Η συμπλήρωση 100 ημερών διακυβέρνησης Μητσοτάκη, που συμπληρώνονται σήμερα 15 Οκτώβρη, κόντρα στην επικοινωνιακή «κανονικότητα» αλλά και στο «πρόσφορο» έδαφος της μεταμνημονιακής εποχής, φορτίζεται ιδιαίτερα αρνητικά από πλήθος κεντρικών επιλογών αλλά και των επιδόσεων της κυβέρνησης ΝΔ και χαρακτηρίζεται από την έλλειψη προετοιμασίας και ενός σαφούς οικονομικού και αναπτυξιακού πλάνου, την κομματικοποίηση του κράτους, την εξυπηρέτηση της ολιγαρχίας.
Εντυπωσιακές κυβιστήσεις αλλά και διαψεύσεις βασικών εξαγγελιών, εφαρμογή σκληρών δεξιών πολιτικών σε κρίσιμους τομείς αλλά και αδυναμία της κυβέρνησης να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε προκλήσεις και προβλήματα, μαζί με τον «παραμορφωτικό» φακό των ΜΜΕ, συνθέτουν το «γαλάζιο» σκηνικό. Στο δε εσωκομματικό πεδίο, οι ειδυλλιακές πρώτες μέρες της εξουσίας διαταράσσονται ήδη από το χειρισμό των υποθέσεων της Προεδρικής Εκλογής και του σκανδάλου Novartis, αλλά και τις κυβερνητικές «κυβιστήσεις», ενώ οι μεθοδεύσεις για την ψήφο των ομογενών δίνουν τον τόνο της θεσμικής εκτροπής που επιχειρείται σε βάρος της δημοκρατικής αντιπροσώπευσης.
Οι μεγάλες «κωλοτούμπες»
Αναμενόμενα αλλά εντυπωσιακά είναι οι παλινωδίες σε επίπεδο πολιτικό και ρητορικό κεντρικών αφηγημάτων που χαρακτήρισαν την αντιπολίτευση της ΝΔ τα προηγούμενα χρόνια. Κορυφαία όλων η στροφή 180 μοιρών στο Μακεδονικό, καθώς από τις κορώνες περί «ακύρωσης» της «εθνικά επιζήμιας» Συμφωνίας των Πρεσπών και συμπόρευσης με όλα τα ακροδεξιά στοιχεία προεκλογικά, έφτασε στις δηλώσεις κορυφαίων υπουργών που μιλούν για «πιστή τήρηση» της Συμφωνίας που είναι «αμοιβαία επωφελής». Πολύ γρήγορα ξεχάστηκαν εξάλλου οι στόχοι για ανάπτυξη 4% χάθηκαν, ενώ για αυτοί για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2,5% που μεταφέρθηκαν στο 2021 «και βλέπουμε» παρόλο που ήδη αυτοί είχαν δρομολογηθεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μέσω του «μαξιλαριού ασφαλείας». Κάτι που ενισχύει τις υποψίες ότι η ΝΔ θα το χρησιμοποιήσει για να πριμοδοτήσει τις τράπεζες, που σημειωτέον χαρίζουν χρέη σε ισχυρούς επιχειρηματίες. Γενικότερα οι οικονομικές υποσχέσεις για τη «μεσαία τάξη» παραμένουν ανεκπλήρωτες και η κυβέρνηση αρκείται να επικοινωνεί ως επιτεύγματά της, θετικά οικονομικά μέτρα που είχαν ψηφιστεί ή δρομολογηθεί επί ΣΥΡΙΖΑ. Πάντως αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα και μια μεγάλη «τρύπα», ίσως και άνω του 1 δις για τον πρώτο δικό της Προϋπολογισμό, που επιχειρεί να καλύψει με «δημιουργική λογιστική».
Βίαιη προσαρμογή στην πραγματικότητα βέβαια υπήρξε και για το Προσφυγικό καθώς από τη σκληρή επίθεση στο ΣΥΡΙΖΑ και το θεώρημα πως «προσκαλεί» τους πρόσφυγες στην Ελλάδα , ο αρμόδιος Υπουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «γεωπολιτικοί λόγοι» αυξάνουν τις ροές, μόλις η νέα κυβέρνηση κλήθηκε να το αντιμετωπίσει. Μάλιστα μπροστά στην αποτυχία της, επενδύει τις πολιτικές της με ένα αντιπροσφυγικό μένος αλλά δεν αλλάζει την ουσία και την αδυναμία της στη διαχείριση. Ακόμη πιο ηχηρή η παραδοχή της τυμβωρυχίας της ΝΔ για την καταστροφή στο Μάτι και η στοχοποίηση πολιτικών αντιπάλων στο βωμό της μικροκομματικής σκοπιμότητας καθώς ο νέος Πρωθυπουργός ανέφερε στον πιο επίσημο τόνο, από το βήμα του ΟΗΕ, ότι είναι αποτέλεσμα ακραίου φαινόμενου της κλιματικής αλλαγής και αφού προηγουμένως ο τέως αρχηγός της ΕΛΑΣ που διαχειρίστηκε την καταστροφή, κατέληξε Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης ΝΔ, ενώ από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη είχε χαρακτηριστεί «επικίνδυνα ανίκανος».
Οι μεγάλες διαψεύσεις
Οι μπουλντόζες που θα έμπαιναν τις πρώτες μέρες στο Ελληνικό εξαιτίας της «φιλοεπενδυτικής» κυβέρνησης ακόμη αναζητούνται ενώ η επένδυση παρά τις θορυβώδεις εξαγγελίες παραμένει αμφίβολη, με βασικό πρόβλημα την έλλειψη κεφαλαίων, ειδικά μετά την αποχώρηση των ξένων επενδυτών από το σχήμα και παρά τις συνεχείς και εξώφθαλμες εξυπηρετήσεις της κυβέρνησης, που διαθέτει στο Υπουργείο Ανάπτυξης ως Υφυπουργό, τον ίδιο τον εκπρόσωπο της εταιρίας.
Η πολυδιαφημισμένη «αριστεία» της ΝΔ που δαιμονοποίησε χυδαία την προηγούμενη κυβέρνηση για «διορισμούς» κατέληξε τελικά στο «ξεχείλωμα» του κράτους και την πλήρη κομματικοποίησή του. Ένας στρατός «μετακλητών» με αυξημένες αποδοχές και μειωμένα προσόντα έχει επελάσει στο κράτος, κομματικοί εγκάθετοι τοποθετούνται θέσεις ευθύνης και προικοδοτούνται με την επαναφορά των «bonus» για τα golden boys ενώ δημοσιογράφοι προσλαμβάνονται κατά δεκάδες σε Υπουργεία και Πρωθυπουργικό γραφείο. Ένα συγκεντρωτικό και υδροκέφαλο μοντέλο που φέρνει τον έλεγχο των πάντων στο Μαξίμου, έχοντας παρακάμψει την πολιτική αυτονομία των Υπουργών ενώ κραυγαλέα είναι η τοποθέτηση σε θέσεις κλειδιά της δημόσιας ζωής, ανθρώπων του στενού πρωθυπουργικού περιβάλλοντος. Το μοναδικό άλλωστε, για το οποίο φαίνεται ότι είχε σχέδιο η ΝΔ, ήταν η «άλωση» του δημόσιου τομέα και η επαναφορά του παρωχημένου μετεμφυλιακού «Κράτους της Δεξιάς». Κάτι που υπενθυμίζει η υπαγωγή της ΕΥΠ στο Πρωθυπουργικό Γραφείο, έχοντας όμως αποκτήσει υπερεξουσίες και «κρυφούς» πράκτορες σε κάθε υπουργείο, κατά το πρότυπο απολυταρχικών καθεστώτων.
Δεν μπορεί να λείψει από την «κατηγορία» η ΔΕΗ, την οποία η η νέα κυβέρνηση απαξίωνε συστηματικά και προσπαθούσε να την παρουσιάσει ετοιμόρροπη εξαιτίας του ΣΥΡΙΖΑ, μέχρι που τα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου έδειξαν ακριβώς το αντίθετο διαψεύδοντας ηχηρά τη ΝΔ και τον αρμόδιο υπουργό, που μεθόδευε την πώληση ενώ ο ίδιος φροντίζει να προωθεί κυρίως τους ανταγωνιστές της.
Η ολιγαρχία επανακάμπτει
Εντυπωσιακός είναι ο τρόπος που τις πρώτες 100 μέρες η ΝΔ εξυπηρέτησε τους επιχειρηματίες και ιδιοκτήτες ΜΜΕ, που τη στήριξαν με μανία. Ήδη από την πρώτη εβδομάδα καθαιρέθηκε η ηγεσία της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κατά παράβαση της Ενωσιακής νομοθεσίας, προκειμένου να προστατευτούν τα μεγάλα μονοπώλια και ολιγοπώλια που συγκροτούνται ήδη στη χώρα με την αμέριστη στήριξη και των τραπεζών. Γενικότερα η κυβέρνηση έχει φροντίσει να διαλύσει όλους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς και να τους υποκαταστήσει με προσχηματικές αρχές, που αναφέρονται όλες στο Γραφείο του Πρωθυπουργού. Φροντίζει να εξοφλεί όλα τα «γραμμάτια» προς τους επιχειρηματίες, καταλύοντας όλους τους θεσμούς διαφάνειας και δημόσιας λογοδοσίας και νομοθετώντας με βάση τις ανάγκες τους.
Σκληρές δεξιές πολιτικές
Τόσο σε επίπεδο συμβολικό όσο και σε επίπεδο ουσιαστικό η ΝΔ φροντίζει να θυμίζει το πρόσωπο της σκληρής Δεξιάς. Στην οικονομία φρόντισε αμέσως να καταργήσει τις κατακτήσεις στα εργασιακά και σε άλλους τομείς με νεοφιλελεύθερα μέτρα που θυμίζουν μνημονιακές δεσμεύσεις. Μόνο στο υπό-ψήφιση «Αναπτυξιακό Νομοσχέδιο» φροντίζει να εκχωρήσει όλες τις υπηρεσίες των Δήμων σε ιδιώτες εργολάβους ενώ καταργεί όλη τη νομοθεσία για την περιβαλλοντική αδειοδότηση, παρακάμπτοντας όλους τους μηχανισμούς ελέγχου με μια υπουργική απόφαση. Το αφήγημα Τάξης και Ασφάλειας, «μπάζει» από παντού και για το λόγο αυτό η ΕΛΑΣ εξαντλείται σε επιχειρήσεις βιτρίνας για επικοινωνιακή κατανάλωση, «αδειάζοντας» τους πρόσφυγες από τα Εξάρχεια και αφήνοντας το πραγματικό έγκλημα, να δρα ανενόχλητο. Η κυβέρνηση επαναφέρει το παλαιοκομματικό και φαύλο καθεστώς, ακυρώνοντας αξιοκρατικές προσλήψεις στην εκπαίδευση και την υγεία και προσλαμβάνοντας – αντ΄αυτών – ειδικούς φρουρούς και ΕΠΟΠ, εκτός διαδικασιών ΑΣΕΠ.
Στην Υγεία, η οπισθοδρόμηση είναι ήδη ορατή με ακυρώσεις προσλήψεων και υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών δείχνοντας τη γνωστή ιδεολογική εμμονή. Ακόμη και στην Παιδεία, οι προθέσεις εξαρχής είναι σαφείς για δραστική μείωση των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ταυτόχρονη αναβάθμιση των πτυχίων των κολεγίων προκειμένου να «σπρώξουν» τους νέους στις ιδιωτικές σχολές. Την ίδια ώρα ολόκληρες περιοχές παραμένουν χωρίς σχολεία τον Οκτώβρη λόγω των τεράστιων κενών σε εκπαιδευτικούς ενώ η Υπουργός πανηγυρίζει για το γεγονός ότι τα βιβλία ήταν στην ώρα τους στα σχολεία -αποκρύπτοντας ότι ήταν ήδη από τον Ιούνιο με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ή συναντά τον Αρχιεπίσκοπο και τους σκληρούς της ιεραρχίας επιβάλλοντας σκοταδιστικές πολιτικές στην εκπαίδευση.
Τα έκανε «θάλασσα» στον τουρισμό
Η νέα κυβέρνηση εμφανίστηκε εντελώς απροετοίμαστη σε μια σειρά από καταστάσεις που κλήθηκε να διαχειριστεί καθώς το «αόρατο χέρι της αγοράς» ήταν απασχολημένο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο ακτοπλοϊκός αποκλεισμός της Σαμοθράκης που διήρκεσε αρκετές εβδομάδες, με καταστροφικές επιπτώσεις για το νησί. Ακομη μεγαλύτερος ο αντίκτυπος στον ελληνικό τουρισμό από την κατάρρευση του ομίλου Thomas Cook, με την κυβέρνηση να αδυνατεί να διαχειριστεί τις συνέπειες ενώ ο αρμόδιος Υπουργός φωτογραφιζόταν με τους υπεύθυνους του ομίλου και μιλούσε για δήθεν νέες επενδύσεις, την ώρα που η εταιρία κατέρρεε.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα
Αυτό όμως που συνιστά πραγματικά σοβαρό κίνδυνο είναι η παντελής ανικανότητα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και, κυρίως, της διαχείρισης του αγριεμένου ανατολικού γείτονα. Εμφανώς απροετοίμαστη η ΝΔ παρακολουθεί την Τουρκία να «αλωνίζει», ενώ καταγράφονται διαδοχικές γκάφες και λανθασμένες αντιδράσεις από τον Υπουργό και τους Αν. Υπουργούς σε κάθε επίπεδο. Η κυβέρνηση έχει αποτύχει να ασκήσει διπλωματικές πιέσεις σε οποιοδήποτε επίπεδο και ακολουθεί μια αμήχανη πολιτική κατευνασμού απέναντι στον Ερντογάν που, μακροπρόθεσμα, θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την εξωτερική πολιτική. Σε ένα κλίμα ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή και επιθετικότητας της Τουρκίας, η κυβέρνηση εμφανίζεται πολύ κατώτερη των περιστάσεων.
Συμπερασματικά, οι πρώτες 100 μέρες της ΝΔ, ως προανάγνωσμα, δείχνουν ένα θεσμικό κατήφορο με απόλυτη κομματικοποίηση του κράτους αναξιοκρατία και υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο εξουσίας. Στο οικονομικό πεδίο οι μεγάλες προσδοκίες διαψεύδονται, η περίφημη «έκρηξη επενδύσεων», όπως και πολλές εξαγγελίες, μετατίθενται στο διηνεκές ενώ κάποιες άλλες αναθεωρούνται επί τω χείρω. Μάλιστα σε συνθήκες διεθνούς ύφεσης προ των πυλών, το όποιο πρόγραμμα της ΝΔ κρέμεται σε μια κλωστή. Αυτό που δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει είναι ότι η κυβέρνηση εφαρμόζει σκληρές πολιτικές αναδιανομής του εισοδήματος σε βάρος των ασθενέστερων, με ένα περιτύλιγμα ακροδεξιάς ρητορικής σε κάθε ευκαιρία.
Αν σε κάτι είναι αποτελεσματική είναι στο να εφορμά στο κομματικό κράτος και να κάνει επικοινωνία όταν της λείπει η ουσία. Άλλωστε έχει επιτύχει ένα τρομακτικό μιντιακό καθεστώς που την υποστηρίζει υπέρμετρα σε συνθήκες μετα-δημοκρατίας. Τα δύσκολα θα αρχίσουν όταν αρχίσει να γίνεται εμφανής η αναντιστοιχία μεταξύ πραγματικότητας και εικονικής πραγματικότητας των ΜΜΕ.