Γιώργος Βενέτης
Από την πρώτη μέρα που ο Στέφανος Κασσελάκης εμφανίστηκε στο προσκήνιο, η προβολή του από τα ΜΜΕ ήταν πρωτοφανής,. Με πολιτικούς όρους αυτό ήταν αδικαιολόγητο. Τον «αέρα» που του έδωσαν τα ΜΜΕ τον εκμεταλλεύτηκε βγαίνοντας εν τέλει με σχετική άνεση, πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Αναφορά στην εκλογή του Κασσελάκη, έκανε δημοσίευμα του Politico το οποίο ανέφερε ότι «Ήρθε σαν μία «μετεωρική άνοδος» που υπόσχεται τα πάντα και τίποτα ταυτόχρονα. Η άνοδος του Κασσελάκη στην κορυφή του πολιτικού τοπίου της Ελλάδας ήταν συγκλονιστικά γρήγορη» επισημαίνεται χαρακτηριστικά. Παρόλα αυτά, το Politico διατυπώνει και τις επιφυλάξεις σχετικά με τις ιδεολογικο-πολιτικές θέσεις του κ. Κασσελάκη, που παρουσιάζονται ενδεικτικά ως «διόλου σαφείς» δεδομένου ότι, όπως αναφέρεται «απέφυγε τις συνεντεύξεις».
Στη δημόσια παρουσία του Κασσελάκη ήταν φανερή η έλλειψη πολιτικού υπόβαθρου και η απουσία συγκεκριμένης ιδεολογίας και αυτά πλαισιωμένα με γκάφες και μάλιστα σε εθνικά θέματα. Υπό κανονικές συνθήκες θα είχε χαρακτηρισθεί ως μία παραδοξότητα. Πέρα από τη συντονισμένη προσπάθεια προβολής του, ο Κασσελάκης απευθύνθηκε σε εκείνους τους οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ που αναζητούν την επιστροφή στην εξουσία, σε εκείνους που αναζητούν κάποιον να ταρακουνήσει το κόμμα,. Οι ταλαιπωρημένοι από την οικονομική κρίση πολίτες θέλουν λύσεις ,προοπτική. Αυτοί που ψήφισαν τον Κασσελάκη θεώρησαν ότι αυτός θα εκπληρώσει τις προσδοκίες τους.
Εν τοις πράγμασι τα 74.285 ψηφοδέλτια που συγκέντρωσε η υποψηφιότητα Κασσελάκη αριθμητικά είναι ένα μικρό ποσοστό από τις σχεδόν 950.000 ψήφους ττου έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες εκλογές. Αυτό συμβαίνει βέβαια σε όλες τις εσωκομματικές εκλογές, όμως στην προκείμενη περίπτωση έχουμε την εκλογή ενός προέδρου που υπόσχεται ότι θα αλλάξει όλα στο κόμμα, ως συνέπεια, το ποσοστό του επί του συνόλου έχει τη σημασία του.
Η επόμενη μέρα
Όταν καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός, πολύ γρήγορα ο Στέφανος Κασσελάκης και το επιτελείο του θα καταλάβουν ότι τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Προεκλογικά έδειξε ότι κατέχει το «επικοινωνιακό παιχνίδι». Παρήγαγε ο ίδιος και η ομάδα του, δικό του τηλεοπτικό υλικό με τα συμβατικά μέσα να το προβάλουν, σε σημείο υπερβολής. Μετά την εκλογή του θα πρέπει να παραχθεί πολιτική. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με συνθήματα και ατάκες στα τηλεοπτικά παράθυρα και στα κοινωνικά δίκτυα. Σύντομα ο Στέφανος Κασσελάκης θα πρέπει να μιλήσει για τα θέματα που απασχολούν τον πολίτη και τη χώρα. Για τα εθνικά θέματα, την ακρίβεια, τις πλημμύρες και τις φωτιές. Θα πρέπει να διατυπώσει τις θέσεις του, για το άσυλο, το πλαίσιο για τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, τη ψήφο των αποδήμων, για την Υγεία. Θα πρέπει να εξηγήσει, ποιο είναι το παραγωγικό μοντέλο που ο ίδιος βλέπει ως ιδανικότερο για την Ελλάδα, να αναφέρει το σχέδιό του για τη χώρα και κυρίως πώς θα τα καταφέρει. Να συνυπολογισθεί το συστημικό μιντιακό καθεστώς θα τον περιμένει με στοχευμένες ερωτήσεις για να τον αποδομήσει.
Θεωρείται βέβαιο ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα καθίσει στο θρανίο ώστε να του γίνει το απαραίτητο φροντιστήριο. Το ζήτημα είναι όμως αν αποδειχθεί καλός μαθητής, διότι άλλο οι επικοινωνιακές εμφανίσεις στα κοινωνικά δίκτυα και άλλο η παρουσίαση θέσεων για τα πολιτικά, κοινωνικά και για τα εθνικά μας θέματα σε αντιπαράθεση με έμπειρους συνομιλητές. Το πιο κρίσιμο τεστ θα γίνει ασφαλώς στο Συνέδριο του κόμματος. Το πολιτικό του μέλλον θα κριθεί από το πόσο γρήγορα και με πόση επιτυχία θα ανταποκριθεί στις δυσκολίες που τον περιμένουν.
Γιατί επικράτησε της Έφης Αχτσιόγλου
Η επικράτηση Κασσελάκη ήταν ένας θρίαμβος του στρατηγικού marketing. Επελέγη η εικόνα του απλού καθημερινού ανθρώπου, έξω από τα πολιτικά πρότυπα. «Πούλησε» έξυπνα τη δυνατότητά του να νικήσει τον Μητσοτάκη. Είναι επικοινωνιακός με ύφος, έκφραση και συνθήματα που θυμίζουν τον Τραμπ. Αυτά σκέπασαν τις εγγενείς αδυναμίες του, καθώς στη σύντομη παρουσία του στην πολιτική σκηνή έχει κάνει αρκετά λάθη. Δεν έχει καμία επαφή ούτε με την ελληνική πραγματικότητα, ούτε με την Αριστερά, επίσης δεν φαίνεται να γνωρίζει τη σύγχρονη πολιτική Ιστορία του τόπου. Ο λόγος του περιέχει συνθήματα που του υπαγορεύουν οι επικοινωνιολόγοι του.
Αντιθέτως Έφη Αχτσιόγλου έχει γνώση της ελληνικής πραγματικότητας, Είναι μορφωμένη, δυναμική, με εμπειρία στις διαπραγματεύσεις. Διαθέτει επιστημονική συγκρότηση, πολιτική εμπειρία αφού έχει περάσει από όλα τα πόστα του κομματικού μηχανισμού. Διετέλεσε υπουργός αλλά και κοινοβουλευτικός, ενώ έχτισε ένα αρχηγικό προφίλ.
Είναι σοβαρή, ψύχραιμη, ήταν η μόνη που μπορούσε να εγγυηθεί την ενότητα του κόμματος. Αυτό που χρεώνεται στη κυρία Αχτσιόγλου είναι ότι έχτισε αρχηγικό προφίλ, αλλά όχι λαϊκό, δεν έχει την αμφιλεγόμενη έστω αμεσότητα του Κασσελάκη, όντας χαμηλών τόνων. Αυτό που έκρινε την εκλογική μάχη ήταν η πεποίθηση της πλειοψηφίας των ψηφισάντων ότι ο Κασσελάκης εκπροσωπεί το νέο, το φρέσκο το καινούργιο και έχει περισσότερες πιθανότητες να νικήσει τον ?Μητσοτάκη. Όσον αφορά τη νέα αντίληψη περί του κόμματος που υποτίθεται ότι ευαγγελίζεται ο Κασσελάκης, αυτή αναιρείται από το επιτελείο και τους μέντορές του: Πολλάκης, Παππάς, Αποστολάκης…
Σε πολιτικό επίπεδο και αντικειμενικά, η σύγκριση είναι συντριπτικά υπέρ της Αγριόγαλου, οι οπαδοί όμως του κόμματος που ψήφισαν επέλεξαν το άγνωστο με τους κινδύνους που συνεπάγεται αυτό, όταν η χώρα και ιδιαίτερα τα εθνικά μας θέματα χρήζουν πολιτικούς ηγέτες με ειδικό βάρος. Ούτως ειπείν η χώρα χρειάζεται άμεσα έναν Μωυσή που θα την οδηγήσει στη δική της γη Χαναάν. Δίχως κινδυνολογίες αν δεν υπάρξει άμεσα πολιτικός αυτού του μεγέθους το μέλλον της χώρας θα είναι ζοφερό. Αντ’ αυτού μας προέκυψε ο Στέφανος Κασσελάκης. Όμως οι καιροί ου μενετοί.
Η δήλωση για τα κατεχόμενα
Το πιο σοβαρό λάθος του Κασσελάκη ήταν η δήλωσή του για τα κατεχόμενα. Το δικαιολόγησε λέγοντας ότι: «Είναι ξεκάθαρο αυτό το οποίο είπα, το είπα και στα κοινωνικά δίκτυα. 21 χρόνια είμαι έξω. Καταλαβαίνεις. Κανείς δεν έχει το αλάθητο σε αυτή τη χώρα», είπε ο Στέφανος Κασσελάκης. Τόσο απλά ποιο απλά δεν γίνεται. Μόνο παραβλέπει το γεγονός ότι ήρθε στην Ελλάδα για να διεκδικήσει τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής Αντιπολίτευσης τον τέταρτο τη τάξει πολιτειακό παράγοντα. :Αγνοεί ότι η συμπεριφορά του, ο τρόπος που παρουσιάζει τις θέσεις του κόμματός του δεν αφορούν απλώς το κόμμα του, αφορούν και πολύ ευαίσθητα εθνικά ζητήματα, Το επικίνδυνο για τη πολιτική ζωή του τόπου είναι η άγνοια της σοβαρότητας της θέσης που διεκδίκησε και τελικά κατέλαβε. Εφ’ όσον γνώριζε την άγνοιά του στα πολιτικά ζητήματα της χώρας ας φρόντιζε να ενημερωθεί, ενώ αν δεν επαρκούσε ο χρόνος ας ανέβαλε την υποβολή υποψηφιότητάς του. Για οποιοδήποτε επάγγελμα απαιτείται μια στοιχειώδης επαγγελματική επάρκεια πόσο μάλλον για τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε ένα άλμα στο κενό. Είναι πολύ επικίνδυνο, να εμπιστευθείς αρχηγούς, οι οποίοι έχουν ικανότητες, ας τις ονομάσουμε επικοινωνιακές, χωρίς όμως να γνωρίζουμε τίποτα γι’ αυτούς.
Άλλο ολίσθημα του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ έγινε στα Ιωάννινα, όπου, δήλωσε ότι «γουστάρει» να «ξεδοντιάσει» το «σύστημα» των δημοσιογράφων και των δικαστών. Ο άνθρωπος που φιλοδοξεί να ηγηθεί της προοδευτικής παράταξης αντί να στραφεί κατά των εκδοτών και των καναλαρχών τα έβαλε με τους δημοσιογράφους, δηλαδή με τους εργαζόμενους, πολλοί εκ των οποίων και για βιοποριστικούς λόγους αδυνατούν να διαφοροποιηθούν από τις εντολές του εργοδότη τους..
Όσον αφορά την επίθεση στους λειτουργούς της Δικαιοσύνης είναι μια κίνηση που δείχνει, μεταξύ άλλων, ότι ο νεοεκλεγείς πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αντίληψη του θεσμικού ρόλου που επιζητούσε να αναλάβει. Προφανώς και οι «καθοδηγητές» του δεν του έχουν εξηγήσει ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι πολιτειακός παράγοντας με προαπαιτούμενο να συμπεριφέρεται ως τέτοιος. Προφανώς δεν γνώριζε ότι την τελευταία φορά που κάποιο στέλεχος του κόμματος του, απείλησε δημόσια δικαστικούς και δημοσιογράφους, ο Αλέξης Τσίπρας το παρέπεμψε στην Επιτροπή Δεοντολογίας. Δεν είναι λίγα τα κακώς κείμενα της λειτουργίας της Ελληνικής Δικαιοσύνης είναι όμως ασύμβατο να δηλώνει δημόσια ο οΣτέφανος Κασσελάκης ότι «γουστάρει» να την «ξεδοντιάσει». Αυτές οι δηλώσεις θυμίζουν Παύλο Πολλάκη. Το βασικό μειονέκτημα του νέου αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι το γεγονός, ότι δεν γνωρίζει βασικά θέματα της λειτουργία του κράτους, ακόμα και του ίδιου του πολιτεύματος.