και τα εμπορικά, από το όχημά τους, καθώς τα γενικότερα δίκτυα μετακίνησης, στις συνθήκες της σύγχρονης αγοράς, είναι κατά βάση σχεδιασμένα για να συνδέουν την περιφέρεια με το κέντρο ή τις υπηρεσίες, και όχι για τη γενικότερη διασύνδεση των περιφερειών μεταξύ τους. Περιφερειών που συστηματικά και σταδιακά περιθωριοποιούνται.

Και όταν ακριβώς το επίπεδο της αντιπαράθεσης δεν είναι πλέον τα εξειδικευμένα συνδικαλιστικά συμφέροντα, αλλά η «βιοπολιτική» διάσταση της ζωής και του εξουσιασμού της, η μάχη δίνεται ακριβώς στον χώρο των δημόσιων υπηρεσιών, είτε στη «μητροπολιτική απεργία» είτε στον αποκλεισμό των δρόμων και των εμπορικών κέντρων, όπως επιχειρούν οι εξεγερμένοι των «κίτρινων γιλέκων».

Μέχρι χθες, η αντίδραση του Μακρόν ήταν η ίδια αλαζονική στάση που και άλλοι προκάτοχοί του στην εξουσία είχαν ακολουθήσει σε αντίστοιχες εξεγέρσεις, είτε αυτές γίνονταν το μακρινό 1986 και το 1995, είτε πολύ πιο πρόσφατα επί Σαρκοζί: προσποιούμαστε ότι «ακούμε» και «κατανοούμε», αλλά «δεν υποχωρούμε».

Ο Μακρόν ήδη από καιρό έχει αποδείξει πως προβάλλοντας μια «υπερκομματική» εικόνα, και με την επίφαση της δημοκρατικής επιλογής, έναντι της Ακροδεξιάς, υφάρπαξε την ψήφο των πολιτών που, κουρασμένοι από την ενδοτικότητα και την απραξία των πολιτικών κομμάτων και των συνδικάτων, πίστεψαν πως η νέα, δυναμική μορφή του προέδρου, που κονιορτοποίησε διαμιάς τη στερεότυπη εικόνα των τεχνοκρατών ή κομματικών πολιτευομένων, θα σήμαινε επιστροφή στην πραγματική πολιτική, που θα νοιάζεται για τους ανθρώπους και τη ζωή και όχι για την(Πηγή)

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.