Ευθύνες για τις παραλείψεις κατά τη διάρκεια αλλά και αφού η φονική φωτιά κατέκαψε το Νέα Βουτζά και το Μάτι, αφήνοντας πίσω της 99 νεκρούς, αποδίδει στην Πυροσβεστική και στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, η Περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου.
Σε έγγραφό της, με ημερομηνία 15 Σεπτεμβρίου 2018, το οποίο περιλαμβάνεται στην ογκωδέστατη δικογραφία για τη φωτιά που κατέκαψε περίπου 13.000 στρέμματα γης, η Περιφερειάρχης Αττικής υποστηρίζει πως για την εισήγηση εντολής για Οργανωμένη Προληπτική Απομάκρυνση «μόνος αρμόδιος είναι ο εκάστοτε αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος».
Στο «απυρόβλητο» δεν αφήνει τον τότε γ.γ. Πολιτικής Προστασίας, Ιω. Καπάκη, για τον οποίο υποστηρίζει πως «όφειλε να προβεί αυτοστιγμεί στην κήρυξη εκτάκτου ανάγκης την περιοχή». Αναφορικά με τη Γενική Γραμματεία επισημαίνει ότι οι δυνάμεις κατάσβεσης «τελούσαν αποκλειστικά υπό τον συντονισμό της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, άσχετα αν ποτέ δεν ανέλαβε τις σχετικές ευθύνες».
Ειδικότερα, στο έγγραφο η Ρένα Δούρου αναφέρεται στην αποκαλούμενη «εντολή εκκένωσης», υποστηρίζοντας πως ο ισχυρισμός ότι δόθηκε -ενώ απαιτείται σύμπραξη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης- «προβάλλεται από την πυροσβεσική υπηρεσία προσχηματικά και εκ των υστέρων για λόγους μετάθεσης ευθυνών και μόνο». Άλλωστε το ζητούμενο της εκκένωσης έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τόσο τους εισαγγελικούς λειτουργούς που έχουν χειριστεί την έρευνα, όσο και τον αξιωματικό της Πυροσβεστικής, Δημ. Λιότσιο, που συνέταξε την έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Ο τελευταίος μάλιστα, στο πόρισμά του που αριθμεί τις 180 σελίδες, δεν καταφέρνει να καταλήξει αν υπήρξε «ξεκάθαρη εντολή», αφού όπως αναφέρει- «δεν προκύπτει μέχρι στιγμής αν δόθηκε και από ποιόν αρμόδιο, ξεκάθαρη εντολή για οργανωμένη απομάκρυνση πολιτών».
Σύμφωνα με την Περιφερειάρχη, «το μόνο μέτρο προληπτικής προστασίας της ζωής και της υγείας των πολιτών είναι η Οργανωμένη Προληπτική Απομάκρυνση από την περιοχή που τεκμηριωμένα εκτιμάται ότι απειλείται από εξελισσόμενη ή επικείμενη καταστροφή. Για την εισήγηση της εν λόγω δράσης μόνος αρμόδιος είναι ο εκάστοτε αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος». Όπως εξηγεί, ο αρμόδιος αξιωματικός του ΠΣ με βάση την αναμενόμενη συμπεριφορά της πυρκαγιάς, προτείνει εγκαίρως και επακριβώς στο αρμόδιο οπργανο τα όρια της περιοχής που θα χρειαστεί να υλοποιηθεί η δράση. «Εάν η δράση αφορά τα όρια ενός Δήμου αρμόδιο, μετά την εισήγηση, όργανο για τη λήψη της απόφασης είναι ο Δήμαρχος. Εάν τα όρια της περιοχής που θα υλοποιηθεί η δράση εκτείνονται ταυτόχρονα πέραν του ενός Δήμου, αρμόδιο όργανο για τη λήψη της απόφασης, ειναι ο Περιφερειάρχης ή ο ορισμένος Αντιπεριφερειάρχης».
Μάλιστα, χαρακτηρίζει «προδήλως προσχηματική» τη δήλωση οτι δόθηκε «εντολή εκκένωσης» καθώς στη Συνέντευξη Τύπου που δόθηκε λίγο μετά την φονική πυρκαγιά, «αυτοαναιρούνται οι δηλωσεις», ενώ για τον ισχυρισμό ότι η εντολή ήταν προφορική υπογραμμίζει ότι «είναι άξιο απορίας γιατί δεν ακολούθησε μέχρι σήμερα, γραπτή εισήγηση, έστω με φαξ ή sms, που να αναφέρει κατ’ ελάχιστον το αρμόδιο όργανο στο οποίο απευθύνεται, πότε χρονικά αυτή δόθηκε (τί ώρα) τα επακριβής όρια της περιοχής που θα χρειαστεί να εφαρμοσθεί η δράση, τα οποία ειναι απαραίτητα».
Η Περιφερειάρχης Αττικής που και εκείνη έχει κληθεί να καταθέσει ενώπιον των εισαγγελικών αρχών με την ιδιότητα το υπόπτου, σημειώνει πως οι υπηρεσίες της, αντίθετα με τη ΓΓΠΠ δεν είχαν καμία ενημέρωση. Συγκεκριμένα, υπογραμμίζει: «η ένταση και των δύο πυρκαγιών που ήταν σε εξέλιξη στις 23 Ιουλίου, όπως προκύπτει εκ των υστέρων για τα όργανα της Περιφέρειας που δεν είχαν ενημέρωση, ήταν τέτοια που συνέπραξαν δυνάμεις από όλη τη χώρα και στη συνέχεια που το εξωτερικό και τελούνταν αποκλειστικά υπό τον συντονισμό της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, άσχετα αν ποτέ δεν ανέλαβε τις σχετικές ευθύνες.
Χαρακτηριστικά, εξηγεί ότι ενώ η Περιφερειάρχης την ίδια ημέρα ζητούσε την κήρυξη σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης πολιτικής προστασίας των Περιφερειακών Ενοτήτων Ανατολικής και Δυτικής Αττικής, «ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας απέφυγε ο ίδιος να εκδώσει την κήρυξη αλλά την επόμενη ημέρα, 24 Ιουλίου, με φαξ στις 11:58 απέστειλε έγγραφο με φερόμενη ημερομηνία 23/7/2018» με το οποίο την εξουσιοδοτεί να προχωρήσει στην έκδοση Απόφασης Κήρυξης σε Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης. Τέλος, υποστηρίζει για τον Ιω. Καπάκη ότι εκείνος «όφειλε να προβεί, αυτοστιγμεί» στην ενέργεια της κήρυξης, «λόγω της έντασης και των συνεπειών των καταστροφικών πυρκαγιών που ήδη είχαν επισυμβεί, αλλά και των πόρων που απαιτήθηκαν για την αντιμετώπισή τους».