Νέα αναβολή για την επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup, στις 15 Ιουνίου, έλαβε η πιθανότητα εξεύρεσης μιας συνολικής λύσης στο ελληνικό πρόβλημα χρέους.
Το πρωί μάλιστα, στη συνεδρίαση του Ecofin, ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε αισιόδοξος ότι σε 15 ημέρες θα έχουμε μια λύση, ενώ έδειξε και προς την πλευρά του ΔΝΤ (χαρακτήρισε το Ταμείο «δύσκολο» στις διαπραγματεύσεις), ζητώντας. εμμέσως πλην σαφώς, να υποχωρήσει έναντι των απαιτήσεών του.
Την ίδια ώρα, το παρασκήνιο της χθεσινής τετράωρης και πλέον συνεδρίασης του EG έδειξε ότι η Αθήνα και μια σειρά από χώρες (Ιταλία, Γαλλία, Πορτογαλία, αν και για την τελευταία πρέπει να κρατάει κάποιος μικρό καλάθι, με δεδομένο ότι το όνομα του Πορτογάλου ΥΠΟΙΚ ακούγεται για διάδοχος του Γερούν Ντάισελμπλουμ, λένε πηγές με γνώση των συσχετισμών εντός της Κομισιόν) δεν αποδέχθηκαν ένα προσχέδιο συμφωνίας που έπεσε στο τραπέζι την τελευταία στιγμή, αργά χθες το απόγευμα, χαρακτηρίζοντάς το «ασαφές, που μεταθέτει και δεν λύνει το πρόβλημα», με την Αθήνα να διαμηνύει στον Γερμανό ΥΠΟΙΚ ότι το «pacta sunt servanda» δεν μπορεί να είναι «à la carte».
Σύμφωνα με πηγές, το εν λόγω προσχέδιο «έσπρωχνε» την όποια λύση μετά τις Γερμανικές εκλογές, δίνοντας στο ΔΝΤ το «κερασάκι» να αποφασίσει τότε, για την όποια χρηματοδότηση και αφήνοντας αυτήν τη στιγμή πάνω στο τραπέζι μια θολή, πρώτη συμφωνία. Λύση που οι εν λόγω πηγές θεωρούν ότι μπορεί να συζητήθηκε μεταξύ Σόιμπλε και Πόουλ Τόμσεν, αλλά είναι άγνωστη μέχρι αυτή τη στιγμή η στάση της Κριστίν Λαγκάρντ, όταν αργά χθες το βράδυ, μεταξύ 20:45 και 21:15, κατά τη διάρκεια της δεύτερης διακοπής, ενημερώθηκε τηλεφωνικά από τον κ. Τόμσεν για τις εξελίξεις.
Σύμφωνα μάλιστα με ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος στην Αθήνα, μετά και από αυτήν την εξέλιξη, η λύση της ολιγοήμερης αναβολής «ήταν η ορθότερη πολιτική επιλογή». Λόγω βέβαια αυτής της αναβολής, δόθηκε παράταση, τόσο στο κλείσιμο της τεχνικής αξιολόγησης (έχουν ολοκληρωθεί 104 προαπαιτούμενα, για 14 με 20 υπογράφηκαν χθες τα Προεδρικά διατάγματα και τα υπόλοιπα, μέχρι τα 140, θα ολοκληρωθούν μέχρι τέλος του μήνα, είπε το πρωί ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος), όσο και στην απόφαση της Κομισιόν να βγει η Ελλάδα από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Την ίδια ώρα, είναι προφανές ότι η απόφαση για τα πρωτογενή πλεονάσματα, μετά το 2018, συνδέεται άμεσα με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, συνεπώς είναι δύο θέματα που θα κλείσουν μαζί.
Επιπροσθέτως, εξαιρετικά σημαντική θεωρείται από την Αθήνα και η στάση που τήρησε ο νέος Γάλλος ΥΠΟΙΚ Μπρουνό Λεμέρ, ο οποίος έδειξε να βαδίζει απόλυτα στα χνάρια των διαβεβαιώσεων που έδωσε ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στον Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, στην πρόσφατη τηλεφωνική τους επικοινωνία.
Το ζητούμενο τώρα τις επόμενες περίπου 15 ημέρες, είναι να γεφυρωθούν οι διαφορές ως προς την ακρίβεια των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Οι βασικές μεταβλητές στο «δύσκολο» αυτό πρόβλημα είναι:
• Η συμφωνία της 24ης Μαρτίου του 2016, που προβλέπει ότι μεσοπρόθεσμα οι ακαθάριστες ανάγκες της Ελλάδας δεν πρέπει να ξεπερνούν το 15% μέχρι το 2020 ή το 20% μέχρι το 2040 (το ΔΝΤ απαιτεί παραμετροποίηση των μέτρων).
• Ο προσδιορισμός των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018. Έχει κλειδώσει το 3,5%, έως το 2022 και αναζητείται μια συμφωνία για τα επόμενα χρόνια, ανάμεσα στο 2 και στο 2,6%.
• Η συμφωνία όσον αφορά στους ρυθμούς ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας, αφού το ΔΝΤ συνεχίζει να υποεκτιμά τις προοπτικές της.
Νωρίτερα το πρωί, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, ερωτηθείς σχετικά, απάντησε ότι στην απευκταία περίπτωση που αποχωρήσει το ΔΝΤ από το Ελληνικό πρόγραμμα, θα πρέπει να παρθεί άμεσα απόφαση για τη μη συμμετοχή του και να προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις όπως ακριβώς γινόταν μέχρι τώρα.
Μάλιστα το πρωί, ο κ. Τζανακόπουλος προχώρησε ένα βήμα παρακάτω, λέγοντας ότι στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται νέο πρόγραμμα (όπως έχει δηλώσει σαφώς ο Β. Σόιμπλε), αλλά μόνο κάποιες τροποποιήσεις στο υπάρχον πρόγραμμα.