Λίγο πριν την επέτειο για τη μεγάλη τραγωδία στο Μάτι, τα μικροπολιτικά και προσωπικά παιχνίδια με φόντο τραγωδίες και καταστροφές δεν έχουν εκλείψει όπως αποδείχτηκε από τον σεισμό που έπληξε την Αθήνα και όσα ακολούθησαν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η παρέμβαση του σεισμολόγου Άκη Τσελέντη, υποψήφιου ευρωβουλευτή με τη ΝΔ, ο οποίος καταφέρθηκε εναντίον του Προέδρου του Οργανισμού Αντισεισμικής Προστασίας Ευθύμιου Λέκκα, διαμαρτυρήθηκε γιατί δεν κλήθηκε στη συνεδρίαση της Επιτροπής Εκτίμησης Σεισμικού Κινδύνου, κατηγόρησε τον Χ. Σπίρτζη ότι τον είχε αποκλείσει ενώ εγκωμίασε τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και τον πρώην Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, μιλώντας κυρίως για πολιτική και όχι για σεισμολογία. Άλλωστε έχει φροντίσει ο ίδιος να απαξιώσει την επιστημονική του θέση με τις αμφιλεγόμενες δημόσιες παρεμβάσεις του, ενώ και στους κόλπους της επιστημονικής κοινότητας έχει προκαλέσει συχνά αντιδράσεις με τις ενέργειές του.
Ως προς τη γενικότερη διαχείριση της κυβέρνησης, ενδεχομένως το γεγονός ότι κλήθηκε στην επίμαχη συνεδρίαση ο Κώστας Πουλάκης, που έχει αντικατασταθεί στη θέση του Γεν. Γραμματέα του ΥΠΕΣ μαρτυρά πολλά.
Τέτοιες στιγμές όμως κανείς δεν μπορεί να παίζει μικροκομματικά παιχνίδια, όπως είχε κάνει η ΝΔ πάνω στις στάχτες της μεγάλης τραγωδίας στο Μάτι, σε μια τυμβωρυχία χωρίς προηγούμενο, σε αγαστή συνεργασία με τα φιλικά της μίντια. Η υποκρισία της αποκαλύπτεται σήμερα με την τοποθέτηση στη θέση γενικού γραμματέα τον τότε αρχηγό της ΕΛΑΣ Κ. Τσουβάλα, τον οποίο κατηγορούσε προσωπικά για ανικανότητα στη διαχείριση και ζητούσε την καρατόμησή του. Ο κ. Τσουβάλας είχε αποπεμφθεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όμως σήμερα η ΝΔ τον θεωρεί ικανό και τρέχει να διαγράψει τα δημοσιεύματα της παλινωδίας της.
Είναι μια ευκαιρία όλοι, πολιτικό σύστημα, κοινωνία και επιστημονική κοινότητα, να ομονοήσουν πως τέτοιες καταστροφές αποτελούν ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, ένας συνδυασμός ακραίων φαινομένων της κλιματικής αλλαγής, ανθρωπογενών παρεμβάσεων και σχεδιασμού διαχείρισης, και να εστιάσουμε στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή τους.
Μπορεί για παράδειγμα κάποιος, πριν την επόμενη μεγάλη τραγωδία, να διασφαλίσει πως τερματίστηκαν αυθαιρεσίες και παρεμβάσεις που οδηγούν ανθρώπους στο θάνατο, αν υπάρχει το απαραίτητο προσωπικό, αν τα πρωτόκολλα και τα μέτρα αντιμετώπισης είναι ορθώς αναθεωρημένα, ρεαλιστικά και λειτουργικά, όχι μόνο για την επικοινωνιακή πολιτική, αλλά σε πραγματικές συνθήκες;