Η Ισπανία μέχρι σήμερα δεν έχει καταβάλει αξιόλογο οικονομικό τίμημα για το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα έχει περάσει η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης χωρίς να διαθέτει κυβέρνηση με σταθερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ωστόσο, ο λογαριασμός αναμένεται να έρθει.
Ο Πέδρο Σάντσεθ, ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός, έχει δαπανήσει τέσσερις μήνες μετά τις εκλογές του Απριλίου προσπαθώντας ανεπιτυχώς να σχηματίσει κυβέρνηση. Διστάζει να παραχωρήσει στον δυνητικό κυβερνητικό εταίρο Podemos όσες υπουργικές θέσεις διεκδικεί το ακροαριστερό κόμμα και ενδέχεται να αναγκαστεί να προκηρύξει νέες εκλογές αν αποτύχει να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, αν λάβουμε υπόψη τις δημοσκοπήσεις, η νέα εκλογική αναμέτρηση ενδέχεται να μη φέρει σημαντικές αλλαγές.
Στο μεσοδιάστημα, η πολιτική παράλυση αρχίζει να γίνεται πρόβλημα. Πράγματι, οι πολιτικές δυσκολίες που αντιμετώπισε η Ισπανία τα τελευταία χρόνια δεν προκάλεσαν εμφανή ζημία στην οικονομία. Η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή οικονομία αναπτύσσονταν με υγιή ρυθμό και η πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας διατήρησε το κόστος δανεισμού σε χαμηλό επίπεδο. Το ποσοστό της ανεργίας στην Ισπανία υποχώρησε στο 15% από το 24% όπου βρισκόταν το 2015 και η οικονομία αναπτύχθηκε πέρυσι με ρυθμό 2,6%, δηλαδή ταχύτερα από την Ευρωζώνη που είχε ανάπτυξη με ρυθμό 1,9%. Η απόδοση του ισπανικού δεκαετούς ομολόγου είναι 125 μονάδες βάσης, χαμηλότερο από το αντίστοιχης διάρκεια ιταλικό κρατικό ομόλογο. Ωστόσο υπάρχουν βαριά σύννεφα στον ορίζοντα. Η γερμανική οικονομία, η μεγαλύτερη της Ευρώπης, συρρικνώθηκε το δεύτερο τρίμηνο και η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνεται, εν μέρει εξαιτίας της έντασης στο εμπόριο. Επίσης, είναι πιθανό να δεχτεί πλήγμα η ισπανική οικονομία στην περίπτωση που αποδειχθεί άτακτη η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. Εταιρείες όπως η Telefonica, με κεφαλαιοποίηση 31 δισ. ευρώ, και η Banco Santander, με κεφαλαιοποίηση 51 δισ. ευρώ, διαθέτουν σημαντική επιχειρηματική δραστηριότητα στη Βρετανία, η οποία θα δεχθεί σημαντικό πλήγμα από ένα Brexit χωρίς συμφωνία.
Σε αυτή την περίπτωση η Ισπανία θα μπορούσε να χάσει μέχρι και 70 χιλιάδες θέσεις εργασίας, σύμφωνα με πανευρωπαϊκή έρευνα που διεξήχθη για λογαριασμό της βελγικής κυβέρνησης. Η ανάπτυξη της ισπανικής οικονομίας αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 1,9% το 2020, ακόμη και χωρίς να μεσολαβήσει χαοτικό Brexit, σύμφωνα με την πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Είναι πιθανό ο Μάριο Ντράγκι να χαλαρώσει τον Σεπτέμβριο περαιτέρω τη νομισματική πολιτική. Ιδανικά, η Μαδρίτη θα έχει μέχρι τότε ισχυρή κυβέρνηση που θα μπορεί να ακολουθήσει επεκτατική δημοσιονομική πολιτική ώστε να αντιμετωπίσει μια ύφεση.