«Για μία ακόμη φορά, απεργούν οι λίγοι και ταλαιπωρούνται οι πολλοί! Κι αυτό γιατί μερικοί επαγγελματίες του συνδικαλισμού αντιδρούν στη διαφάνεια», έγραψε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο Facebook. Αφού επιχειρηματολόγησε υπέρ των νέων συνδικαλιστικών διατάξεων κατέληξε: «Στέκομαι στο πλευρό των εκατομμυρίων πολιτών που σήμερα δοκιμάζονται γιατί έτσι το θέλησε μια μειοψηφία. Οι Έλληνες κουράστηκαν, πλέον, να δοκιμάζονται από πρακτικές περασμένων δεκαετιών. Είναι καιρός να πάμε μπροστά. Και θα πάμε!»
Εύστοχο ήταν το σχόλιο του γραφείου Τύπου του ΚΚΕ: «Πάει πολύ ο πρωθυπουργός, που εκλέγεται με λιγότερο από το 30% των εχόντων δικαίωμα ψήφου Ελλήνων πολιτών, να μιλάει για μειοψηφίες, μόνο και μόνο για να κρύψει την επίθεση που σχεδιάζει με το κατάπτυστο πολυνομοσχέδιο στους μισθούς, τις συλλογικές συμβάσεις και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα». Και προσθέτει: «Όσο για τους επαγγελματίες του συνδικαλισμού, ας τους αναζητήσει στο κόμμα του, στους νόθους και τους ανθρώπους των επιχειρήσεων μέσα στα συνδικάτα, με τους οποίους συναντιέται ο κ. Μητσοτάκης».
Γιατί όλα αυτά, από την φιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ που υποσχέθηκε να φέρει τάχιστα την οικονομική ανάπτυξη στον τόπο, ανεξάρτητα των συνθηκών που βρίσκεται και θα βρεθεί ο κόσμος το δύσκολο 2020; Γιατί αντιλαμβάνεται μια ανάπτυξη που θα στηρίζεται κυρίως στο φτηνό κόστος εργασίας; Πέρα από τις δογματικά νεοφιλελεύθερες αγκυλώσεις και την επιλογή του Άδωνη Γεωργιάδη ως καταλληλότερου υπουργού γι’ αυτό το τιτάνιο έργο, εδώ έχουμε να κάνουμε με επιχειρηματίες χορηγούς του κόμματος, που έχουν απαιτήσεις και έχουν δώσει υποχρεωτικές εντολές.
Το όραμά τους για την κερδοφορία στηρίζεται στο χαμηλό κόστος εργασίας με περιορισμό του ενοχλητικού συνδικαλισμού και στους λιγότερους φόρους. Το σκέλος βελτίωσης των προϊόντων που παράγουν και των υπηρεσιών που προσφέρουν, ώστε να κατακτήσουν ζηλευτές θέσεις στον διεθνή ανταγωνισμό, δεν φαίνεται να τους απασχολεί. Ο ανταγωνισμός μεταξύ τους εξελίσσεται στα διαπλεκόμενα οφέλη που απαιτούν από το μερίδιο που έχουν κατακτήσει στην πολιτική εξουσία. Δηλαδή, από την παράκαμψη των κοινών κανόνων και του υγιούς ανταγωνισμού από τον δικό τους διαιτητή. Έξοχα!
Καταδικασμένη να αποτύχει η συνταγή Μητσοτάκη
Η αστική τάξη, που δυστυχώς ποτέ δεν έγινε εθνική, είναι καταδικασμένη. Αδύναμη να κατακτήσει τη θέση της στη σύγχρονη εποχή, αφαιρεί από τη χώρα τη δυνατότητα να κατακτήσει ηγεμονεύουσα θέση και ρόλο στα Βαλκάνια. Ας μην ξεχνάμε ότι σχεδόν καμιά ξένη άμεση επένδυση δεν έγινε τα τελευταία 15 χρόνια στην Ελλάδα. Οι ξένοι επενδυτές είτε με δικές τους φίρμες, είτε εξαγοράζοντας μονάδες λιανικής, κέρδισαν θέση στην εσωτερική αγορά και εξοβέλισαν το μικρομεσαίο εγχώριο εμπόριο.
Στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης, την Γερμανία, η κυβέρνηση σήμανε συναγερμό για τον κίνδυνο της ύφεσης και της υστέρησης της χώρας από τον ανταγωνισμό της νέας ψηφιακής εποχής, αναγνωρίζοντας μάλιστα την ανάγκη εισαγωγής επιστημονικού δυναμικού. Τι κάνουμε εμείς που, συνέπεια του brain drain, διαθέτουμε δεκάδες χιλιάδες ξενιτεμένους επιστήμονες και ειδικευμένους τεχνικούς;
Αντί να αναζητήσουμε συνθήκες επιστροφής για τόνωση της έρευνας και της ανάπτυξης, ανακαλύπτουμε εν έτη 2019, το κίνητρο της φτηνής εργασίας. Εμείς οι Έλληνες εσωτερικού, θα ανταγωνιστούμε τις χαμηλού κόστους εργασίας οικονομίες της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, χωρίς μάλιστα την απαραίτητη κρατική υποστήριξη στην έρευνα και την οργάνωση των εξαγωγών. Έτσι, θα στείλουμε ακόμα περισσότερους έξω!
Το άγνωστο 2020
Το 2020 θα είναι δύσκολο. Αναστατωμένη η Βρετανία, κλειστή στις εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων και με περιορισμένη δυνατότητα εξαγωγής τουριστών. Η Γερμανία σε ύφεση και φυσιολογική αναστολή δαπανών από τα νοικοκυριά. Η Ευρώπη συνολικά σε πολιτική και οικονομική αστάθεια, αμυνόμενη στους δασμούς που εξαπολύει ο Αμερικανός πρόεδρος.
Σ’ αυτό το δυσμενές περιβάλλον ένα είναι το κρίσιμο ερώτημα για την Ελλάδα. Πώς θα αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες στο αναπτυξιακό έργο, όπως πλουσιοπάροχα το έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Πώς θα αντιδράσουμε, όταν οι μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης στραφούν στην εσωτερική αγορά της Ένωσης για να αντιμετωπίσουν τις απώλειες, εκτοπίζοντας ακόμα περισσότερο τα εγχώρια αγαθά;
Τότε δεν θα φταίει ο Τσίπρας, που μέχρι χτες έφταιγε για όλα. Που έφταιγε για την καλοδεχούμενη τώρα “προδοτική” Συμφωνία των Πρεσπών, για τις μεταναστευτικές ροές, ακόμα και για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, για τα πάντα. Τότε, τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα που ακούμε στη διαπασών, θα κοστολογηθούν πολιτικά.