«Η Ελλάδα ήταν και είναι από τις πιο ασφαλείς χώρες» υπογράμμισε η υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Όλγα Γεροβασίλη στην συνέντευξή της στην ΕΡΤ και την εκπομπή «Επόμενη Μέρα», τονίζοντας ταυτόχρονα ότι «η ασφάλεια είναι βαθύ θέμα δημοκρατίας και πρέπει να αντιμετωπίζεται με την δέουσα σοβαρότητα».
«Εμείς παλεύουμε και δίνουμε όλες τις δυνάμεις μας να φτάσουμε στο στόχο που είναι να αισθάνεται ασφαλής ο Έλληνας πολίτης», συμπλήρωσε η υπουργός και αναφέρθηκε στην κατάργηση 7.800 οργανικών θέσεων από τον κ,. Μητσοτάκη όταν ήταν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης επισημαίνοντας ταυτόχρονα:
«Είναι στόχος μου να καλυφθούν τα ζητήματα υποστελέχωσης της Αστυνομίας» και έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην Πολιτική Προστασία την αντζέντα της οποίας η κυβέρνηση έχει βάλει πολύ ψηλά και στην Πυροσβεστική, κάτι που αποδεικνύεται από την μονιμοποίηση των 2.200 πυροσβεστών την περασμένη άνοιξη.
Η κ. Γεροβασίλη είπε ότι από τις θέσεις που κατήργησε ο κ. Μητσοτάκης έχουν καλυφθεί το 90% και τόνισε: «Η Αστυνομία χρειάζεται κόσμο».
Για το θέμα της διαφθοράς η κ. Γεροβασίλη είπε ότι έχει σημασία τι όριο βάζεις σε τέτοια ζητήματα και υπογράμμισε ότι δεν θα κρύψει τίποτα κάτω από το χαλί, ενώ παραδέχτηκε ότι έχουν γίνει στο παρελθόν προσπάθειες συγκάλυψης της δράσης αστυνομικών.
«Θέλουμε αλλαγή ύφους και ήθους στο Σώμα, που κατά κανόνα κάνει σωστά την δουλειά του, αλλά υπάρχουν και τα άλλα φαινόμενα. Αυτοί που ασχολούνται όμως ξέρουν καλά πόσοι συλλαμβάνονται συχνά και πόσες υποθέσεις εξιχνιάζονται».
Για τα όρια της αστυνομικής βίας η υπουργός είπε ότι αυτά καθορίζονται από τους νόμους και κανόνες, ενώ έκανε ειδική αναφορά στην υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου, που όπως είπε, την παρακολουθεί προσωπικά πολύ στενά και «δεν θα αφήσει τίποτα να πέσει κάτω», αν η έρευνα που έχει διευρυνθεί και είναι σε εξέλιξη, δείξει ευθύνες για αστυνομικούς.
Για την συγκεκριμένη υπόθεση, τόνισε ότι ανέδειξε δύο διαφορετικού τύπου σοβαρά ζητήματα: Την αυτοδικία, που «δεν είναι ανεκτή για την Δημοκρατία, για την ζωή και την κοινωνία την ίδια» και τον τρόπο αντίδρασης της αστυνομίας σε τέτοια ζητήματα.
Σε ότι αφορά στην επίθεση στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας, ανέφερε ότι προσωπική της άποψη είναι ότι δεν πρόκειται για προβοκάτσια, αλλά έθεσε θέμα αντίδρασης της Αστυνομίας.
«Η δουλειά της αστυνομίας είναι να αυτοπροστατευθεί είπε. Το κάθε ΑΤ είναι υποχρεωμένο να αυτοσχεδιάζει και να υλοποιεί κάποιο σχέδιο άμυνας. Υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός, αλλά κάθε τμήμα έχει ιδιαιτερότητες… Δεν μπορεί να φταίει η πολιτική ηγεσία γιατί το τμήμα δεν αμύνθηκε, εκτός και αν έχει ζητηθεί ενίσχυση και δεν δόθηκε οπότε επιμερίζονται οι ευθύνες».
Η κ. Γεροβασίλη χαρακτήρισε μύθο και γελοιότητες όσα διαδίδουν συνδικαλιστές και αναπαράγει η αντιπολίτευση, ότι δηλαδή η ηγεσία δεν αφήνει τους αστυνομικούς να κάνουν την δουλειά τους, λέγοντας ότι όταν ο αστυνομικός επιχειρεί δεν ζητάει εντολή.
Για την εγκληματικότητα είπε ότι υπάρχει σημαντική μείωση στα βαριά αδικήματα αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με την μικροεγκληματικότητα, γι’ αυτό εκεί αποσκοπεί η εφαρμογή του νέου επιχειρησιακού σχεδιασμού για ορατή αστυνόμευση.
Για τα οικονομικά ζητήματα των αστυνομικών τόνισε ότι έχουν δίκιο για όσα ζητούν και σε θέματα υποδομών.
«Η κυβέρνηση φρόντισε να δώσει τα χρήματα που προκύπτουν από την απόφαση του ΣτΕ, ως δίκαια και ως στήριξη του κοινωνικού κράτους, μέρος του οποίου είναι και οι αστυνομικοί», είπε η κ. Γεροβασίλη και συμπλήρωσε:
«Ο κ. Μητσοτάκης στην ΔΕΘ είπε ότι δεν χρειάζονται προσλήψεις στην ΕΛ.ΑΣ, αλλά να δουλεύει πιο συγκροτημένα και με άλλο σχέδιο. Από τα ίδια χείλη που εκστομίζονται αυτά στην συνέχεια έρχονται ερωτήσεις στον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Η ΕΛ.ΑΣ χρειάζεται κόσμο και εκτιμώ ότι στο μέτρα του εφικτού αυτά θα αντιμετωπιστούν στο επόμενο διάστημα. Δεν είμαι σε θέση να πω αν θα αντιμετωπιστούν τα οικονομικά, αλλά θεωρώ είναι δίκαιο αίτημα».
Η υπουργός Προστασίας του Πολίτη πήρε τέλος θέση για το αυτόφωρο σε βάρος δημοσιογράφων τονίζοντας:
«Προσωπική μου άποψη είναι να μην υπάρχει το αυτόφωρο για ζητήματα του Τύπου. Να διαχωριστούν τα θέματα. Αν παρανομήσει κάποιος υπάρχει τρόπος από το ελληνικό δίκαιο να αντιμετωπιστεί».