Η στροφή του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ στην κεντροαριστερά και το κέντρο ανησυχεί τη ΝΔ πολύ περισσότερο από όσο (θέλει να) δείχνει. Και εξίσου την ανησυχούν και τα αρχικά μηνύματα από τις πρώτες φθινοπωρινές δημοσκοπήσεις.
Κατά τις πληροφορίες οι μετρήσεις της κοινής γνώμης, που άρχισαν να τρέχουν με το τέλος της ραστώνης του Αυγούστου και μαζί με την επιστροφή των πολιτών από τις διακοπές, δεν δίνουν – ούτε αυτή τη φορά – την πολυπόθητη για την αξιωματική αντιπολίτευση τάση κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ. Η εικόνα που εκπέμπεται, σε πρώιμο έστω στάδιο, είναι πως η κυβέρνηση υπέστη μεν πολιτικά τραύματα από την διαχείριση της τραγωδίας στο Μάτι, αλλά όχι τραύματα μη αναστρέψιμα. Και οι ίδιες δημοσκοπήσεις δείχνουν και πάλι ότι σαρωτικό ρεύμα υπέρ της ΝΔ εξακολουθεί να μην υφίσταται.
Σ’ αυτό το σκηνικό, το Μαξίμου θεωρεί ότι όλα είναι ανοιχτά και οργανώνει την μακρά, προεκλογική του αντεπίθεση σε τρία επίπεδα: Ποντάροντας στην εφαρμογή της «κοινωνικής» και «δίκαιης» ατζέντας για την μεταμνημονιακή ανάταξη της οικονομίας, αναδεικνύοντας με όλο και μεγαλύτερη ένταση την διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο κοινωνικό – προοδευτικό και το νεοφιλελεύθερο μοντέλο και επενδύοντας πάντα στο ηθικό πλεονέκτημα της αριστερής διακυβέρνησης κόντρα στο πολιτικό -επιχειρηματικό σύστημα διαφθοράς και διαπλοκής.
Πάνω σ’ αυτή την βάση χτίζεται και η πολιτική αναμέτρηση που θα έχει ο Αλέξης Τσίπρας στην ΔΕΘ με τον Κυριάκο Μητσοτάκη – μια αναμέτρηση που, ουσιαστικά, θα σηματοδοτήσει και την έναρξη μιας σκληρής και παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου.
Το μοντέλο της «κοινωνικής δικαιοσύνης»
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός θα παρουσιάσει ένα μοντέλο κι έναν, ήδη προαναγγελθέντα, σχεδιασμό που θέτουν ως προτεραιότητα το κοινωνικό κράτος και την κοινωνική δικαιοσύνη – στοιχεία που, όπως ήδη τόνισε στο υπουργικό συμβούλιο καταδεικνύουν και τις διάφορες ανάμεσα στους «αριστερούς, κεντροαριστερούς, οικολόγους και κεντροδεξιούς που συμμετέχουν σ’ αυτήν την κυβέρνηση» και στις δυνάμεις του ακραίου φιλελευθερισμού.
Το στίγμα αυτό του Αλέξη Τσίπρα καθορίζει ήδη και το δίπολο πάνω στο οποίο θα παιχτεί το εκλογικό παιχνίδι, με τελικό και ουσιαστικό ζητούμενο την πολιτική κυριαρχία στον χώρο της κεντροαριστεράς και του κέντρου. Πρόκειται για μια επιλογή που δεν βρίσκει σύμφωνους άπαντες εντός του ΣΥΡΙΖΑ και ενδεικτική εδώ ήταν και η πρώτη αντίδραση του Νίκου Φίλη ο οποίος με το χθεσινό άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών υποστήριξε ότι «τέτοια πειράματα, με την εξάλειψη της αριστερής ταυτότητας, την μετατόπιση στο κέντρο, και την επικράτηση αρχηγοκεντρικών μοντέλων, όπου επιχειρήθηκαν ( π.χ. στην Ιταλία) είχαν κακό τέλος».
Στο πρωθυπουργικό επιτελείο, ωστόσο, δεν συμμερίζονται την ίδια άποψη, αντιθέτως εμφανίζονται πεπεισμένοι πως η εξ αριστερών «απειλή» είναι είτε αμελητέα, είτε διαχειρίσιμη και ότι το κέντρο είναι εκείνο που θα κρίνει τις εκλογές – εξ ου και το, ευκρινές πλέον άνοιγμα στον σοσιαλδημοκρατικό χώρο.
Οι καλύτεροι «διαχειριστές»
Απέναντι σ’ αυτήν την στρατηγική, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ΝΔ έχουν σοβαρό και δομικό πρόβλημα. Μέχρι σήμερα στήριζαν την τακτική τους σε τρεις πυλώνες – στην κατάρρευση της σχέσης με τους δανειστές και κατ´επέκταση της οικονομίας, στην προσπάθεια να διαγράψουν και να οδηγήσουν στη λήθη τις δικές τους ευθύνες για τη χρεοκοπία, και στην απόπειρα να πείσουν ότι οι ίδιοι είναι καλύτεροι διαχειριστές της εξουσίας.
Ο πρώτος πυλώνας κατέρρευσε οριστικά, κι ο δεύτερος δεν αποδίδει καρπούς όσο παραμένουν στο προσκήνιο τα μεγάλα σκάνδαλα του παρελθόντος, με τις πληροφορίες μάλιστα από τον δικαστικό χώρο να δείχνουν επικείμενες σοβαρές εξελίξεις στην υπόθεση Novartis.
Κατά συνέπεια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βασίζεται κυρίως, σ’ αυτή τη φάση, στον τρίτο πυλώνα, εκείνο των «καλύτερων διαχειριστών». Εξ ου και η προσπάθεια του προχθές, κατά την ομιλία του στην ΟΝΝΕΔ στο Λουτράκι, να ακυρώσει τις ιδεολογικές διαχωριστικές γραμμές και να απευθύνει προσκλητήριο σε «όλες τις εκσυγχρονιστικές και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις».
Αναλύοντας δε, αυτό το προσκλητήριο είπε πως χρειάζεται μια «νέα αντίληψη» που «δεν προτείνει “δεξιές” ή “αριστερές” πατέντες, αλλά πρακτικές λύσεις για όλους. Και αφορά όλες τις εκσυγχρονιστικές και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις που είναι καιρός να συμπορευτούν έχοντας απέναντί τους μόνο τα ζητούμενα του αύριο».
Εν ολίγοις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να απαντήσει στο κεντροαριστερό άνοιγμα Τσίπρα αποχρωματίζοντας πολιτικά και τα εκλογικά διλήμματα, και τον «μεσαίο χώρο». Σ’ αυτήν την προσπάθεια ωστόσο θα βρει δυο μεγάλα εμπόδια. Το πρώτο είναι το ακροδεξιό μπατάρισμα στο οποίο ήδη έχουν οδηγήσει το κόμμα του οι «σταυροφόροι» του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Το δεύτερο είναι πως ακόμη κι ο «μεσαίος χώρος» μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων δεν μπορεί να είναι ούτε απολίτικος ούτε αταξικός.
Κι εκεί η κυβέρνηση σκοπεύει να τον πιέσει μέχρις εσχάτων καλώντας τον να πάρει καθαρή θέση ως προς το μοντέλο ανάπτυξης που επαγγέλλεται – από τα εργασιακά δικαιώματα και τον κατώτατο μισθό έως την διάκριση ανάμεσα στην υγιή επιχειρηματικότητα και την κρατικοδίαιτη επιχειρηματική ελίτ.